{47}

66 2 2
                                    

Το επόμενο πρωί ξύπνησα και ένοιωσα το χέρι του Ιάσωνα τυλιγμένο γύρω μου.

Γκρρρ. Θέλω να σηκωθώ αλλά δεν θέλω να τον ξυπνήσωωω.

Υπερίσχυσε το ότι θέλω να σηκωθώ και έτσι πήρα αργά το χέρι του από πάνω μου και σηκώθηκα όσο πιο αθόρυβα μπορούσα.

Καλά ε? Τίποτα δεν κατάλαβε.

Σαν γουρούνι κοιμάται.

Γύρισα την πλάτη μου προς αυτόν για να φύγω αλλά δύο χέρια με άρπαξαν και με έριξαν πίσω στο κρεβάτι.

"ΤΙ ΚΑΝΕΙΣ ΒΛΑΚΑ!"

Φώναξα γελώντας ενώ εκείνος με γαργαλούσε.

"Πήγες να φύγεις χωρίς να με ξυπνήσεις?"

Έλεγε και μετά συνέχιζε να με γαργαλάει.

Εγώ τον παρακαλούσα να σταματήσει αλλά αυτός εκεί, ακάθεκτος.

"Ρεεε! Θα- Θα κάνω ότι μ- ΘΑ ΚΑΝΩ ΟΤΙ ΜΟΥ ΖΗΤΗΣΕΙΙΙΙΣ! ΑΠΛΑ ΣΤΑΜΑΤΑ!"

"Χμ.... Ότι ότι σου ζητήσω?"

Ρώτησε και σταμάτησε να με γαργαλάει και έφερε το πρόσωπό του πάνω από το δικό μου.

Προσπαθούσα να βρω τις ανάσες μου έτσι απλά έγνεψα.

"Ωραία. Στήσου"

"Γιατί?"

Ρώτησα και με κοίταξε πονηρά σηκώνοντας το φρύδι του.

"Ιουυυυ! Ανώμαλεεεε!"

Φώναξα και σηκώθηκα από το κρεβάτι αλλά εκείνος με ξανά τράβηξε πίσω.

"Θέλω να τα φτιάξουμε"

Είπε στα σοβαρά.

Πετάρισα τα βλέφαρά μου και προσπαθούσα να καταλάβω αν το εννοεί όντως ή αν λέει μαλακίες.

"Πας καλά?"

"Σοβαρά σου μιλάω"

Είπε και με σήκωσε από το κρεβάτι. Έτσι ήμασταν ο ένας μπροστά στον άλλο όρθιοι.

Με κοίταξε στα μάτια.

"Άννα, θες να γίνεις το κορίτσι μου?"

Μου ήρθε τόσο ξαφνικό που παραλίγο να πέσω κάτω.

Το στόμα μου είχε ανοίξει ελαφρώς αλλά λόγια δεν έβγαιναν από το στόμα μου.

"Π-Πρέπει να κάνω... Να κάνω κάτι"

Είπα ψιθυριστά και έφυγα από το δωμάτιο.

Δεν ξέρω που πάω με τις πιτζάμες.

Ίσως θα βγω έξω από το παράθυρο του μπάνιου, θα πάω μέχρι την λιμνούλα να περπατήσω, θα σκεφτώ, και θα γυρίσω μετά πίσω.





𝑴𝒂𝒌𝒆 𝒎𝒆 𝒉𝒂𝒕𝒆 𝒚𝒐𝒖 Where stories live. Discover now