~PART 31~

1.8K 83 2
                                    


(flashback μερικές ώρες πριν)

Ανέβηκε τρέχοντας προς το δωμάτιο της. Η Μαρία ετοίμαζε κάτι για να φάμε και εγώ βγήκα έξω να πάρω λίγο καθαρό αέρα. Κοίταξα τη θάλασσα. Σταγόνες νερού έπεφταν από τον ουρανό. Ο δυνατός αέρας έφερνε δυνατά κύματα στην ακτή. Μαζί με τις σκέψεις των σημερινών γεγονότων θυμήθηκα και τα λόγια της νοσοκόμας. Έβγαλα το μικρό χαρτάκι από τη τσέπη στο παντελόνι μου και πληκτρολογησα τον αριθμό.

"Παρακαλώ;"

"Γειά σας. Μου έδωσαν τον αριθμό σας στο νοσοκομείο. Μου είπαν πως βοηθήσετε τον κύριο να βγει από το αυτοκίνητο..."

"Αλέξη;"

"Α-Αρη; Εσύ είσαι;"

"Ναι.."

"Π-πως;  Ήρθες Ιταλία;"

" Ναι επέστρεψα. Όμως μπορούμε να τα πούμε από κοντά αυτά; "

"Φυσικά. Όχι τώρα όμως. Είναι δύσκολη η κατάσταση"

" Καταλαβαίνω. Συγγνώμη όμως πρέπει να κλείσω "

"Τα λέμε"

Τερμάτισα τη κλήση και κάθισα στη καρέκλα. Δεν είπα σε κανέναν ότι τηλεφώνησα

(end of flashback)

Άνοιξα το τηλέφωνο μου και πήρα τηλέφωνο τον Αρη. Οι γιατροί είπαν πως η κατάσταση είναι κρίσιμη και αν δεν βρεθεί εθελοντής μπορεί και να πεθάνει.

Του εξήγησα τη κατάσταση και συμφώνησε. Είναι ο μόνος που έχει την ίδια ομάδα αίματος με εκείνη.

Μετά από περίπου μισή ώρα τον είδα να μπαίνει στο νοσοκομείο. Ήρθε δίπλα μου και ένας γιατρός μας πλησίασε.

" Βρέθηκε εθελοντής; "

"Ναι. Εγώ"

" Πρέπει να σας ενημερώσω πως η ποσότητα του αίματος που χρειαζόμαστε είναι πολύ μεγάλη. Υπάρχει περίπτωση να μην τα καταφέρετε... "

Είπε απευθυνομενος στον Αρη. Χωρίς δεύτερη σκέψη εκείνος με αγκαλιασε και με ένα χαμόγελο μου είπε πως όλα θα πάνε καλά. Ακολούθησε τον γιατρό και εγώ κοίταξα από το παράθυρο το δωμάτιο που βρισκόταν η αδερφή μου. Μηχανήματα παντού. Δε μπορώ να την βλέπω έτσι. Ποναω και εγώ...

Κάθισα ξανά σε μια από τις θέσεις και σκουπησα τα δάκρυα που δεν είχα καταλάβει ότι είχαν κάνει την εμφάνιση τους. Θυμάμαι μια φορά όταν ειμασταν πιο μικρά. Εγώ ήμουν περίπου δώδεκα χρονών. Ο πατέρας φώναξε στη μαμά μας και την χτύπησε. Δεν ξέρω τον λόγο όμως άκουγα τις φωνές της μαμάς μου. Πήρα την μικρή μου αδερφή και την έβαλα στο δωμάτιο μου. Της έδωσα το αρκουδάκι που μου είχε κάνει δώρο η γιαγιά μας όμως αυτή το ήθελε για δικό της. Το πήρε στην αγκαλιά της και του τραγουδούσε. Έκανε διάφορες άλλες κινήσεις με τα χεράκια του και του είπε πως μια μέρα θα τον γνώριζε στη κουκλίτσα της.

Μόλις είδα πως είχε ηρεμήσει έφυγα από το δωμάτιο και πήγα προς την κουζίνα. Στη διαδρομή άκουσα φωνές από το δωμάτιο των γονιών μου. Πέρασα και βρήκα τη θεία μου να κρατά τη μαμά στην αγκαλιά της. Αίμα υπήρχε παντού. Η θεία μου έκλαιγε και μου φώναζε να φύγω. Άκουσα ένα μπουκάλι να σπάει και έπειτα τον πατέρα μου να βρίζει άσχημα.

Η μαμά μου προσπάθησε να δώσει τέλος στη ζωή της με τον ίδιο τρόπο με την αδερφή μου. Από εκείνη τη μέρα τα πράγματα άλλαξαν. Η μητέρα μας άρχισε να μένει στο σπίτι της θείας μου και σταδιακά ερχόταν να μας δει. Για τον πατέρα μου δεν έμαθα τι ακριβώς έγινε όμως προσπάθησαν να τον κρατήσου μακριά της. Εκείνη την περίοδο είχα γνωρίσει τον Άρη. Ήξερε τα πάντα για την οικογένεια μου και μου στάθηκε. Ερχόταν να μείνει σπίτι μας. Η γιαγιά του μας πρόσεχε μέχρι που μεγαλώσαμε και μπορούσαμε να φροντίσουμε μόνοι μας τους εαυτούς μας.

Ο γιατρός  βγήκε από το δωμάτιο. Έτρεξα κοντά του και τον ρώτησα για την κατάσταση και των δύο. Είπε πως ο Άρης τα κατάφερε όμως δεν ξέρουν ποτέ θα ξυπνήσει. Όσο αφορά την Ρια είπαν πως θα κάνουν ότι μπορούν.

Άνοιξα το τηλέφωνο μου. Ήταν δύο το μεσημέρι. Το τηλέφωνο ήταν γεμάτο με μηνύματα και κλήσεις. Πήρα τηλέφωνο την Μαρία. Της εξήγησα τι έγινε. Επέμενε να έρθει όμως φοβάμαι για το μωρό και της είπα να ξεκουραστεί.

Άνοιξα τα υπόλοιπα μηνύματα. Ήταν από φίλους μου και από την Ελλάδα αλλά και από εδώ. Και τότε θυμήθηκα πως ήταν τα γενέθλια μου....

|MY  BROTHER'S  BEST  FRIEND|Where stories live. Discover now