°° 26 °°

10 1 0
                                    


~ Όνειρο ή Εφιάλτης; ~

~ Μέσα από τα μάτια του Πέτρου ~

       Σκοτάδι... Σκοτάδι και μια βεβαιότητα πως δεν θα παραμείνει. Κρυμμένος καλά μέσα στο πέπλο του μα και πάλι δεν ήταν αρκετό. Η πόρτα άνοιξε. Κουλουριάστηκα. Έπρεπε να με βρει, είχε εντολές σαν κι αυτές που είχα παρακούσει. Ήχος από βήματα. Είδα τα πόδια του καθώς προχωρούσε ψάχνοντας με. Εξέτασε τον χώρο ξεφυσώντας νευρικά.
+Θα με βρει...
Σκέφτηκα και απεγνωσμένα έδιωξα αυτήν την αρνητική σκέψη. Έπρεπε να ελπίζω αφού δεν έπρεπε να παρακούσω.
Πέρασε από μπροστά μου αλλά Σταμάτησε έμεινε στάσιμος, στήλη άλατος, ενώ η καρδιά μου σταμάτησε για μία στιγμή. Και τότε πάλι χέρια με αρπάζουν και με σηκώνω.
-Εδώ κρυβόσουν καθαρματάκι! Πρόσωπο ξεθωριασμένο χρόνια τώρα επανήλθε. Ζωντάνεψε ξανά φουντώνοντας τα ίδια ξεθωριασμένα συναισθήματα φόβου και απόγνωσης.
-Μη! Συγνώμη δεν ήθελα να παρακούσω! Προστάτευσε με τα χέρια το πρόσωπό μου
Μάταια ο εφιάλτης συνεχιζόταν.
-Για να ανοίξεις το στόμα σου πάει να πει πως ήθελες να μιλήσεις. Μην ελπίζεις, δεν μπορείς να μου κρυφτείς μικρέ. ΕΣΎ το προκάλεσες!
Το χέρι του χτυπούσε πάνω στο σώμα μου την βέργα. Κάθε χτύπημα μία επανορθωτική πράξη απαιτούσε.
-Σε παρακαλώ, ένα δάκρυ έρεε απεγνωσμένο, δεν θα το ξανακάνω δεν θα σε ξαναμφισβητήσω. Θα γίνω χρήσιμος, ναι θα γίνω ο καλύτερος στρατιώτης, να σε παρακαλώ σταμάτα. Έλεος... Πίστευα σε κάθε λέξη που γράφτηκε με μαύρο δάκρυ. Αδύναμος αν ημουν δεν έφερε την παραμικρή αντίδραση όμως δεν ήταν αρκετό για να πειστεί. Ζητούσε και άλλα, κάτι παραπάνω.
-Έλεος, ΧΑ! Θα έχεις πολλά να μάθεις ακόμα μικρε. Δειλός και στρατιώτης δεν γίνεσαι, παρά μαλθακός και τέτοιους άντρες δεν τους θέλουμε εδώ, για αυτό θα σε σκληρύνουν λίγο πρώτα... Είπε και άφησε το σώμα μου να πέσει στο πάτωμα. Προχώρησε λίγα βήματα πιο πίσω είχε γυρισμένη την πλάτη δεν έβλεπα αλλά καταλάβαινα δίχως αμφιβολία το τι με περιμένει.
-Όχι αυτό, σε παρακαλώ! Άδικα λόγια που ο φόβος γεννούσε. Αρχισε να με χτυπά με τη ζώνη του που ήταν κρεμασμένη στη στολή του. Δεν ήταν η έσχατη ποινή αλλά την επομένη την προτιμούσα...
-Μη, είπα κλαίγοντας, ΜΗ! Και σταματημό δεν είχε μέχρι να σωπάσω έπρεπε να μάθω να υποφέρω σιωπηλά Μα το μέσα μου ξεσπούσε πιο δυνατά από τον πόνο.
+Τι έχω κάνει;
Τίποτα... Απλώς έπρεπε να φύγει το παλιό και να αντικατασταθεί με το καινούργιο. Όμως δεν σταματούσε κάθε φορά το ίδιο, το υποσυνείδητο αντιδρούσε. Υπεράσπιση ήταν έμφυτη μέσα μου, η αδικία δεν χωρούσε να και ο λόγος που πληρώνω το τίμημα απόψε...
Τα χτυπήματα ανελέητα με ξάπλωσαν στο έδαφος δεν έκλαιγα πια αλλά ακόμα παρακαλούσα σιωπηλά.
-Μη... Ψιθύρισα και το χτύπημα ακολούθησε πιο δυνατό.
-Μη... Τον εξαγριώνει περισσότερο όμως δεν σταματούσα. Ήξερα πως θα επέμεινε, επέμεινε ωσότου να του παραδοθώ πλήρως αλλά απόψε το είχα πάρει απόφαση Δεν θα λυγίζα και για μία στιγμή το πίστεψα. Ναι πίστεψα πως θα γύριζα σπίτι και όλα αυτά θα ήταν ένα κακό όνειρο, μα δεν ήταν. Ήταν ζωντανός εφιάλτης.
Στην απόλυτη απελπισία μου πειστικά το 'σπίτι' θα ήταν και θα έμενε αυτό που είχα εδώ.
-Μη... Ψιθύρισα παραδεχόμενος την ήττα μου σφραγίζοντας παράλληλα τον πόνο στην ψυχή μου για μία φορά και για πάντα. Η αντίδραση όμως δεν θα εγκατέλειπε εκείνη τη μέρα...
-ΜΗ! Ξύπνησα και πράγματι είχα φωνάξει στον ύπνο μου.
+Αυτό ήταν όνειρο.
Καθησύχασε τον εαυτό μου εξελίσσοντας Μα αυτό που είδα ήταν ο εφιάλτης, ο εφιάλτης μου. Έκλεισα τα μάτια μου απολαμβάνοντας την γαλήνια νύχτα. Το κρύο αεράκι, το χιονισμένο νυχτερινό τοπίο αλλά και ο ήχος των νυκτόβιο πουλιών και εντόμων μου απάλυνε τον πόνο. Το χέρι μου είχε μεταφερθεί στις παλιές γνώριμες πηγές. Οι περισσότερες έλειπαν. Με ύπουλο τρόπο είχαν εισχωρήσει στο εσωτερικό για να μην φαίνονται αλλά να με πονάνε περισσότερο.
Λουσμένες στον ιδρώτα αποφάσισα να ανοίξω ξανά τα μάτια μου. Θυμόμουν πως είχα υποσχεθεί στα κορίτσια -χθες που ξύπνησα- να τους δώσω εξηγήσεις αύριο ώστε να ξεκουραστώ πρώτα. Μα δε, μετά τα σημερινά δεν είχα τέτοιες ελπίδες.
Η σελήνη ταξίδευε φωτίζοντας μας με το απαλό άγγιγμα της, το φως το μελαγχολικό και πάνω από όλα ελπιδοφόρου. Η νύχτα θα φέρει μια νέα μέρα. Η ζωή προχωρά αλλάζει μα δυστυχώς όπως και η σελήνη κυλά πάντα σε μία κοινή διαδρομή. Το παρελθόν δεν αλλάζει, παραμένει και κυνηγά τους διώκτες του.
Σηκώθηκα μην ελπίζοντας καν πως θα κοιμηθώ Μετά από όλο αυτό που έζησα. Ένα αγνό χαμόγελο χαράχτηκε στα χείλη μου. Γαλήνη δεν υπήρχε μόνο στον πεντακάθαρο νυχτερινό ουρανό αλλά και στους κοιμισμένους συνοδοιπόρους μου.
+Πάλι καλά που η Ηλιάνα είχε πάρει παραπάνω κουβέρτες για η νεοφερμένη θα είχε ξεπαγιάσει ως τώρα.
Το μυαλό μου στάθηκε στη σκέψη και στην εικόνα της Υβόννης. Της είχα μιλήσει σκληρά και φερθεί απάνθρωπα. Ήθελα να πάω να δώσω για τις πράξεις και με τα λόγια μου.
+Αύριο θα είναι μία καλή ευκαιρία για μια νέα αρχή...
Ο Παίντερ από την άλλη κοιμόταν δίπλα στην αδελφή, τον επιβήτορά του. Κουλουριασμένος καλά μέσα στις κουβέρτες του απολαμβάνει την ζεστή αγκαλιά που του χάρισε ο ίππος του εφόσον το στουρνάρη της ομάδας είχε καταφέρει για ακόμα μία φορά να ξεσκεπαστεί.
+Αχώριστοι...
Σκέφτηκα ενώ τον σκέπασαν ήσυχα ήσυχα. Έκανε κρύο παρόλο που δεν με άγγιζε το αντιλαμβανόμουν και ειδικά μαζί με το χιόνι το κρύο παρέμενε κρύο.
Έστρεψα το βλέμμα μου προς το μέρος που κοιμόταν Ηλιάνα το χαμόγελό μου πόσο ξαφνικά εκφράστηκε άλλο τόσο κόπηκε μαχαίρι. Έλειπε...
-Που να έχει πάει; Απόρησα ψιθυριστά μονολογώντας. Άρχισα να την ψάχνω από δω και από 'κει. Το άλογό της το βρήκα να κοιμάται λίγο παρακάτω, εκεί όπου το είχε δέσει για το βράδυ.
+Δεν θα έχει πάει μακριά...
Συμπέρανα και αφού έδεσα τη ζώνη με το σπαθί γύρω από τη μέση μου ξεκίνησα να την ψάχνω μεσα στο δάσος.
Δεν άργησα να βρω τα ίχνη της τα ακολούθησα πιστά και στο θέαμα που βρέθηκα αντιμέτωπος μου έκοψε την ανάσα. Η πριγκίπισσα στην άκρη ενός γκρεμού να περπατά αργά προς το κενό.
-Ηλιάνα πρόσεχε! Την προειδοποίησα αλλά δεν ανταποκρίθηκε, ούτε καν γύρισε να με κοιτάξει.
+Κάτι δεν πάει καλά...
Έτρεξα να την προφτάσω πριν πέσει. Τότε ήταν που κατάλαβα: Υπνοβατουσε -προς το θάνατο!
-Ω όχι... Ήταν ένα βήμα πριν πέσει. Την τράβηξα πιάνοντας το χέρι της στην προσπάθειά μου να την απομακρύνω από τον γκρεμό σαν αποτέλεσμα όμως τα σώματα μας να πλησιάσουν περισότερο από το επιτρεπτό. Η Ηλιάνα άνοιξε τα μάτια της γουρλώνοντάς τα σοκαρισμένη όπου στην ίδια κατάσταση βρίσκομαι και εγώ όσο να 'ναι.
-Πρόσεχε! Την προειδοποίησα. Στην προσπάθειά της να αποτραβηχτεί από τος κράτημα μου παραλίγο για ακόμα μία φορά να πέσει.
-Τι στο καλό συμβαί_εε_νει! Την τράβηξα ξανά προς το μέρος μου.
-Τι κανείς εκεί! Ξέσπασε.
-Θα πέσεις! Κοίτα που βρίσκεσαι πρώτα και μετά μιλά! Διαμαρτυρήθηκα και εκείνη εριξε μία ματιά στη στολή μου.
Είδε πως φορούσα την ζώνη με το σπαθί στο θηκάρι μου.
-Τώρα κατάλαβα πηγές να με σκοτώσεις! Βοήθεια! ΒΟΗΘ... Της έκλεισα το στόμα.
-Σκέψου λίγο Ηλιάνα τι όφελος θα είχα από όλο αυτό; Προσπάθησα να την λογικέψου μιλώντας της ψιθυριστά. Τις άφησα και έκανα ένα βήμα πίσω.
-Μα φυσικά να πάρεις τον θρόνο! Ο πατέρας μου σε εκτιμά. Ιιι Αυτό ήταν το σχέδιό σου προ πολλού!!!
-Σου ξαναλέω: ΔΕΝ ΕΊΝΑΙ ΠΡΊΓΚΙΠΑΣ! Φώναξα εξοργισμένος χάνονται σιγά-σιγά την ψυχραιμία μου.
-Μα όλοι αυτό λένε! Επέμεινε εκείνη.
-Και τους πιστεύεις; Η ερώτηση μου την έβαλε σε δίλημμα. δεν ήταν απόλυτα σίγουρη.
-Καληνύχτα είπα ξερά και απομακρύνθηκαν πετώντας το σπαθί μου στο έδαφος για να μην με θεωρεί προδότη.
+Μα που φτάσαμε! Άκου εκεί να σώζω κάποιον και με κατηγορεί για εσχάτη προδοσία!
Θα περίμενα ωσότου να ξυπνήσουν οι υπόλοιποι για να συνεχίσουμε το ταξίδι μας.

~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~~

Στα Ίχνη του Φοίνικα: Πορφυρό Κόκκινο [1 Βιβλίο]حيث تعيش القصص. اكتشف الآن