κεφάλαιο 14

7K 497 22
                                    

Το πρωί του Σαββάτου η Έλενα είχε ξυπνήσει πρώτη. Κοιμηθηκαν στο διαμέρισμα της και ένιωθε περισσότερη οικειότητα έτσι. Σηκώθηκε και ετοίμασε πρωινό,ένα μπολ με δημητριακά για εκείνην και κρουασάν με καφέ για εκείνον. Ακόμα κοιμόταν. Άνοιξε τη τηλεόραση και πέτυχε ένα πρωιναδικο. Αυτά τα θεωρούσε χάσιμο χρόνου. Θα πήγαινε για τρέξιμο αν ο καιρός ήταν καλύτερος.
Τσέκαρε το κινητό της για τυχόν μηνύματά αλλά δεν είχε κανένα. Τα πρωινά του Σαββάτου όλοι την άφηναν να χαλαρώσει,μακριά από υποθέσεις. Όταν αυτό είναι εφικτό.
Η ανησυχία της για αυτή την υπόθεση όμως δεν την άφηνε να εκμεταλλευτει το χρόνο που της παραχωρουσαν.
Είχε αφαιρεθεί στις σκέψεις τις και δεν είδε το Στέφανο που τη παρακολουθουσε. Την πλησίασε και έκατσε απέναντι της.

Στ : Ξύπνησες πολύ νωρίτερα?

Ελ: Έχει μισή ώρα.

Στ : Γιατί δεν με ξύπνησες?

Ελ : Δεν ήθελα.
Έπιασε ένα κρουασάν από το πιάτο στο τραπέζι και γέμισε το στόμα του. Ακουμπωντας τους αγκώνες στο τραπέζι παρατηρούσε τη κάθε της κίνηση. Τελείωσε τα δημητριακά της και με ελεγχόμενες κινήσεις μάζεψε το μπολ. Θα ήταν πολύ εύκολο για αυτόν να καταστρέψει τον έλεγχο που τόσο πάλευε να του αποδείξει πως είχε. Θα τυλιγε τα μπράτσα του γύρω της και...
Δεν πρόλαβε να ολοκληρώσει τις σκέψεις του και το τηλέφωνο της χτύπησε. Φάνηκε ο αριθμός της Μαρίζας. Χωρίς δισταγμό το σήκωσε.

Στ: Ναι.

Μα: Ναι!?...Έλενα?

Στ : Στέφανος.
Η Έλενα ξεβγαλε τις τελευταίες σαπουναδες, σκούπισε τα χέρια της και πλησίασε να πάρει το τηλέφωνο. Εκείνος όμως σηκώθηκε και την αγνόησε.

Μα: Η Έλενα είναι εκεί?

Στ: Κοιμάται, θες να της πω κάτι?

Μα: Πεστης να με πάρει...

Σ: Καλά, τα λέμε Μαρίζα.
Της το έκλεισε πριν του απαντήσει. Γυρισε προς την Έλενα που τον κοιτούσε προβληματισμενα.

Στ: Είναι Σάββατο και έχω σχέδια μαζί σου...
Είπε απλά.

Ελ: Μόλις ξαπόστειλες τη κολλητή μου.
Το μειδιαμα στη φωνή της τον έκανε να γελάσει. Την ήθελε για το Σάββατο και δεν θα άφηνε κανένα να του χαλάσει τα σχέδια. Την πλησίασε και τύλιξε τα χέρια του γύρω της.

Στ : Σε θέλω...Έχεις καμιά αντίρρηση?

Ελ: Ναι!...Τι και αν-
Την έσπρωξε στο καναπέ. Έπεσε πάνω της και τα φιλιά του την εμπόδισαν να μιλήσει. Χάϊδεψε τα μαλλιά της και ύστερα γλίστρησε το δεξί του χέρι κάτω από τη μπλούζα της. Απολάμβανε τις κινήσεις του και απλώς ακουμπούσε πάνω στο γυμνό του στήθος. Κατέβασε το χέρι του στο κάτω μέρος της πιτζαμας αλλά το κουδούνι δεν του επέτρεψε να συνεχίσει. Σηκώθηκε βλασφυμωντας και άνοιξε τη πόρτα απότομα. Η κ.Παναγιωτα στεκόταν αποσβολωμενη στη πόρτα. Έριξε μια δεύτερη ματιά στο κουδούνι και ύστερα με σοκαρισμενο ύφος κοιταξε την Έλενα που ήταν ακόμα ξάπλα.

Ο δολοφόνος ή ο έρωτας σουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora