Στα τρία χρόνια που πέρασαν οι δύο φίλοι έκαναν μεταπτυχιακό και μετά βρήκαν δουλειά στο εξωτερικό. Ο Έκτορας γύριζε σπίτι για τις γιορτές, αλλά τον Αλέξη η Θάλεια είχε να τον δει από την μέρα που τους αποχαιρέτησε στο αεροδρόμιο, δακρυσμένη, λίγο πριν μπουν στο αεροπλάνο. Όλη η οικογένειά της νόμιζε πως η θλίψη της οφειλόταν στο οτι έφευγε ο αδερφός της. Κανείς τους δεν μπορούσε να φανταστεί την πραγματική αιτία.
Η Θάλεια πέρασε στη σχολή οικονομικών που είχε τελειώσει και ο Αλέξης και της έμενε άλλος ένας χρόνος για το πτυχίο. Είχε συγκεντρωθεί στις σπουδές της. Έβγαλε τα σιδεράκια και άφησε τα μαλλιά της να μακρύνουν αλλά συνέχισε να φοράει τα γυαλιά, άλλωστε τα γυαλιά της έδιναν τύπο. Έτσι δεν της έλεγε πάντα ο Αλέξης; Θεωρούσε οτι όταν θα επέστρεφε εκείνος, θα εκτιμούσε το πόσο σοβαρή και ώριμη ήταν και γι αυτό όσο και αν οι συμφοιτητές της επέμεναν, δεν πήγαινε σε πάρτυ και στις διάφορες εκδηλώσεις της σχολής. Αισθανόταν απογοήτευση που ο Αλέξης δεν την επισκέφτηκε όλα αυτά τα χρόνια, αλλά τον δικαιολογούσε λέγοντας στον εαυτό της οτι είχε βάλει, όπως έπρεπε, σαν προτεραιότητα την επαγγελματική του εξέλιξη. Σίγουρα θα επέστρεφε μόλις αποκτούσε την προϋπηρεσία που χρειαζόταν.
Όταν όμως ο πατέρας του Αλέξη έπαθε ένα ελαφρύ έμφραγμα, εκείνος θέλησε να επιστρέψει και μαζί του το αποφάσισε και ο Έκτορας, που την τελευταία φορά τους είπε οτι θα γυρνούσε σύντομα κοντά τους για να μείνει μόνιμα.
*******
"Νάτοι βγήκανε!" Η χαρούμενη φωνή της Κλειώς την έβγαλε από την ονειροπόληση και κοίταξε με αγωνία προς το μέρος που έδειχνε η αδερφή της. Ο Έκτορας περπατούσε μπροστά, με ένα πλατύ χαμόγελο. Σίγουρα χαιρόταν που επέστρεφε. Τα μάτια της Θάλειας, όμως, έψαχναν για τον Αλέξη και τον διέκριναν λίγο πιο πίσω, ανάμεσα σε ένα πλήθος που έβγαινε εκείνη τη στιγμή.
Η ψυχή της ζεστάθηκε στη θέα του προσώπου του. Επιτέλους γύρισε. Πριν προλάβει όμως να φωνάξει το όνομά του, ο ενθουσιασμός της εξαφανίστηκε και τη θέση του πήρε η παγωνιά. Ο Αλέξης δεν ήταν μόνος. Το χέρι του ήταν περασμένο στη μέση μιας εντυπωσιακής μελαχρινής που του έλεγε κάτι και γελούσαν. Η καρδιά της Θάλειας βούλιαξε στην απόγνωση. Όλα όσα ονειρευόταν έγιναν συντρίμμια. Νόμισε οτι το εννοούσε όταν της είπε οτι θα την πρόσεχε πάντα και οτι ήταν σημαντική γι αυτόν. Προφανώς είχε κάνει λάθος.
Η Κλειώ που την είδε να χλωμιάζει την πλησίασε: "Είσαι καλά; Γιατί έχασες το χρώμα σου ξαφνικά;"
YOU ARE READING
Τα χρώματα του έρωτα
RomanceΗ Θάλεια, η καλομαθημένη, πεισματάρα και μικρότερη κόρη της οικογένειας της, είναι ερωτευμένη, από παιδί, με τον Αλέξη, τον καλύτερο φίλο του αδερφού της. Όταν οι δυο φίλοι φεύγουν στο εξωτερικό για μεταπτυχιακές σπουδές, η Θάλεια περιμένει την επι...