{38}

68 2 0
                                    

Έχουμε φτάσει στην παραλία και τώρα καθόμαστε όλοι επάνω στις πετσέτες που έχουνε βάλει στην άμμο για να μην γίνουμε χάλια.

Τα αγόρια έχουν βρει κάτι ξύλα και μιας και είχαμε πάνω μας αναπτήρα καταφέραμε να ανάψουμε και μιά φωτιά από την οποία καθόμαστε γύρω.

Η Νικολία τώρα είναι μέσα στην θάλασσα μαζί με τον αδελφό μου.

Η Λία και ο Διονύσης το ίδιο.

Εγώ έχω ξεμείνει έξω με τον Αχιλλέα και τον Ιάσωνα και ο καθένας πίνει από μιά μπύρα.

"Και για πείτε"

Ακούστηκε η φωνή του Αχιλλέα.

"Τι να πούμε?"

Είπε ο Ιάσωνας περίεργος.

Εγώ είχα στρέψει το βλέμμα μου πάνω τους.

"Πότε λέγε να φα φτιάξετε?"

Είπε και μου βγήκε η μπύρα που έπινα από την μύτη ενώ μετά ξεκίνησα να βήχω.

"Πας καλά άνθρωπε μου?!"

Του φώναξα όταν συνήλθα.

"Ναι. Γιατί?"

"Εισαι κα πολύ βλάκας, έτσι?"

"Γιατί είσαι τόσο αρνητική?"

"Ιάσωνα! Μήλα και συ!"

Του είπα αλλά εκείνος απλά κοιτούσε την άμμο και έφτιαχνε σε αυτή ένα κυκλάκι με το δάχτυλο του.

"Πω"

Είπα και πέρασα το χέρι μου μέσα από τα μαλλιά μου.

Ο Ιάσωνας σηκώθηκε και ξεκίνησε να περπατάει μόνος του.

"Ιάσωνα! Ρε Ιάσωνα που πας?!"

Του φώναζα αλλά με αγνοούσε.

Ξεφύσιξα και άνοιξα άλλη μιά μπύρα.

"Σου αρέσει?"

"Πας καλά Αχιλλέα?"

"Άννα.. Άκου, ξέρω ότι δεν μιλάμε πολύ ή ότι δεν λέμε τα μυστικά μας ο ένας στον άλλο αλλά.. Ξέρεις, σε αυτό το θέμα μπορείς να με εμπιστευτείς"

"Αχιλλέα εγώ... Άστο"

"Ω Θεέ μου... Είσαι ερωτευμένη"

"Δεν είμαι"

"Και όμως"

"Όχι. Δεν ερωτευόμαστε εγώ"

"Για όλα υπάρχει πρώτη φορά"

Γύρισα και τον κοίταξα.

Φαίνεται να εννοεί αυτά που λέει.

Ξεφύσιξα και ξάπλωσα στην πετσέτα μου.

"Μου αρέσει. Πολύ. Δεν ξέρω πως ή γιατί ή πότε ξεκίνησα να αναπτύσσω συναισθήματα για εκείνος αλλά... Ναι"

𝑴𝒂𝒌𝒆 𝒎𝒆 𝒉𝒂𝒕𝒆 𝒚𝒐𝒖 Where stories live. Discover now