3. • ΦΙΛΙΠΠΟΣ •

3.3K 269 34
                                    

3.
«Αυτό το χαμόγελο...»



Σπιτι μου σπιτάκι μου.

Όταν γυρνάω και βλέπω το σπιτι μου κάθε μα κάθε φορά νιώθω σαν να ηρεμεί η ψυχή μου.Καλα λένε πως σαν το σπιτι σου δεν έχει.

Έχω κλειδιά,έτσι δεν χτυπάω.
Τα βγάζω και ανοίγω.

Δεν βλέπω κανέναν στο σαλόνι.Ετσι πάω στην κουζινα.Παλι κανέναν.

Δεν είναι εδώ;
Που πήγαν;

Πάω στο δωμάτιο μου να αφήσω τα πραγματα και να βρω τον Στιτς.Του αρεσει να κάθεται εκει.Κοντα στο κρεβάτι μου.

Δεν τον βλέπω ούτε αυτόν όμως.

«Στιτς;»λέω αλλά πάλι τίποτα.

Όταν τον φωνάζω πάντα έρχεται.
Περίεργο.

Ακούω πόρτα και ακούω τους γονείς μου να μιλάνε.

Πάω στην κουζινα.
«Και θα έρθει το παιδί μετά.Πρεπει να αλλάξω σεντόνια»λέει η μαμά μου.
«Και ποτέ θα πάμε εκει;Το βράδυ;»λέει ο μπαμπάς μου.

«Να πάμε που;»λέω και γυρνάνε να με κοιτάξουν.

«Φίλιππε;»λέει η μαμά μου και με αγκαλιάζει.
«Γεια μαμά»λέω.

Και με αγκαλιάζει.
Ακόμα με αγκαλιάζει.
Ακόμα.

«Εντάξει μαμά.Φτανει»λέω και με αφηνει.
«Αγορι μου!»λέει ο μπαμπάς μου.
«Μπαμπά»λέω και τον αγκαλιάζω.

«Σε περιμέναμε πιο αργά.Το απόγευμα»λέει η μαμά μου.
«Είχα ένα μάθημα το έδωσα και ήρθα κατευθείαν»λέω.
«Αγορι μου εσυ!»λέει η μαμά μου.
«Που ήσασταν;»
«Στην γιαγιά και στον παππού σου»λέει ο μπαμπάς.
«Πως είναι η γιαγιά;»ρωτάω.

Η γιαγιά είναι ένα ευαίσθητο θέμα.
Έχει Αλτσχάιμερ.Απο νωρίς και ολας.Απο τότε που ο μπαμπάς και η θεία Εύα πήγαιναν ακόμα σχολειο.

Τον βλέπω σταναχωρηθηκε.

«Τα ίδια...»λέει.

Και υπήρχε για λίγο αυτή η αμήχανη στιγμή.Που δεν μιλάει κάνεις.Που δεν ξέρουμε τι να πούμε.

«Ο Στιτς που είναι;Τον φώναξα αλλά δεν ήρθε.Και αυτό είναι περιεγο»λέω.
«Α ναι.Ειναι στης Μελινας»λέει.

Μελινα;
Είπε Μελινα;

«Τι κάνει εκει;»λέω.
«Ήρθε και τον πήρε χθες από το δωμάτιο σου»λέει χαλαρά.

Συγνώμη για να καταλάβω.
Ήρθε η Μελινα,σπιτι ΜΟΥ,μπήκε στο δωμάτιο ΜΟΥ και πήρε τον γάτο ΜΟΥ;!

«Της ζήτησα να τον κρατήσει χθες που λυπάμαι.Φυσικα και δέχτηκε.Τον αγαπάει τον Στιτς»λέει.

Φυσικά.Και αυτός ακόμα περισοτερο.

«Πάω να τον πάρω!»λέω και σηκώνομαι.
«Τι;Τώρα;»»λέει ο μπαμπάς.
«Τώρα μπαμπά.Δεν μπορώ να περιμένω»λέω.
«Θα πάμε το απόγευμα έτσι και αλλιώς.Κανει τραπέζι η Θεία Λεξι που γύρισες»λέει η μαμα μου.
«Δεν μπορώ να περιμένω.Θελω να την δω.Τον δω»διορθώνω γρήγορα.

«Τέτοιο έρωτα με τον γάτο...»λέει η μαμά μου και βγαίνω έξω γρήγορα και πάω με τα πόδια.

Είναι κοντά.

Φτάνω γρήγορα και όταν χτυπάω ανοίγει ο Θείος Άρης.

«Γεια σου Θείε»λέω.
«Βρε καλως το το παιδί μας!Τι κανείς Φίλιππε;»λέει.
«Καλά καλά.Μολις ηρθα.Εσεις;»λέω.
«Καλά.Η θεία σου ετοιμάζει μεγάλο τραπέζι το βράδυ.Να ξέρεις»λέει.
«Μου το είπε η μαμά.Μην κουράζεται»λέω.
«Σιγά...Περιμένουμε πως και πως να ερθεται να γεμίσει λίγο το σπιτι...»λέει.

Μιλάει κυρίως για τον Μαρκο.
Που είναι η ψυχή του σπιτιού.

Η Μελινα;
«Ο Στιτς;»ρωτάω τελικά.
«Σωστά.Για αυτό θα ήρθες»

Ναι ναι για αυτό...

«Είναι στον κήπο με την Μελινα»λέει.
«Πάω να τον πάρω»
«Τα λέμε το βράδυ»λέει και πάω από πίσω για να βγω στον κήπο.

Όταν πάω την βλέπω να έχει ξαπλωσει κάτω.Ο Στιτς κοιμάται στα πόδια της και αυτή με ένα μπλοκ ζωγραφίσει.

Περπατάω κοντά της.
Αφού την χαζεύω λίγο ακόμα,φωνάζω.

«Μελινα;»φωνάζω και γυρνάει να με δει.

Τώρα είναι που βλέπω καθαρά το πρόσωπο της.

Είναι όμορφη.
Με τα μεγάλα μάτια της και τα κάστανα μαλλιά της.

Είναι από αυτά τα κοριτσια που δεν χρειάζεται να φορέσουν κάτι ωραίο ή να βαφτούν.

Είναι ήδη όμορφη χωρίς αυτά.

Οταν σηκώνεται βλέπω ότι έχει ψηλώσει και ολας.

Και χαμογελάει.

Αυτό το χαμόγελο...
Αυτά τα λακακια που έχει όταν γελάει..

Τρέχει κοντά μου και περνάει τα χέρια της γύρω από τον λαιμό μου και εγώ γύρω από την μέση της και την αγκαλιάζω κοντά μου.

Βάζω το κεφάλι μου στον λαιμό της.
Μυριζει Ωραια.

«Φίλιππε!»λέει.

Και απολαμβάνω αυτήν την στιγμή επειδή πάντα όταν έρχομαι ή όταν φεύγω κρατάει περισοτερη ώρα η αγκαλιά.

Μου έλειψε....

"Θα Σε Περιμένω"Tempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang