Κεφάλαιο 36

3.8K 365 5
                                    


Ο Βασίλης πίεσε τη σκανδάλη αλλά πριν προλάβει το όπλο να εκπυρσοκροτήσει, η φωνή του Θάνου τον σταμάτησε: "Έξω έχει γεμίσει αστυνομικούς. Βασίλη πρέπει να φύγουμε. Έλα!"

Για λίγο το βλέμμα του Γράδη έδειξε  σαστιμάρα αλλά συνήλθε γρήγορα.Το ρυτιδιασμένοτου χέρι άρπαξε την Θάλεια και της έβαλε το όπλο στο κεφάλι:" Απ'οτι φαίνεται είσαι τυχερή αλλά μην γελιέσαι η τύχη σου δεν θα κρατήσει για πολύ."

Την τράβηξε βίαια να περπατήσει μπροστά του, κολλητά στο σώμα του, με το όπλο του πάντα να σημαδεύει το κεφάλι της. Όταν βγήκαν από το δωματιάκι, βρέθηκαν μέσα σε μια τεράστια απόθήκη. Κανένας από τους άντρες που την είχαν απαγάγει, δεν ήταν μέσα στην αποθήκη. Αν έκρινε από αυτά που άκουσε να λένε στο αυτοκίνητο, δεν ήταν πιστοί στον  Γράδη και προφανώς όταν κατάλαβαν οτι θα μπορούσαν να συλληφθούν, το έσκασαν. Μόνο ο Θάνος ήταν εκεί κρυμμένος πίσω από την πόρτα, κοιτάζοντας έξω με προσοχή.

"Που είναι το σκάφος;" Τον ρώτησε ο Γράδης, με μια περίεργη ηρεμία στην φωνή του.

"Δεν είναι μακριά από εδώ." Του απάντησε εκείνος.

"Εκεί θα πάμε. Φώναξες ενισχύσεις;"

"Ναι, σε λίγο θα είναι εδώ."

Η Θάλεια κατάλαβε οτι ο Γράδης δεν θα παραδίνονταν εύκολα στην αστυνομία. Αντίθετα, ήταν έτοιμος να ξεκινήσει πόλεμο.

Τα λεπτά περνούσαν αργά και τίποτα δεν ακουγόταν μέσα στην αποθήκη, ώσπου ξαφνικά απ'έξω ακούστηκαν φωνές και αμέσως μετά πυροβολισμοί.

Ο Θάνος γύρισε στον Βασίλη και του είπε: "Τώρα μπορούμε να το σκάσουμε."

Εκείνος έσφιξε ακόμη περισσότερο το χέρι της Θάλειας που ήδη πονούσε και την τράβηξε μαζί του έξω ακολουθώντας τον Θάνο. Εν τω μεταξύ, λίγο πιο πέρα από την αποθήκη, ο πόλεμος των παρανόμων με τους αστυνομικούς συνεχιζόταν.

 Ο υγρός αέρας του λιμανιού χτύπησε το πρόσωπό της Θάλειας. Μπροστά της στην προβλήτα είδε πολλά στοιβαγμένα κιβώτια.  Ένα μεγάλο φορτηγό πλοίο ήταν αγκυροβολημένο  μπροστά στα κιβώτια  και δίπλα του ένα πολυτελές σκάφος.

Ο Θάνος ακολουθούσε τον Γράδη, αλλά μόλις έφτασαν στο σκάφος μπήκε πρώτος μέσα προφανώς για να ελέγξει τον χώρο. Ο Γράδης χωρίς να περιμένει, τον ακολούθησε κρατώντας σφιχτά τη Θάλεια. Γύρω τους εκείνη άκουγε τους πυροβολισμούς να συνεχίζονται.

Τα χρώματα του έρωταWhere stories live. Discover now