~ Αγώνας Δίχως Νικητή ~Μια ακόμα σύγκρουση, μια ακόμα νίκη με συγκρατούσε μακριά από τον τίτλο του "Νικητή Των Αγώνων". Σκληρή μάχη. Ο Τζέιμ Οτμορ, ο τελευταίος μας αντίπαλος, δεν θα μου χαριζόταν τόσο εύκολα. Όσο για τον μαύρο του επιβήτορα του "Φονιά", αυτό το ζώο ήταν γνωστό στο Βασίλειο του Δάσους για το "ταυρίσιο" βήμα του. Από την άλλη ο αναβάτης ήταν ακόμα πιο... Φιλόδοξες και επιθετικός.
Στην επόμενη σύγκρουση μου έπεσε το κράνος. Το χτύπημα με το σπαθί του δέχτηκα ήταν πιο δυνατό απ' ότι περίμενα. Ειδικά εκείνο άτι έπεσε κυριολεκτικά καταπάνω μου! Ο Ανώνυμος ξαναβρίκε το βήμα του ανοίγοντας διάπλατα τα πόδια του σαν ένα λιοντάρι γατζωμένο με μανία πάνω σε ένα βράχο.
-Οοοο! Αυτό πράγματι είναι ταυρίσια επίθεση! Φώναξα ενθουσιασμένος ενώ από το πρόσωπο μου έρεε αίμα λόγο των συνεχών συγκρούσεων. Το αίμα είχε γίνει ένα με το καστανό μαλλί μου και κολλούσε αφόρητα. Δεν ήταν κάτι το σοβαρό παρόλο αυτά, εξάλλου ήμουν συνηθισμένος σε τέτοιους μικροτραυματισμούς...
-Πάμε άλλη μία. Ψιθύρισα στον Ανώνυμο. Εκείνος είχε τα αυτιά του καρφωμένα εστιάζοντας στο εχθρικό άτι - επόμενο θύμα του. Και ξέρετε τι λένε: "Όπου παν' τα αυτιά του αλόγου πάνε και τα μάτια του παρέα".
Το άλογο του αντιπάλου ζητούσε απεγνωσμένα δεύτερη ευκαιρία. Κλοτσούσε μανιασμένα, ίσα που μπορούσε αν το συγκρατήσει ο ιππέας του.
+Πολύ χρήσιμο συμπέρασμα. Μμμ... Για να δούμε τώρα που θα μας χρησιμεύσει.
-Παραδίνεσαι; Με ρώτησε ο άνδρας δηλώνοντας το καπάκι του κράνους του για να με δει καθαρά. Η ειρωνία στα γαλάζια μάτια του ήταν ολοφάνερη. Η σκέψεις μου είχαν πάρει ήδη δρόμο για τους στόχους του.
+Ξανθός, ψηλός, γυμνασμένος. Χεχε τέλειος θα έλεγες μνηστήρας...
Σκέφτηκα και δεν είχα άδικο. Αν έπεφτα και νικούσε την πριγκίπισσα θα είχε πρώτα πρώτα στο νου.
-Μπα δεν το νομίζω. Του αποκρίθηκα ενώ έσφιξα το σπαθί στο χέρι μου. Με το αριστερό σκούπισα τον ιδρώτα μου.
-Τότε ώρα να προσγειωθείς φίδι! Φώναξε και μου επιτέθηκε.
Εγώ είχα κερδίσει τον χρόνο που έψαχνα. Ο Ανώνυμος
-σωστός ταυρομάχος- ξέφυγε από την οργή του θηρίου καθώς εγώ επέκρουα αποτελεσματικά το σπαθί του ιππότη που έρχονταν με μανία στο πρόσωπο μου. Χάρης το τέλειο συντονισμό αντέξαμε λίγο ακόμα το άγριο πόλεμο. Επιπλέον απομακρυνθήκαμε από το κέντρο του κύκλου που είχε στηθεί για τον αγώνα και πλησιάσαμε την γραμμή. Έπρεπε να ανασυνταχθούμε.
-Οξύθυμοι είναι και οι δύο. Ανέφερα στο σύντροφό μου. Θα με πείτε τρελό αλλά το κατοικίδιο μου χλιμίντισε συμφωνώντας με τον τρόπο του.
-Δουλειά μας είναι να τους εξοργίσουμε. Το σχέδιο καταχωρηθεί.
+Ωραία... Ώρα λοιπόν για την δεύτερη βάση: Υλοποιήσει.
Ο Οτμορ μην έχοντας καθόλου υπομονή χτύπησε τα καπούλια του αλόγου του με μανία. Δεν χρειαζόταν κάτι παραπάνω για τον Φονιά. Έτρεξε φρουρτουνιασμένος χείμαρρος έχοντας έναν μόνο υπέρτατο σκοπό. Τούτη επίθεση ήταν δύο φορές χειρότερη από την προηγούμενη.
Έπρεπε να συντονιστούμε απόλυτα για να αποκτήσουμε την γλυκιά γεύση της νίκης. Γνωρίζοντας τις αδυναμίες και τα πρωτερήματά μας δράσαμε ανάλογα: Ο Ανώνυμος γοργόποδος έτρεξε και πάλι αποφεύγοντας το ευθύ χτύπημα ενώ εγώ απέκρουσα το όπλο που είχε στραφεί εναντίον μας. Τα ξύφη μας συγκρούστηκαν άγρια και ο ήχος από το γδαρμένο μέταλλο αντηχούσε βγάζοντας στην επιφάνεια το οξύ και τρανταχτό ήχο ισοπεδώνοντας τα τύμπανα του αυτιού μου. Ένας ήχος που προκαλούσε ανατριχίλα και αναπόφευκτα θέαμα στο λαό.
Ξανά και ξανά εγώ κι ο Ανώνυμος ακολουθούσαμε μια επαναλαμβανόμενη στρατηγική: μονάχα αποφύγει. Αυτό διατηρήθηκε για αρκετές φορές. Μία μετά την άλλη ο εκνευρισμός ήταν τόσο φανερός που θα έβγαζε και μάτι. Ο Τζείμ Οτμορ δεν σταματούσε να μας βρίζει δεν πέσαμε όμως στην παγίδα μου, αντίθετα εκείνος έπεσε. Οι κατάρες έπεφταν βροχή και το άλογο χτυπούσε κι εκείνο εξοργισμένο τις οπλές του στο έδαφος.
+Το καημένο το χώμα. Πραγματικά δεν θα ήθελα να είμαι στην θέση του.
Ενώ γελούσα μόνο μου παρατηρούσα όλο ένα την εξέλιξη γύρω μας. Οι κινήσεις τους λόγο του θυμού τους γινόντουσαν όλο και πιο αγάπες δίχως σκέψη και ουσία αφήνοντας ελεύθερο το πεδίο για σοβαρά χτυπήματα. Όμως περίμενα... Περίμενα ένα λάθος σοβαρό και ικανό να μου δώσει την πολυπόθητη σίγουρη νίκη. Το σχέδιο θα πήγαινε στράφι αν δεν συγκρατούσαμε να νεύρα μας -κι αυτό βέβαια κάναμε.
Στην επόμενη συμπλοκή το να τον χτυπήσω ήταν σκέτος πειρασμός.
+Ήρθε η ώρα σου μεγάλε...
Η άκρη του σπαθιού μου μπορεί να μην ήταν μυτερή αλλά θα έκανε την αναγκαία δουλειά την να τον στείλει απευθείας στο χώμα το πολυπονεμένο αν δεν διαπίστωνα την εξέλιξη πίσω μου. Ο Τζειμ βλέποντας με να έχω το βλέμμα μου στραμμένο άλλου με ένα χτύπημα πέταξε κάτω από την σέλα. Έπεσε μεν και το κεφάλι μου πονούσε φοβερά αλλά έλα που δε η σκέψη μου παρέμενε αποσβολωμένη στο πλήθος.
Άνδρες με τόξα κ;ι σπαθιά επιτέθηκαν από το πουθενά στους αθώους πολίτες! Τόση ώρα παλεύοντας σαν τα ζώα δεν είχαμε πάρει είδηση το τι γινόταν. Αλληλοκοιταχτήκαμε για δευτερόλεπτα κι αμέσως να βοηθήσουμε πετώντας στο έδαφος τα ξύλινα σπαθιά μας. Βρίκα και άρπαξα από έδαφος το πραγματικό μου σπαθί. Ευτυχώς δεν το είχαν κλέψει. Έβγαλα το ξίφος απο το θηκάρι.
-Η αληθινή μάχη τώρα ξεκινάει! Φώναξα και ο Ανώνυμος περιχαρής και σηκώθηκε στα πίσω του πόδια.***
(Την ίδια στιγμή)Στην εξέδρα επικρατούσε το πανδαιμόνιο. Είχε μετατραπεί σε πραγματικό πεδίο μάχης. Ο Πρίγκιπας Πέτρος προσπαθούσε απεγνωσμένα να συγκρατήσει την Ία ενώ ο βασιλιάς Φοινίκ πολεμούσε γενναία στο πλευρό της κόρης του. Είχε μοιάσει και εκείνη στην μητέρα της: Αδάμαστη, επικίνδυνη και σβέλτη σκότωνε όσους άνδρες είχαν στηθεί ενάντια στο λαό της. Πιο δίπλα ο γέρο- Βαρόνος κρατούσε κι αυτός σπαθί παρά τα γερατιά του. Μαζί του ο πιστός Μέιτζερ -έχοντας πάρει διαταγή από τον βασιλιά- πολεμούσε σε απόσταση αναπνοής προσπατεύοντάς τον από τυχόν κίνδυνο.
Ήταν θεότρελο! Από το πουθενά κανονικοί χωριάτες μετατράπηκαν σε αδίστακτους επιδρομείς. Δεν υπήρχε αμφιβολία. Τούτο το μακελειό έπρεπε να ήταν προγραμματισμένο να γίνει. Οι μισθοφόροι κατά τη γνώμη μου ήξερα πολύ καλά τι έκανα δεν φορούσε στολή και δεν άνηκαν σε καμία κοινωνική ομάδα αντίθετα είχαν εξαπλωθεί παντού στο χώρο! Ήταν πολλοί, οργανωμένοι και μάλιστα εξοπλισμένοι με πολύ περιζήτητο εξοπλισμό. Ο Πέτρος ήταν ο πρώτος που διαπίστωσε το κοινό τους σημείο:
-Μεγαλειότατε! Φώναξε. Κοιτάξτε τα όπλα τους! Είπε και πέταξε μπροστά στα πόδια του βασιλιά μια σιδερένια λόγχη. Παράλληλα συνέχισε να πολεμάς με θάρρος. Ο τωρινός του αντίπαλος; Ένα άνδρας με τσεκούρι...
Πράγματι ο πρίγκιπας είχε δίκιο. Ο Φοίνικ μάζεψε το φονικό όπλο και διαπίστωσε επίσης το ίδιο ακριβώς πράγμα.
-Βόρειο μέταλλο. Ψιθύρισε. Παρατηρώντας το όμως έμελλε να κινδυνεύσει υπερβολικά. Έχοντας το νου του πάνω στην αιματοβαμμένη λόγχη δεν πρόσεξε το τοξότη που τον στόχευε κι ας το πρόσεξε κάποιος άλλος.
-ΠΑΤΈΡΑ! Φώναξε ο Πέτρος έντρομος και μπήκε μπροστά του πρόχνωντάς τον μακριά από το σημείο βολής. Το βέλος πέτυχε τέλικα δίχως κόπο εκείνον, στο σημείο του λαιμού. Η φωνή πόνου και θλίψης και δεν βγήκε από το στόμα του αλλά από την οικογένεια του.
-Όχι! Φώναξε ταυτόχρονα η Ισημερία και ο βασιλιάς Φοινίκ. Ο Πέτρος ψύχραιμος τράβηξε με μανία το βέλος δίχως συλλογισμό. Παράτησε ενώ αίμα πηχτό ξεχείθηκε.
-Να πάρει! Μας επιτίθονται... Είπε μονάχα πριν πέσει νεκρός στο δάπεδο.
ВЫ ЧИТАЕТЕ
Στα Ίχνη του Φοίνικα: Πορφυρό Κόκκινο [1 Βιβλίο]
БоевикΗ Κάρλια εδώ και χρόνια βιώνει την χρυσή της εποχή. Τα Τέσσερα Βασιλεία του νησιού συνυπάρχουν ειρηνικά, δίχως εντάσεις, όμως τα ΠΑΝΤΑ κρέμονται από μια λεπτή κλωστή. Ένα ον -μεν αθάνατο αλλά όχι άτρωτο- προφυλάσσει τον τόπο απ' όλη καταστροφή. Κανέ...