Αναμετρήσου με τους εσωτερικούς σου Δαίμονες/part 1

743 115 50
                                        

Η δύση του ήλιου, χρωμάτιζε μενεξεδιά τον ουρανό και οι βραδινοί ήχοι έπαιρναν αργά τη σκυτάλη. Το νερό είχε αρχίσει να κρυώνει και εμείς κάναμε την κίνηση να βγούμε. Ο Ελάιζα στάθηκε όρθιος, με τα χέρια του να κρατούν την ισορροπία στο κορμί του.

«Θα μπορούσες να γυρίσεις για λίγο;» με ρώτησε και αναστενάζοντας υπάκουσα, μα δεν άντεξα να μην το σχολιάσω.

«Έλι, μοιραστήκαμε μόλις μία ένωση σωμάτων και ψυχών θα έλεγα. Ίσως περισσότερο το δεύτερο. Γιατί φοβάσαι τόσο πολύ;»

Ο νεαρός βγήκε ευθύς από το νερό και τυλίχτηκε με ένα μπουρνούζι. Τον άκουσα να με φωνάζει απαλά και εγώ γύρισα, πάντοτε με το βλέμμα μου βαρύ και θλιμμένο. Έπρεπε όμως να δεχτώ τις ανασφάλειές του. Ο Ελάιζα ανέβαινε έναν Γολγοθά, μαθαίνοντας να ζει από την αρχή. Τα χέρια του τύλιξαν το σώμα μου σε μία χνουδωτή πετσέτα. Παρατηρούσα πως τις ατέλειές του, κοινώς τα δάχτυλα του ενός χεριού του, καθώς και το πόδι του που έλειπαν, πάλευε εντέχνως να τα κρύψει από την ορατότητά μου, δίχως υπερβολές. Έτριψε το σώμα μου απαλά και μαζί καθίσαμε στο διπλό του κρεβάτι.

«Θέλω να σου μιλήσω. Για πολύ καιρό, εκτός από τους εφιάλτες και τα ουρλιαχτά μου τα βράδια, όταν επέστρεψα από τον πόλεμο, σε φρικτή κατάσταση, υπέφερα από βαριά κατάθλιψη. Ήμουν επιθετικός, μία κινούμενη ωρολογιακή βόμβα. Δεν μιλούσα και όταν το έκανα, τραύλιζα. Ήταν καθαρά θέμα άγχους. Η οικογένειά μου με βοήθησε, μα τις ενοχές κανείς δεν μπόρεσε να τις θεραπεύσει. Όταν σε είδα για πρώτη φορά, ένιωσα θυμό, ο οποίος μετατράπηκε με τον καιρό σε αποδοχή και αργότερα ξύπνησε ένα συναίσθημα, που νόμιζα πως είχε θαφτεί για πάντα κάτω από τα συντρίμμια του πολέμου. Με αντιμετώπισες με ευθύτητα, δεν με ξεχώρισες, δεν με λυπήθηκες. Σύντομα κατάλαβα ποια ήσουν. Το κορίτσι που εκείνο το βράδυ στο γκαλά, μου είχε κλέψει τη καρδιά. Είχα σκεφτεί να σε ψάξω, αλλά ήμασταν μικροί και λίγο το σχολείο, λίγο μετά η απόφασή μου να φύγω, ανέτρεψαν τα σχέδια μου. Θέλω να σου εξομολογηθώ πως η σκέψη σου, με είχε κρατήσει όρθιο πολλά βράδια. Πολλά μοναχικά βράδια που άκουγα πυροβολισμούς και εκρήξεις. Αν και ήμουν μαζί με κάποια, προτού φυσικά με αφήσει, εσύ εκπροσωπούσες αυτήν την επανάσταση, τη δύναμη που είχα ανάγκη να νιώσω. Λυπάμαι αν δεν αφήνομαι ολοκληρωτικά. Ίσως είμαι ένας δειλός, ή ίσως ντρέπομαι γι' αυτό που έγινα. Συχνά, άκουγα αεροπλάνο και στην μέση του δρόμου καθώς βάδιζα, έτρεχα στην άκρη να κρυφτώ. Είχα χτυπήσει στο πρόσωπο έναν δύστυχο νεαρό, που απλώς είχε σκύψει για να μου επιστρέψει το κασκόλ που μου είχε πέσει. Με σκούντησε και εγώ δεν τον είχα δει, με αποτέλεσμα να τον χτυπήσω, πιστεύοντας πως ήταν ο εχθρός που μου επιτέθηκε» έκανε μία παύση και εγώ άπλωσα το χέρι μου, χαϊδεύοντας το ελαφρώς αξύριστο πρόσωπό του «Να ήξερες μονάχα, τι έχεις κάνει στην ψυχή μου. Πόσες φορές την έσωσες...»

Αναζήτηση ισορροπίαςWhere stories live. Discover now