Κεφάλαιο 2

117 11 10
                                    

Όμηρος.

Είχα εξαωρο όμως δεν έφυγα από το σχολείο. Έμεινα στο προαύλιο να περιμένω. Κρατώ το βιβλίο των μαθηματικών. Διαβάζω. Αύριο το πρωί γράφω διαγώνισμα στο φροντιστήριο. Φέτος είναι οι Πανελλήνιες εξετάσεις. Μην απορείτε για την ηλικία όλων. Εγώ είμαι ένα χρόνο μεγαλύτερος από την Ελβίρα, τον Ολύμπιο και την Φοίβη. Παρά όλα αυτά, από παιδιά που ήμασταν, στο νηπιαγωγείο ακόμη, κάναμε παρέα. Γνωρίζονται και οι οικογένειές μας. Κρατιούνται εύκολα έτσι οι φιλίες. Στην αρχή της έβδομης ώρας πήγα στο γραφείο του διευθυντή. Έπρεπε να κανονίσω κάποια πράγματα για την πενταημερη. Θα παμε λίγο πριν τα Χριστούγεννα.

Ευτυχώς το κουδούνι δεν αργεί να χτυπήσει. Η Φοίβη είχε θρησκευτικά που σημαίνει ότι θα αργήσει λίγο να βγει. Πιάνω λοιπόν τον αντιπρόεδρο και του λέω πως θα αναλάβει τα καθήκοντά μου αύριο στο πάρτι. Φαίνεται να χαίρεται ιδιαίτερα. Η Φοίβη κατεβαίνει την σκάλα και χαμογελάει όταν με βλέπει. Ακολουθούν ο Ολύμπιος με την Ελβίρα που ακόμη τσακώνονται.

"Δεν βαρέθηκαν;" ρωτάω

"Μπα. Μπορούν να το κάνουν όλη την ημέρα αυτό." Γελάει η Φοίβη.

Πιανομαστε χέρι χέρι και πηγαίνουμε προς το σπίτι της. Και Το δικό μου είναι εκεί κοντά.

"Τι ταινία θέλεις να φέρω αύριο;" ρωτάω

"Ότι ταινία θέλεις. Έτσι κι αλλιώς βλέπω τα πάντα. Εμπιστεύομαι το γούστο σου." Εξηγεί.

"Χμμ μπορώ να το εκμεταλλευτώ αυτό εάν θέλω." Λέω γελώντας κι εκείνη με κοιτάζει με μισόκλειστα μάτια.

"Φέρε ό,τι θέλεις. Πραγματικά... Τι ώρα θα έρθεις;" ρωτάει

"Κοίτα εγώ το μόνο που έχω να κάνω αύριο, είναι να πάω στο φροντιστήριο που γράφω μαθηματικά 11-1:30. Α κι έχω προπόνηση στίβου 5 με 7. Από κει και πέρα είμαι ελεύθερος." Εξηγώ.

"Δηλαδή θα σε δω στο φροντιστήριο το πρωί. Εγώ έχω 9 με 11. Μετά έχω χορό. Από τις 12 μέχρι τις 3. Διάλειμμα για φαγητό από τις 3 μέχρι τις 5. Να προλάβουμε να χωνέψουμε και το φαγητό. Και συνέχεια 5 με 9." Λέει και φρικάρω.

"Μα καλά έχετε 7 ώρες κάθε Σάββατο;" ρωτάω έκπληκτος.

"Εμ έτσι είναι το επαγγελματικο μπαλέτο." Εξηγεί γελώντας με την έκπληξή μου.

Έχουμε φτάσει στο σπίτι της.

"Θα τα πούμε αύριο." Της λέω και πάω να φύγω.

"Έι κάτι ξέχασες" Λέει.

Ξέχασα την αγκαλιά μας. Κάθε Παρασκευή μεσημέρι κάνουμε μια μεγάλη αγκαλιά. Συνήθως δεν βρισκόμαστε τα Σαββατοκύριακα λόγο διαβάσματος.

Την Αγκαλιάζω. Με αγκαλιάζει σφιχτά.

"Θα σε δω αύριο." Λέει και μου δίνει ένα πεταχτο φιλί στο μάγουλο.

Με μικρά πηδηματάκια ανέβηκε τα σκαλιά της αυλής της κι έφτασε στην πόρτα.

Τώρα πρέπει να σκεφτώ και τι ταινία να φέρω αύριο.

Πηγαίνω στο σπίτι μου. Αφήνω την τσάντα στο δωμάτιό μου και πηγαίνω στην κουζίνα αφού το φαγητό είναι έτοιμο. Αρχίζω να τρώω με την οικογένειά μου.

"Ελπίζω να θυμάσαι πως αύριο είναι ο γάμος της θείας Καλλιόπης. " Λέει η μητέρα μου.

"Φεύγουμε απόψε." Θυμίζει ο πατέρας

Το είχα ξεχάσει τελείως αυτό.

"Σου έχω αφήσει φαγητό. Για τρεις μέρες. Την Δευτέρα θα είμαστε εδώ." Είπε η μητέρα.

"Ναι.... Εμ μαμά ήθελα να σε ρωτήσω..." είπα

" Τι είναι παιδί μου;" ρώτησε

"Μήπως μπορώ αύριο να μείνω στην κύρια Έφη και τον κύριο Χρήστο;" ρώτησα.

"Θα μιλήσω εγώ μαζί της κι αν συμφωνεί, μπορείς να μείνεις." Λέει

"Ευχαριστώ μαμά. Πάω να συνεχίσω το διάβασμα." Λέω παίρνοντας μια φέτα του τοστ και πηγαίνοντας στο δωμάτιό μου. Φασολάδα είχαμε. Προφανώς και θα έμενα νηστικός. 😂

Φοίβη.

Μπαίνω στο σπίτι. Πηγαίνω κατευθείαν στην κουζίνα. Κοιτώ τι φαγητό έχουμε. Φακές στην κατσαρόλα. Ωραίες οι φακές από τα αγαπημένα μου. Η μαμά στρώνει τραπέζι ενώ εγώ πηγαίνω να πλύνω χέρια και να αλλάξω ρούχα. Επιστρέφω στην κουζίνα όπου οι γονείς μου ήδη Κάθισαν στο τραπέζι.

"Φοίβη, ελπίζω να θυμάσαι το μνημόσυνο του θείου Νοντα." Λέει η Μαμά και παίρνω μια αντίδραση μέσα στην απορία.

"Εκείνος που έμενε στην Καλαμάτα." Εξηγεί ο πατέρας.

"Εκείνος που πέθανε στα 110;" ρωτάω γελώντας.

"Μην γελάς παιδί μου. Ντροπή. Θα παμε για το μνημόσυνο στην Καλαμάτα. Και επί την ευκαιρία θα περάσουμε κι από την θεία Σταθουλα να της ευχηθούμε για την ξαδέρφη σου." Εξηγεί η μαμά.

"Να πάτε. Τα χαιρετίσματά μου.... Α μαμά να σου πω.... Μπορεί να μείνει ο Όμηρος εδώ αύριο;" ρωτάω

"Και θα είστε μόνοι οι δυο σας όλο το βράδυ; " ρώτησε ο Μπαμπάς εντρομος.

"Σιγά μωρέ μπαμπά. Μια ταινία θα δούμε. Άντε να φάμε και τίποτα. Θα είμαστε ήσυχοι. Σας παρακαλώ." Άρχισα να λέω με τη φωνή της γκρίνιας

Οι γονείς μου Κοιταχτηκαν.

"Άντε καλά. Ας μείνει. Αλλά σήμερα θα μείνεις στην Λίζα." Λέει η Μαμά

"Ευχαριστώ πολύ." Λέω και τους Αγκαλιάζω και τους δύο.

Τι Γίνεται Με Εμάς; 2 Where stories live. Discover now