Η Θάλεια άρχισε να συνέρχεται αλλά δεν μπορούσε να ανοίξει τα μάτια της. Τα κράτησε κλειστά και προσπάθησε να συγκεντρωθεί σε αυτά που έλεγαν οι αντρικές φωνές.
"Θέλει να την πάμε στην αποθήκη. Θα έρθει εκεί." Η φωνή ακούστηκε από τη θέση του συνοδηγού.
Για ποιον μιλούσαν; Μια άλλη φωνή, δίπλα της, είπε: "Απ'οτι ακούγεται την έχει άσχημα ο τύπος. Τον κυνηγάει η αστυνομία. Όσα λεφτά και αν έχει τώρα δεν του φτάνουν."
Απο την άλλη μεριά, δίπλα της, ακούστηκε μια πιο βραχνή φωνή: "Α ρε τα λεφτά πάνε σε αυτούς που δεν ξέρουν να τα χαρούν."
Πάλι ακούστηκε η φωνή του συνοδηγού: " Ας κάνουμε εμείς αυτό που μας ζήτησε για να πάρουμε τα λεφτά μας και μετά ας τον πιάσει η αστυνομία. "
Η Θάλεια κατάλαβε οτι το αυτοκίνητο σταμάτησε. Μόλις άνοιξε η πόρτα, η χαρακτηριστική μυρωδιά της θάλασσας πλημμύρισε το χώρο. Η αποθήκη βρισκόταν κοντά στη θάλασσα. Ένας από τους άντρες την πήρε στον ώμο του σαν σακί και την μετέφερε κάπου που μύριζε υγρασία και κλεισούρα. Άνοιξε μια πόρτα και αφού την ακούμπησε στο πάτωμα όχι και τόσο προσεκτικά, αφού το κεφάλι της χτύπησε στο τσιμέντο, βγήκε και κλείδωσε την πόρτα πίσω του.
Η Θάλεια άνοιξε τα μάτια της. Το πάτωμα ήταν υγρό. Ένα μικρό παράθυρο σα φεγγίτης που βρισκόταν πολύ ψηλά στον τοίχο άφηνε να μπαίνει το ασθενικό φως του φεγγαριού στο χώρο. Τα μάτια της μετά από λίγοπροσαρμόστηκαν στο σκοτάδι και μπόρεσε να διακρίνει οτι δεν ήταν αποθήκη, αλλά ένα μικρό δωμάτιο, πιθανόν μέσα στην αποθήκη.
Το δωμάτιο ήταν άδειο, εκτός από κάτι κουτιά που βρισκόταν στοιβαγμένα σε μια άκρη. Η Θάλεια πήγε προς την πόρτα, της οποίας έβλεπε το φωτεινό περίγραμμα. Προφανώς οι τύποι έξω είχαν φώτα. Η καρδιά της χτυπούσε δυνατά καθώς προσπάθησε αθόρυβα να πιέσει το χερούλι. Η πόρτα ήταν πραγματικά κλειδωμένη.
Ποιος της το έκανε αυτό; Ο μόνος που θα είχε λόγο να το κάνει θα ήταν ο Βασίλης Γράδης αν ήξερε τι είχε κάνει, αλλά δεν ήξερε ή ήξερε; Ξαφνικά κατάλαβε. Ο Βασίλης ήταν πίσω από την απαγωγή της. Με κάποιο τρόπο είχε μάθει οτι αυτή βοήθησε την αστυνομία και ήθελε να την εκδικηθεί.
Σωριάστηκε στο πάτωμα όταν κατάλαβε την θέση στην οποία βρισκόταν. Κανείς δεν ήξερε που ήταν και ο Βασίλης ερχόταν, προφανώς με σκοπό να την σκοτώσει. Κοίταξε γύρω της με απελπισία, δεν υπήρχε περίπτωση να μπορέσει να δραπετεύσει από αυτο το δωμάτιο.
DU LIEST GERADE
Τα χρώματα του έρωτα
RomantikΗ Θάλεια, η καλομαθημένη, πεισματάρα και μικρότερη κόρη της οικογένειας της, είναι ερωτευμένη, από παιδί, με τον Αλέξη, τον καλύτερο φίλο του αδερφού της. Όταν οι δυο φίλοι φεύγουν στο εξωτερικό για μεταπτυχιακές σπουδές, η Θάλεια περιμένει την επι...