°° 31 °°

2 1 0
                                    


~ Μόνος ~

~ Μέσα από τα μάτια του Φοίνικ ~


Ήταν προχωρημένη ώρα, αργά το βράδυ. Πλησίαζε ξημέρωμα. Ευτυχώς ο Μέιτζερ δέχτηκε να με συντροφεύσει γλιτώνοντάς με από το να ξυπνήσω κάποιον που κοιμόταν (εφόσον αυτός ήταν ήδη ξύπνιος όταν σηκώθηκα).σε καμία περίπτωση δεν επιθυμούσε η αϋπνία μου να στερήσει τον ύπνο κάποιου και ιδιαίτερα της κόρης μου.
Ένα βήμα μετά το άλλο οι βουτιές μου δούλευε στο μουσκεμένο γρασίδι. Άλλοτε έβρεχε άλλοτε χιόνι και από την άλλη δουλειές και υποχρεώσεις με απομάκρυνε, όχι όμως απόψε. Ο δρόμος είχε μονόδρομη πορεία. Η νταντά την οποία κρατούσε ο πιστός συμβουλάτορας μου μόνο άχρηστη δεν ήταν.
Ένα βήμα μετά το άλλο και έβλεπα τη ζωή μου να περνά ανάμεσά μου. Τα δέντρα λιγόστευαν καθαρίζοντας το θολό τοπίο. Ήμουν εκεί που ζήτησε να βρίσκομαι και αντί να δεχτώ την παρηγοριά το κλίμα ήταν το ίδιο επίπονο όπως με πριν. Ο Μέιτζερ στιβαρός σε μια γωνιά να με κοιτά με κλεφτές ματιές γεμάτες κατανόηση. Φοβόταν για μένα παρά ανησυχούσε.
-Θα είμαι καλά. Του είπα χτυπώντας τον καθησυχαστικά στον ώμο.
Ήμουν; Μεγάλη η λέξη για να σιγουρευτώ πως πράγματι αυτό ζητούσαν. Δεν διέκρινα σε ποια από οι δύο γραμμές πλέον βάδιζαν. Το τοπίο στην καρδιά μου ήταν θολό και η πυξίδα μου χαλασμένη.
Πήρα την δεύτερη δάδα που κρατούσε ο νεαρός και περπάτησα λίγο μονάχος μου. Εγώ εκείνο το βαρύ φορτίο και ας μη κρατούσα υπερβολικό βάρος στα χέρια μου. Κάθε τάφος σε αυτό το χώρο τους συνόδευε μία μακρά ανάμνηση και ένα πικρό τέλος... Στους περισσότερους δεν υπήρχαν οστά, ήταν απλώς αντίγραφο για όταν δεν ήμουν στον Βορρά. Τους παρατηρούσα έναν προς έναν.
ΣΑΟΥΛ έγγραφα Ίμια επιγραφή και διπλά κολλητά ο τάφος έγραφε ΜΙΡΑΝΤΑ. Χαμένοι και αυτοί στο χρόνο...
Ο Μέιτζερ για χάρη μου άφησα μία Μαργαρίτα στον καθένα όπως και εγώ άφηνα σαν μην ο μικρός μία στο κατόπι του σπιτιού τους καθώς έφευγε με συνοδεία για το παλάτι. Απέναντί μου άλλοι τρεις. Στο κέντρο η μητέρα μου, ΙΖΑΜΠΈΛΑ, που ελάχιστα θυμόμουν και αυτά που γνωρίζω τα οφείλω σε έναν καλό μου φίλο. Δεν την είχα σχεδόν ποτέ. Πέθανε στη γέννα από δηλητήριο. Άλλη ιστορία και αυτή... Ανάμεσα της υπήρχαν άλλοι δύο τάφοι: ΚΑΜΕΡΟΝ στα δεξιά και ΛΙΤΣΒΕΡ στα αριστερά. Φέτος και βιολογικός μου πατέρας. Δύο αδέλφια, ο ένας είχε φύγει από το χέρι του άλλου κι ο δεύτερος ισοπεδώθηκε από το ίδιο του το παρελθόν. Ξεφύσησα.
Ξημέρωνε και το λυκόφως χάιδευε τα άστρα του ουρανού που ακόμα αχνοφαίνονταν. Έτσι ακριβώς και το πρόσωπο του θετού μου πατέρα παρουσιαζόταν ξεθωριασμένο στη μνήμη μου αν και τόσο είχε συνεισφέρει. Από την άλλη το αγριωπό παρουσιαστικό του Λίτσβερ δεν έλεγε να το ξεχάσω. Θυμάμαι παλιά πως όλοι παίξαμε την τύχη μας στη νύχτα της φωτιάς και βουτήξαμε στην κόλαση, μα μόνο ενός η οργή του τον έκαψε. Θέριεψε κι με έναν αντάξιο σύμμαχο στο πλάι μας τελικά κατέρρευσε.
-Συγχώρεσε την μητέρα... Την παρακάλεσα αφήνοντας της ένα κόκκινο τριαντάφυλλο. Πόσες φορές είχα ακούσει τον Κάμερον να λέει πως τα λατρεύω. Σε εκείνον παρέδωσα ένα κίτρινο, το φως του οδηγού μου στην ζωή.
-Πατέρα, μεγαλόψυχος αν ήσουν, συγχώρεσε τον κι εσύ. Ζήτησα και από εκείνον και έστρεψε το βλέμμα μου στα αριστερά. Στον Λίτσβερ δεν ήξερα τι να αφήσω. Τελικά επέλεξε λευκό στο χρώμα της ουδετερότητας...
-Αναπαύσου εν ειρήνη και μη σε νοιάζει, σε συγχωρώ.
Ανάμεικτα συναισθήματα κατέκλυσαν το νου μου όχι για το τι πέρασε αλλά για το τι ακολουθούσε.
Ο νεαρός φρουρός μου διάβαζε σαν ανοιχτό βιβλίο. Τα έντονα γαλάζια μάτια του είχαν επικεντρωθεί εξ ολοκλήρου στο γέρικο σκαρί, λες και είναι μία πεντάμορφη κοπέλα στην κεντρική πλατεία του χωριού.
+Αχ... Αυτή η πίστη των Μέιτζερ δεν εξαγοράζεται.
-ήρθε η ώρα για το δύσκολο μέρος. Του είπα και ο Γουίλι κούνησε θετικά το κεφάλι του. Αυτή τη φορά προχώρησε πρώτος και εγώ τον ακολούθησα. Κράταγα ακόμα τρία λουλούδια και κανένας δεν θα περίσσευε. Ακόμη και αυτά γνώριζαν τον προορισμό τους.
Σταμάτησα πρώτα στην πεθερά μου: ΙΣΗΜΈΡΙΑ. Κι αν αυτό ακούγεται παράξενο ξαναφέρω πως εκείνη θυσιάστηκε για να σωθεί η κόρη της από ένα βέλος που τελικά βρήκε εν μέρει τον στόχο. Όχι η Ισημέρια δεν ήταν κακία και αν και δεν πρόλαβα να τη γνωρίσω για πολύ καιρό. Μία φορά στην αίθουσα του χρόνου και μία δεύτερη στο δωμάτιο της κόρης της την είχα συναντήσει. Εάν και δεν με δέχτηκε με ανοιχτές αγκαλιές το σπιτικό της λάτρευε την τελευταία κόρη που της είχε απομείνει. Ο λόγος που τώρα άφηνα μια βιολέτα -τα αγαπημένα της λουλούδια στο βασιλικό κήπο. Η μνήμη μου τραβά πίσω τότε στο παρελθόν. Όταν γεννήθηκε η κόρη μου δεν υπήρχε δουλειά για το ποιο θα ήταν το όνομά της. Η Κρισταλία σαν να γνώριζε το τι την περίμενε μου είχε προτείνει αυτόνομα προπολλού.
Στην θύμηση πικρό δάκρυ έσταξε.
+Να και οι δύο τελευταία και πιο πικραμένοι.
Σκέφτηκα νιώθοντας το σώμα μου για μία στιγμή να με εγκαταλείπει. Ο Μέιτζερ έτρεξε και με άρπαξε πριν πέσω. Με δυσκολία κατάφερα να τον καθησυχάσω. Για να μην φρικάρεις κάθισα στο γρασίδι ανάμεσα στους δύο τελευταίους τάφους. ΚΡΙΣΤΑΛΙΑ και ΟΣΑ-Ι.
+Μου έφυγες κι εσύ μπαγάσα. Μόνος μου έμεινα.
Τα οστά του αγαπημένου δράκου της συζύγου μου θέλησα πριν πολλά χρόνια να τα μεταφέρω στο Νότο. Η Κριστάλια του είχε μεγάλη αδυναμία -όπως και αργότερα στην Ία. Ένας ακόμα πεσώντας αποτέλεσμα τη μεγάλης μάχης κατά του Λίτσβερ και βιολογικού μου πατέρα. Γενναία πήρε την απόφαση να θυσιαστεί για χάρη της προστατευόμενης του απαλλάσσοντας τον κόσμο από τον πατέρα μου που μόνο πόνο και δυστυχία έφερες στο Βασίλειο του Δάσους. Μαύρο τριαντάφυλλο το αφιέρωσα στο χρώμα της ατσάλινης λαμπερής πανοπλίας του που έμελλε να είναι ο λόγος που συνάντησα στη σύντροφό μου ενώ γαλάζιο νυχτολούλουδο αφιέρωσα στη μοναδική μου αγάπη. Στο χρώμα των ματιών της και το δράκο της, στη γυναίκα που στάθηκε πλάι μου σε κάθε δυσκολία, στη σύζυγο που έχασα μπαίνοντας στον κόσμο την πανέμορφη κορούλα μας... Ένα ακόμα δάκρυ, μα όχι άλλο δεν θα σπαταλούσα. Φτάνει η μιζέρια. Δεν της αξίζει ούτε σε κανέναν άλλον! Αυτή ήταν η απόφασή μου και δήλωσα τη σιωπή μου.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~
***

Ο Φοίνικ στάθηκε στο ύψος του και προσπάθησε να χαμογελάσει, δύσκολα αλλά τα κατάφερε.
-Καλή μου σου έχω καλά νέα. Η κόρη μας είναι δεκαεφτά χρονών, ο και σου μοιάζει τόσο πολύ. Κοντεύει να σε φτάσει στην όμορφη σου -με το συμπάθειο. Και... Ο Πέτρος έχει γίνει σωστός άντρας. Ατρόμητος, δυνατός αχ και... Μου λείπει. Έφυγε να βρει την Ία που χάθηκε. Ο καρδιά μου ανησυχώ τόσο πολύ και για τους δύο. Δεν είναι μικρά παιδιά και απομακρύνονται σιγά σιγά από την προστασία μου. Τελική δεν ξέρω αν μπορώ ακόμα να τα στηρίξω. Αγαπημένη μου αν ήσουνα εδώ θα ήταν πολύ διαφορετικά τα πράγματα...
Η μοναξιά είχε βλάψει την καρδιά του βασιλιά χρόνια πριν. Βρίσκεται γύρω από τους τάφους των φίλων και συγγενών του και αυτός ο μοναχός και να στέκεται μπρος τους. Πώς να αντέξει;
-Μου λείπει η ζωντάνια σου Κριστάλια, η συμμορία, το θάρρος σου που πάντα συμπλήρωνε τις δικές του αδυναμίες. Νιώθω πια... Ανήμπορος, να βοηθήσω να σταθώ. Η ώρα μου νιώθω πως έφτασε: Θα παραιτηθώ.
Ένα δάκρυ έσταξε, προερχόμενο από τα βασιλικά μάτια. Πικραμένα κουρασμένα το μόνο που ήθελα είναι να εγκαταλείψουν την ίδια τη ζωή. Και τότε αεράκι φύσηξε στο πρόσωπο διακόπτοντας την γαλήνη μου υπήρχε. Λένε πως ο αέρας κάτι του ψιθύρισε, μα κανείς δεν γνωρίζει τι. Έλα από το χαμόγελο συμμαθητή και τα χείλη του Μέιτζερ. Ο βασιλιάς του και απόλυτος άρχοντας στο σώμα και το μυαλό του, σηκώθηκε.
Η ξεθωριασμένη ζωντάνια φούντωσε ξανά στα γαλάζια μάτια του βασιλιά.
-Είμαι εδώ για τα παιδιά μου, ναι αυτά με κρατούν ζωντανό. Δεν θα παραδοθώ, θα μείνω για όσο είναι να μείνει, όχι επειδή το θέλω αλλά επειδή το θέλουν αυτά. Μονολογούσε πριν στρέψει το βλέμμα του προς τον Μέιτζερ.
-Γουίλι ετοίμασε τα πράγματά μου, αύριο βράδυ θα φύγω για τον βορρά, το παλιό μου σπίτι. Υπέστη ο νεαρός που πήγε να κάνει μαζί μας όταν η φωνή του βασιλιά τον σταμάτησε. Γύρισε την πλάτη για να το κοιτάξει κατάματα. Μία αυστηρότητα έκρυβαν οι εκφράσεις του προσώπου της. Επρόκειτο να πει κάτι που δεν θα του άρεσε.
-Γουίλι λυπάμαι, δεν θα έρθεις μαζί μου. Αυτό το ταξίδι θα το κάνω μόνος μου.
Είδα την ανάγκη για αντίδραση όμως ο βασιλιάς Φοινίκ είχε πάρει την απόφασή του.
-Μέιτζερ θέλω να μείνεις εδώ, στο παλάτι και να αναλάβεις την προστασία της κόρης μου όσο εγώ θα λύπω. Εξάλλου οι συμβουλές σου είναι πολύ χρήσιμες... Α και δεν ελπίζω πως θα τις ακούσεις. Τέλος πάντων πρόσεχε την να μην φύγει. Ξέρω πολύ καλά ποιανού μάλλον ποιας αίμα κουβαλά και από προσωπική πείρα γνωρίζω πως θα θελήσει όχι μία αλλά πολλές φορές να το σκάσει όσο εγώ θα λείπω.
Ο Μέιτζερ κούνησε καταφατικά το κεφάλι του και ο γέρο βασιλιάς τον αγκάλιασε.
-Θα μου λείψεις κατεργάρη. Αχ... Μακάρι να είχα άλλους δέκα σαν εσένα, φίλε μου. Χτύπησε στο βγήκα στον ώμο δίνοντας του την άδεια μετέπειτα να μιλήσει.
-Μην απολογείστε μεγαλειότατε, υπάρχει ελπίδα. Θα ξανανταμώσουμε με τον γιο σας. Έχετε μόνο λίγο υπομονή...

You've reached the end of published parts.

⏰ Last updated: Apr 18 ⏰

Add this story to your Library to get notified about new parts!

Στα Ίχνη του Φοίνικα: Πορφυρό Κόκκινο [1 Βιβλίο]Where stories live. Discover now