Κεφάλαιο 28.

86 6 2
                                    

Όμηρος.

Είμαστε στο σπίτι του Οδυσσέα. Ένα μαύρο τζιπ με φιμε τζάμια είναι παρκαρισμένο στη γειτονιά. Ο Οδυσσέας δεν βγαίνει από το σπίτι. Πριν λίγο έλαβε ένα τηλεφώνημα που έλεγε πως το μεγαλύτερο κακό θα το πάθουν εκείνοι που αγαπά περισσότερο. Έχει καθίσει στον καναπέ. Στηρίζει το κεφάλι με τα χέρια του που ακουμπούν στα γόνατα. Νιώθω την ίδια ακριβώς ταραχή κι ένα άγχος με καταβάλει.

"Μην σκας μωρέ Οδυσσέα. Αφού το κανόνισαν τα αδέρφια σου. Θα έρθεις μαζί μου στην Αθήνα." Είπα
"Δεν θα έρθω στην Αθήνα. Δεν μπορώ να αφήσω την Φοίβη." Είπε.
"Θα έρθει να μας βρει. Σε έναν χρόνο τελειώνει κι εκείνη το σχολείο." Εξήγησα.
"Όχι. Περισσότερο φοβάμαι για εκείνη." Είπε κι άρχισα να μην τον καταλαβαίνω.
"Τι εννοείς;" ρώτησα
"Για να με βρήκαν πάει να πει ότι με έψαχναν. Σίγουρα ξέρουν για εκείνη. Και θέλουν το κακό της. Εμένα θέλουν όμως. Όχι εκείνη. Καλύτερα να "πάω" εγώ παρά εκείνη." Είπε κι ένα δάκρυ έτρεξε. Χτύπησε το κουδούνι. Πήγα στην πόρτα. Άνοιξα. Ηταν η Φοίβη. Έδειχνε κουρασμένη. Πλησίασε τον Οδυσσέα.

"Οδυσσέα μου τι έγινε; Όμηρε γιατί είναι δακρυσμενος;" ρώτησε η Φοίβη ανήσυχη.
"Σε αγαπάω πάρα πολύ. Θέλω να το ξέρεις αυτό." Είπε ο Οδυσσέας και την αγκαλιασε. Η φωνή του ήταν αλλιωμένη. Δακριζαν και οι δύο. Η Φοίβη ένιωθε πως κάτι υπήρχε που εμπόδιζε την ευτυχία. Έμεινα αρκετή ώρα αγκαλιά. Έλεγαν λόγια γλυκά. Βούρκωσα ακούγοντάς τους. Σαν να ξέραμε.

"Σηκωθειτε. Απόψε γιορτάζουμε. Δεν κλαίμε άλλο." Είπε. Πήγε και φόρεσε τα καλά του. Έμεινα μόνος με την Φοίβη.

"Θα τον χάσω;" ρώτησε η Φοίβη.
"Δεν ξέρω τίποτα πλέον." Είπα. Καθίσαμε λιγάκι. Η Φοίβη έπιασε το στόμα της κι έτρεξε στο μπάνιο. Σε δύο λεπτά ήταν ξανά έξω.

"Λοιπόν, είστε έτοιμοι να φύγουμε;" ρώτησε ο Οδυσσέας. Τον πλησίασα.
"Είσαι σίγουρος;" ρώτησα
"Ναι." Είπε κοφτά. Φύγαμε από το σπίτι. Πήγαμε σε μια κοντινή ταβέρνα. Ήρθε και η Ελβίρα με τον Ολύμπιο. Θυμηθήκαμε πολλές καλές στιγμές. Ομαδικές στιγμές. Όπως για παράδειγμα τη συμμετοχή μας στη μαθητική συναυλία, την αποθέωση από τον κόσμο. Τα σχολικά πάρτι, το καλοκαιρινό μπάνιο στη θάλασσα, το μπάνιο που είχαμε κάνει με το ζόρι στο ποτάμι, τα γέλια μας και την κάθε μας στιγμή.

Μείναμε για αρκετή ώρα στην ταβέρνα. Ήμασταν όλοι περιποιημένοι σήμερα. Τυχαία. Αποφασίσαμε να βγάλουμε μια φωτογραφία. Μια ομαδική φωτογραφία. Η πρώτη και τελευταία μας φωτογραφία σαν παρέα. Στον δρόμο για το σπίτι, προχωρήσαμε ο Οδυσσέας, η Φοίβη κι εγώ. Ο Ολύμπιος και η Ελβίρα πήγαν από άλλο δρόμο.

Ήταν αρκετά σκοτεινά. Η κολόνες της ΔΕΗ ήταν αραιές. Περπατούσαμε. Όταν ξαφνικά το εκτυφλωτικό φως του τζιπ μας φώτισε. Το μαύρο τζάμι κατέβηκε και ένα όπλο βγήκε. Σημαδεύει την Φοίβη. Πατάει την σκανδάλη. Ο Οδυσσέας μπαίνει μπροστά. Το αυτοκίνητο φεύγει. Η Φοίβη λιποθυμά. Ο Οδυσσέας πέφτει σιγά σιγά. Έχω παγώσει. Τρέχω κοντά του. Καλώ ασθενοφόρο.

"Την έσωσα, αδερφέ. Θα γίνει καλά." Είπε με δυσκολία.
"Πληγώθηκες εσύ όμως." Είπα.
"Άσε με εμένα. Έτσι ήρθα, έτσι φεύγω, απότομα και ξαφνικά. Συγχώρεσέ με που  έφερα τα άνω κάτω στις ζωές σας." Λέει.
"Τι λες τώρα;" λέω
"Σε παρακαλώ να προσέχεις την Φοίβη και το παιδί. Να τους προστατεύεις και να το νιώθεις σαν δικό σου παιδί. Όλοι να μάθουν πως είναι δικό σου παιδί. Σε παρακαλώ. Ξέρω πως την αγαπάς. Κράτα την κοντά σου όσο μπορείς. Συνεχίστε από εκεί που το αφήσατε. Σε παρακαλώ." Είπε.
"Ποιο παιδί;" ρώτησα
"Το παιδάκι μου. Σας αγαπάω πολύ όλους. Θα γίνω ο φύλακας άγγελός σας.... Σας παρακαλώ.... Συγγνώμη.." Ειπε σιγανά.
"Όμηρε... 24 04... Να το θυμάσαι." Είπε κι έσβησε μέσα στα χέρια μου.

Ένιωσα να με μαχαιρωνουν. Λένε πως τα δίδυμα αδέρφια είναι δεμένα για όλη τους τη ζωή. Ίσως για αυτό νιώθω μαχαιριές σε όλο μου το σώμα. Ουρλιαζω. Δεν μπορώ να κρατηθώ. Λυγμοί, δάκρυα και οργή. Αυτό είμαι τώρα. Το ασθενοφόρο ήρθε. Τι φορείο πήρε την Φοίβη. Σε μια "σακούλα" βάλανε τον Οδυσσέα κι έκλεισαν το φερμουάρ. Εκεί έσπασε κι ένα μεγάλο κομμάτι μέσα μου.

Τι Γίνεται Με Εμάς; 2 Where stories live. Discover now