«Τζειμς, τι κάνεις εσύ εδώ;» ο Τζέιμς ήταν στην εξώπορτα. Φορούσε ένα μαύρο παλτό κι από κάτω ένα σκούρο τζην.
Κατευθύνθηκα με γρήγορο βήμα κοντά του. Βγήκα κι ύστερα κλείδωσα την πόρτα.
Πήγα κοντά του και το άρωμα του εισέβαλε στην μύτη μου σαν ναρκωτικό. Το είχε βάλει γιατί ήξερε ότι μου αρέσει. Ήταν του ίδιου δημιουργού ,με εκείνο του Δημήτρη.
«Έλενα...» , άρχισε να μου μιλάει.Εκεινος πείραξε λίγο το παλτό που με το ζόρι μπορούσε να κλείσει μέχρι πάνω , καλύπτοντας το γυμνασμενο στέρνο του.
Τον διέκοψα . Τον έπιασα από το χέρι και τον τράβηξα.
Πήγα στο επόμενο στενό μετά από το σπίτι μου. Δεν ήθελα να μας δει ο Δημήτρης. Και κανένας άλλος . Το δρομάκι εκείνο ήταν το κατάλληλο για εκείνη τη στιγμή.
«Γιατί είσαι εδώ Τζέιμς; Τι θέλεις; Πες μου!» είπα όσο πιο σιγά μπορούσα. Είχα αγχωθει . Δάγκωνα το χείλος μου κι ύστερα περνούσα το χέρι μου μέσα στα μαλλιά μου ανακατεύοντας τα.
Δεν μου απάντησε αμέσως. Με κοίταζε στα μάτια. Λες και βρισκόταν σε άλλο σύμπαν ,σαν να είχε πάρει κάτι...
Ήξερα όμως πως κάτι τέτοιο ήταν απίθανο. Ο Τζέιμς δεν κάνει τέτοια πράγματα. Δεν συνηθίζει να κάνει χρήση ναρκωτικών ουσιών , ούτε να καπνίζει και φυσικά απ'ό,τι ήξερα επρόκειτο για έναν "τζέντλεμαν" σύμφωνα με όσα μου είχαν πει οι κυρίες που γνώρισα σε εκείνο το πάρτι. Στο πάρτι που μου πρωτομίλησε και ο Τζέιμς. Βέβαια , εγώ σχημάτισα διαφορετική άποψη.
«Ελενα ...» , επανέλαβε , χωρίς όμως να συνεχίσει. Αυτή τη φορά δεν τον διέκοψα εγώ. Περίμενα να ακούσω.
«Εεε! Ψιτ! Τζέιμς! Με ακούς;;;!» φώναξα λίγο και κούνησα το χέρι μου μπροστά από το πρόσωπό του.
Δεν μπορούσα να καταλάβω.
Κοίταζε τα μάτια μου χωρίς ν αλλάζει στιγμή το βλέμμα του.
Τον κοίταξα περίεργα και τότε ξεπαγωσε.
«Αυτά τα μάτια! Έλενα...αχ μην κάνεις αυτό το σήκωμα στα φρύδια σου... Πεθαίνω» έστρεψε τη ματιά του στα χείλη μου.
«Τζειμς , άκουσε με .» είπα με καθαρή φωνή.
«Πες το ξανά!» ήρθε κοντά μου και πέρασε το χέρι του γύρω από την μέση μου.
«Ποιο; » ρώτησα στην προσπάθεια μου να κάνω λίγο πιο πίσω.
«Το όνομά μου , Έλενα , πες το. Μου αρέσει να το ακούω από εσένα.» ,τον κοίταξα με απορία. Εκείνος κρέμονταν από τα χείλη μου.
«Ασε τα αστεία , Τζέιμς.» είπα κι αυτός έδειχνε να λιώνει.
Δάγκωσε τα χείλη του και έβαλε και το δεύτερο του χέρι στην μέση μου.
Με είχε στην αγκαλιά του. Μια σφιχτή αγκαλιά ,που όσο και αν προσπάθησα να φύγω δεν με άφησε.
Άρχισε να φιλάει τον λαιμό μου . Έπειτα το μάγουλο μου , που είχε , σίγουρα, γίνει κόκκινο από την ντροπή που ένιωθα.
«Τζειμς , σταμάτησε , σε παρακαλώ» , είπα πνιχτα .
Είχε ερεθιτεί και αυτό ήταν το μόνο σίγουρο. Λειτουργούσε έντονα. Έχανε την αναπνοή του. Νόμιζε ότι ήμουν δική του μάλλον.
Ήταν πρωτόγνωρη αίσθηση. Ένιωθα κάτι παράξενο , κάτι με φόβισε.
«Τζέιμς...» , άρχισα να κλαίω «Θα με βιάσεις ;» , έτρεχαν δάκρυα.
Εκείνος ξαφνιάστηκε . Σταμάτησε ότι έκανε και με έκλεισε στην αγκαλιά του.
«Οχι , Έλενα . Δεν θα στο έκανα ποτέ αυτό. Δεν θα σε βίαζα. Μόνο έρωτα θα έκανα μαζί σου. Σε έχω ερωτευτεί , Έλενα» , μου μίλησε με εξομολογητικό τόνο και ύστερα άρχισε να κλαίει.
«Δεν θέλω να σε ξανά δω ποτέ να κλαις. » ψιθύρισε και μου έδωσε ένα φιλί στο μέτωπο.
Ύστερα συνέχισε, «Καταλαβαίνω ότι παντρεύεσαι. Όμως κάνε μου αυτή την χάρη , Έλενα. Θέλω να πάμε μαζί μια βόλτα. Μια τελευταία βόλτα. Δεν χρειάζεται να μιλήσουμε , μόνο να σε κοιτάζω και να ακουμπάνε τα δάχτυλα μου την επιδερμίδα σου» σκούπισε τα δάκρυά του και χάιδεψε τους καρπούς μου.
«Δεν γίνεται αυτό... Τζέιμς, συγγνώμη» τράβηξα σιγά τα χέρια μου και έφτιαξα λίγο τα μαλλιά μου.
«Αυτό δεν μπορώ να το δεχτώ, Έλενα. Πρέπει , αλλιώς δεν θα μπορέσω ποτέ να το ξεπεράσω όλο αυτό.»
Τα μάτια του γυαλίζουν πολύ στο φως του ήλιου. Η φωνή του είναι βαριά και σου αποπνέει εμπιστοσύνη.
Σκεπτόμενη τον Δημήτρη , έβλεπα την λύση στο πρόβλημα μου σε αυτή τη χάρη. Άλλωστε μια βόλτα μου ζήτησε.
« Εντάξει , Τζέιμς. Αλλά για λίγο» , είπα και εκείνος έλαμψε από την ευχαρίστηση
.
.
.
.
.
Γεια σας! Και άλλο ένα ❣️😚
Πείτε μου σκέψεις και απορίες στα σχόλια 💞
Πολλά γλυκά φιλάκια !😚😚😚💞

ESTÁS LEYENDO
Το Πιο Γλυκό Χτύπημα
Novela JuvenilΈνα 16χρόνο κορίτσι, η Έλενα, είναι ορφανή . Οι γονείς της πέθαναν σε ένα ατύχημα στα τέταρτα της γενέθλια. Στο ορφανοτροφείο δεν μπορούσαν να την κουμαντάρουν ...Έτσι έφεραν ένα προσωπικό δάσκαλο μόνο γι'αυτήν...Εκείνος της επιβάλλεται με το ξύλο...