Αρκετές μέρες πέρασαν από εκείνο το βράδυ που γνώρισα την Μάρα και τον Ίθαν. Ακολούθησαν και άλλες πολλές νύχτες μαζί τους, μα καμία φορά δεν κατάφερα να ξεμοναχιάσω την Μάρα και να της κάνω ερωτήσεις που με έκαιγαν. Εκείνη έδειχνε πιο ήρεμη και διστακτική απέναντί μου και θα ήταν εύκολος στόχος για μένα. Όμως πάντα βρισκόταν κοντά μας, είτε ο Ίθαν είτε ο Νικ.
Ένα από εκείνα τα βράδια λοιπόν, αποφάσισα να πάρω την κατάσταση στα χέρια μου. Ήθελα να ξεμπερδεύω μια ώρα αρχύτερα με αυτήν την ιστορία... να ξεφορτωθώ και το πορτοφόλι και τον Νικ. Καταρχήν έπρεπε να βρω τρόπο να βγω έξω, διότι μετά από εκείνη την φορά που ξέφυγα από τον σωματοφύλακα, δεν κατάφερα να ξαναβγώ μόνη. Η μοναδική δικαιολογία που έβρισκε ο Νικ, ήταν ότι ανησυχούσε ότι η αμνησία μου είχε επηρεάσει τον προσανατολισμό μου. Χαζομάρες... ήθελε απλά να με κρατάει εγκλωβισμένη...
"Μάρα, θα ήθελες να βρεθούμε αύριο στο κέντρο;" έσκασε η ερώτησή μου και μια γλυκιά ικανοποίηση απλώθηκε μέσα μου βλέποντας τρία ζευγάρια μάτια να με κοιτούν σχεδόν τρομοκρατημένα. Ο Νικ έσφιξε στιγμιαία τις γροθιές του, ο Ίθαν τον κοιτούσε με ανεξιχνίαστο βλέμμα, και το πρόσωπο της Μάρας έμοιαζε χαμένο. Δεν μου απάντησε αμέσως... περίμενε και κείνη την έγκριση από τον αρχηγό... "Ναι γιατί όχι..." τον άκουσα να λέει, και αμέσως μετά ήπιε μια γουλιά από το κρασί του. "Θα σε συνοδεύσει ο Τζο, ένας από τους φύλακες" πρόσθεσε μετά με μάτια που με κοιτούσαν προσεκτικά. Θα τα έπαιζα όλα για όλα... "Νικ..." είπα σιγανά και κάθισα δίπλα του. "Δεν θέλω φύλακα... Θα είμαι με την Μάρα... την ξέρει την πόλη, θα με γυρίσει εκείνη.." του είπα όσο πιο γλυκά μπορούσα και με κοιτούσε λες και ήμουν εξωγήινος. Η φωνή μου δεν είχε υπάρξει πιο γλυκιά... το βλέμμα μου πιο μαλακό... "Άννα..." ξεκίνησε να λέει μα τον διέκοψα πιάνοντάς του το χέρι. Ήθελα τόσο πολύ να βάλω τα γέλια βλέποντάς τον να τα έχει χαμένα, αλλά δεν μπορούσα. "Σε παρακαλώ..." επέμενα εγώ μέχρι που πήρε μια βαθιά ανάσα κουνώντας το κεφάλι καταφατικά. Χάρηκα τόσο πολύ που σχεδόν τον καβάλησα φιλώντας τον στο στόμα. Αυτό που είδα στα μάτια του με τρόμαξε... χάρηκε... πραγματικά τον είδα χαρούμενο, να γελά με την αντίδρασή μου, και είμαι σίγουρη πως ήταν η πρώτη φορά που τον είδα έτσι. Τραβήχτηκα βιαστικά από πάνω του, μα το χέρι του έπιασε γερά το δικό μου χωρίς να το αφήνει. "Μάρα..." την κοίταξε έντονα "θέλω να την προσέχεις..." της ζήτησε ανασηκώνοντας το φρύδι του και στο μυαλό μου καρφώθηκε ότι της ζητούσε κάτι παραπάνω.
Η βραδιά εκείνη μου φάνηκε ατελείωτη. Ζήτησα συγνώμη και αποφάσισα να πάω για ύπνο πριν φύγουν οι καλεσμένοι. Ήθελα να οργανώσω όσο καλύτερα μπορούσα το σχέδιό μου και τίποτα δεν θα με σταματούσε! Λίγο πριν με πάρει ο ύπνος, για ακόμα ένα βράδυ ο Νικ μπήκε αθόρυβα στο δωμάτιό μου. Κάθισε στην καρέκλα απέναντί μου και παρατηρούσε μέχρι που με πήρε πραγματικά ο ύπνος. Δεν ξέρω τί ώρα ήταν όταν ξύπνησα, αλλά διψούσα φοβερά και ο λαιμός μου ήταν στεγνός. Σηκώθηκα και ανοίγοντας την πόρτα μου προσεκτικά, κατευθύνθηκα αθόρυβα προς το κάτω πάτωμα. Έφτανα στα μισά της σκάλας όταν άκουσα έντονες ομιλίες να έρχονται από το γραφείο του και στάθηκα ακίνητη κρατώντας την ανάσα μου. Η φωνή του Νικ μα και του Ίθαν ακουγόταν ολοκάθαρα... Δεν ξέρω για ποιο πράγμα μιλούσαν μα ο θυμός στην φωνή του Νικ ήταν φανερός. Ξέχασα και το νερό και όλα, και έκανα ένα βήμα πίσω για να επιστρέψω πάνω όταν άκουσα τον Ίθαν να λέει "πρέπει κάποια στιγμή να της το πεις! Τι προσπαθείς να καταφέρεις έτσι ρε Νικ!". "Την θέλω!" είπε έντονα εκείνος και δεν ξαναμίλησε, ή εάν μίλησε δεν τον άκουσα. Δε ήξερα για τι πράγμα μιλούσαν, μα δεν μπορούσα να καθίσω άλλο εκεί. Γύρισα αθόρυβα στο δωμάτιό μου και κουλουριάστηκα σαν μωρό στο κρεβάτι.
Το πρωί ξύπνησα με πονοκέφαλο μα δεν έβγαιναν τα λόγια του Ίθαν και του Νικ από το μυαλό μου... Μιλούσαν για κάποια γυναίκα; Για ποια; Το μυαλό μου γύριζε γύρω γύρω από το αυτονόητο χωρίς να το βλέπω εκείνη τη στιγμή... Η απειρία μου στις σχέσεις και στους άνδρες δεν με βοηθούσε καθόλου.
Σηκώθηκα αργά και κατέβηκα με τις πιτζάμες στην κουζίνα για να φάω πρωινό. Από την μία ήμουν ενθουσιασμένη, και απο την άλλη, η συμπεριφορά του Νικ με μπέρδευε πολύ. Ήμουν γυναίκα... δεν θα μπορούσα να αρνηθώ ότι ο Νικ ήταν ωραίος άντρας και κάθε θηλυκό θα τον ήθελε πλάι της. Την μία μου φερόταν τρυφερά και αμέσως η διάθεσή του άλλαζε και γινόταν απότομος και άγριος. Με μπέρδευε πολύ αυτό, και ειλικρινά δεν μπορούσα να καταλάβω τι ήθελε. Βασικά... ήξερα τι ήθελε.. το πορτοφόλι... και θα έκανε τα πάντα για να το αποκτήσει... να το παίξει άντρας μου... να κάνει τον ερωτευμένο... Η εκδοχή του να με ήθελε πραγματικά δεν περνούσε καθόλου από το μυαλό μου!
Δεν θα καθόμουν να το αναλύσω πολύ, έφαγα, ντύθηκα και κίνησα για την εξώπορτα. Αυτή τη φορά δεν με σταμάτησε κανείς. Σε λίγα μόλις λεπτά βρέθηκα στο κέντρο της πόλης. Ανακατεύτηκα με τον κόσμο και πραγματικά ένιωσα υπέροχα. Το ραντεβού μου με την Μάρα αργούσε ακόμα, και αποφάσισα να πάω από το μαγαζί του Λούκας. Μου είχε λείψει πολύ ο τρελός φίλος μου και ανυπομονούσα να τον δω... να ακούσω τα νέα του...