Κεφάλαιο 25

5.9K 487 11
                                    

Έμεινε αρκετή ώρα στο μπαλκόνι αν και είχε τελειώσει το τσιγάρο. Δεν τον καταλάβαινε και το έβλεπε στο πρόσωπο της. Ακόμα δεν τον εμπιστευοταν αλλά τον ενδιέφερε περισσότερο η ασφάλεια της. Θα της έλεγε τα πάντα όσο απάνθρωπα και αν τα θεωρούσε και αυτό γιατί κουράστηκε να κρύβεται. Θα ήταν ειλικρινής γιατί αυτό της αξίζει.
Η μουσική του κλαμπ είχε ήδη ξεκινήσει και κόσμος στριμωγνοταν στην είσοδο. Μπήκε στο δωμάτιο και έκλεισε την μπαλκονοπορτα. Τα φώτα ήταν ανοιχτά και η μουσική του κλαμπ ακουγόταν αλλά εκείνη είχε ξαπλώσει. Άφησε το πακέτο με τα τσιγάρα στο κομοδίνο και τράβηξε αργά τη κουβέρτα να την σκεπάσει. Δεν μπορούσε να αντισταθεί στην παρορμηση να την αγγίξει και χαιδεψε απαλά το πρόσωπο της. Ήταν τόσο ωραίο να την ακουμπάει. Δεν είχε όμως το δικαίωμα να ακουμπάει κάτι τόσο όμορφο και το ήξερε. Την άφησε στο δωμάτιο και κατέβηκε στο μπαρ να πιει ένα ποτό. Μόλις άκουσε τη πόρτα να κλείνει άνοιξε αργά τα μάτια της. Δεν μπορούσε να κοιμηθεί και ήθελε να τον αποφύγει. Δεν ένιωθε καλά μαζί του όπως πριν. Απολαμβανε τη μυρωδιά του και ανυπομονουσε κάθε φορά να βρεθεί κοντά του. Τώρα όμως η καρδιά της χτυπούσε γρήγορα γιατι ήταν σαν να μην τον ήξερε. Καταργιοταν τον εαυτό της που τον άφησε να μπει στη ζωή της. Τον ήξερε μόνο δύο εβδομάδες, καταργιοταν που ενιωθε ακόμα έτσι αν και ξέρει ότι είναι ένας δολοφόνος. Τα μάτια της βουρκωναν στη σκέψη του τελευταίου μήνα. Ότι είχαν κάνει μαζί σε αυτό το λίγο διάστημα περνούσε μπροστά της σαν ταινία. Έκλεισε τα μάτια της σφιχτά και θα ορκιζοταν ότι βρίσκονται ακόμα στη Κόρινθο και αυτός της ψιθυρίζει πως πρέπει να πηδηξει. Όλα είναι τόσο φρέσκα.Και για αυτήν και για την Μαρίζα. Θυμόταν την κουβέντα τους, ήταν φοβισμένη. Θυμόταν ακόμη ότι θα πήγαινε στην αστυνομία. Πρέπει να την προειδοποιήσει, αλλά το κινητό της το έχει ο Στέφανος. Θα του το ζητούσε πρωί. Πίστευε ότι δεν θα μπορούσε να κοιμηθεί όλο το βράδυ αλλά τελικά κοιμήθηκε. Κοιμήθηκε αργά και ο Στέφανος δεν είχε επιστρέψει. Δεν ανησυχούσε όμως, όχι πλέον. Στο όνειρο της είδε ότι και την προηγούμενη φορά. Πάλι έτρεχε, πάλι δεν μπορούσε να σώσει εκείνον που πέθαινε, αυτή τη φορά όμως έφτασε πιο κοντά καθάριζε το αίμα από το πρόσωπο του αλλά δεν τον αναγνωριζε. Πετάχτηκε και έκλεισε το πρόσωπο της στις παλάμες της. Μόνο η ανάσα της ακούγονταν στο δωμάτιο και ήταν μόνη στο κρεβάτι. Το φως έμπαινε στο δωμάτιο από τις ανοιχτές κουρτίνες και αποφάσισε να κατέβει στο μπαρ. Ήταν σίγουρη, δεν γύρισε καθόλου στο δωμάτιο και αυτό την έκανε να αναρωτιέται που μπορεί να πήγε, αν κοιμήθηκε. Γλίστρησε απ' το κρεβάτι και έψαξε στη βαλίτσα. Ντύθηκε και έκλεισε τη πόρτα του δωματίου πίσω της. Όταν κατέβαινε τις σκάλες τον εντόπισε. Καθόταν ήρεμος στο μπαρ και έπινε τον καφέ του.

Ο δολοφόνος ή ο έρωτας σουDonde viven las historias. Descúbrelo ahora