Κεφάλαιο 47

167 41 13
                                    

-Θέλεις να σε πετάξω κάπου; Δεν μου φαίνεσαι καλά.

-Όχι, σ' ευχαριστώ Αλέξανδρε, ευτυχώς μπορώ να οδηγήσω.

-Σίγουρα;

-Σίγουρα λέμε! Άντε θα φύγω τώρα, δεν έχω καμία όρεξη να μπω ξανά στη θάλασσα. Ειδικά μετά από αυτό που έπαθα.

-Όπως επιθυμείς.

-Και πάλι ευχαριστώ, Αλέξανδρε, πραγματικά δεν ξέρω τι θα έκανα αν ήμουν μόνη μου εδώ, αν δεν ήσουν εσύ. Μ' έσωσες!

-Και θα το ξανάκανα, όπως ο καθένας μας πιστεύω. Δεν κάνει τίποτα Μήνα, να 'σαι καλά.

-Γεια σου. Ελπίζω να τα ξαναπούμε!

-Μακάρι. Να πας στο καλό.

Η Μήνα έφυγε και τον άφησε στη μοναξιά του. Έμοιαζε τόσο με τη Ρεβέκκα, που για μια στιγμή νόμιζε πως ήταν αυτή, στα μάτια της έβλεπε εκείνη τη γυναίκα.

Άραγε, θα τη συναντούσε ξανά; Θα ήταν τυχερός; Αναστέναξε και έβαλε μπρος το αυτοκίνητο του. Τώρα είχε να γυρίσει πίσω, στη βίλα, να αντιμετωπίσει τη γυναίκα του. Τι θα της έλεγε και πως θα προχωρούσαν από εδώ και πέρα; Δεν ήξερε.

Ίσως να έπρεπε να κάνουν μια σοβαρή συζήτηση πρώτα, να ξεκαθαρίσουν κάποια πραγματικά. Για αρχή αυτό ήταν το βασικό, αν ήθελαν να σώσουν τη σχέση τους.

Στο μεταξύ η Λήδα, καθόταν σε αναμμένα κάρβουνα. Που ήταν ο Αλέξανδρος τόσες ώρες; Τι σκεφτόταν άραγε και τι θα αποφάσιζε αργότερα; Πολλά ερωτήματα κλωθογυρνούσαν στο μυαλό της κι όσο πλήθαιναν τα ερωτήματα, τόσο μεγάλωνε και η αγωνία.

Γαμώτο. Αυτό που την τρέλαινε περισσότερο ήταν ότι δεν μπορούσε να μπει στη σκέψη του, δεν μπορούσε να την ελέγξει ούτε λίγο. Τι να κάνει;

Βγήκε από το δωμάτιο της και χτύπησε τη πόρτα της Ερωφίλης. Καμία απάντηση ως συνήθως.

Την βρήκε να διαβάζει ένα βιβλίο.

-Παιδί μου; Όλα καλά;

-Ναι.

-Τι διαβάζεις;

Η Ερωφίλη της έδειξε το βιβλίο Ιστορίας.

-Παιδί μου, όπως ξέρεις δεν θα συνεχίσεις το σχολείο, μετά από όσα έγιναν. Αλλά μπορούμε να φέρουμε καθηγητή στο σπίτι, μη χάσεις τη τάξη. Θες να το κανονίσουμε, σύντομα;

-Ναι.

-Ωραία. Αγάπη μου, θες να φύγω; Θα διαβάσεις;

Η Ερωφίλη κούνησε το κεφάλι της.

Απώλεια {TYS17}Nơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ