ΚΕφάλαιο 14

1.4K 123 8
                                    

Στο δρόμο για το εξοχικό του είμαστε και οι δύο αμίλητοι. Κυρίως εκείνος. Έλειψε  τρεις ώρες, τρεις ώρες που μου φάνηκαν αιώνες, φαντάσου ήρθε ο γιος της Αγγελικής την πήρε, την γύρισε, εγώ έκανα μπάνιο, φόρεσα καθαρά ρούχα και ο Άρης ήταν ακόμα άφαντος.

Από το μυαλό μου πέρασαν χίλιες σκέψεις κι όλες δυσάρεστες. Μέσα σε μια μέρα του άλλαξα όλη τη ζωή. Γιατί να αφήσει για μένα τη κοπέλα του, το σπίτι του τα πάντα; Ίσως στη διαδρομή να το μετάνιωσε, ή ίσως μόλις έφτασε σπίτι του και είδε τη Βέρα να κατάλαβε πως την αγαπάει και πως δεν θέλει να χωρίσει.

Όταν χτύπησεεπιτέλους το κουδούνι σηκώθηκα γρήγορα από τη θέση μου, άνοιξα τη πόρτα και μόλις είδα πως ήταν εκείνος, ρίχτηκα στην αγκαλιά του με τόση δύναμη που του έπεσε η βαλίτσα από το χέρι.

Τον φιλούσα στα μάγουλα, στο λαιμό, όπου έβρισκα. Εκείνος στη αρχή γέλασε, αλλά μετά με τράβηξε ευγενικά από πάνω του.

Μπήκαμε στο σπίτι, χαιρετήσαμε την Αγγελική, την ευχαριστήσαμε για όλα, μας είπε να την ενημερώνουμε συνέχεια για να μην μας έχει έννοια και μετά ξεκινήσαμε για το εξοχικό.

Από εκείνη την ώρα δεν έχουμε ανταλλάξει κουβέντα. Η σιωπή του με πονάει, με κάνει να σκέφτομαι άσχημα πράγματα. Εγώ τις έχω πάρει τις αποφάσεις μου. Εννοείται πως θα χωρίσω το Μίλτο και θα μιλήσω στη μαμά μου. Είναι καλύτερα με την υγεία της τώρα.

Θα πάρω μαζί μου και την Αγγελική. Εκείνη μου το πρότεινε δηλαδή, να πάμε μαζί στο Ναύπλιο και να μιλήσουμε μαζί της. Δυο γυναίκες έχουν καλύτερη πειθώ από μια, πόσο μάλλον μια γυναίκα σαν την Αγγελική. Οφ, δεν αντέχω άλλο αυτή τη σιωπή.

Μετάνιωσε, σίγουρα έχει μετανιώσει. Ίσως λυπήθηκε που είμαι σ’ αυτή τη κατάσταση και αναγκάστηκε να χωρίσει. Ίσως να του έχω φορτωθεί και λόγο της κατάστασης μου να μην θέλει να με στεναχωρήσει.

«Άρη επειδή με λυπάσαι τα κάνεις όλα αυτά;», τον ρωτάω αλλά δεν απαντάει. Σφίγγει τα χέρια του στο τιμόνι και συνεχίζει την οδήγηση. Στο πρώτο άνοιγμα που βρίσκει σταματάει το αυτοκίνητο βγάζει τη ζώνη του και στρέφεται προς εμένα.

«Τι είπες Μελίνα;»

«Με λυπάσαι;»

«Από πού προέκυψε αυτό;»

«Είσαι κάπως απ’ την ώρα που γύρισες. Άρη κοίτα, μπορεί να νιώθεις υποχρεωμένος για μένα επειδή εσύ με βρήκες σ’ αυτή τη κατάσταση, αλλά ειλικρινά δεν θέλω να με λυπάσαι. Έχω ανθρώπους δίπλα μου και ξέρω τι θα κάνω για να σταθώ στα πόδια μου, άλλωστε…».

ΠΙΣΩ ΑΠΟ ΤΙΣ ΚΑΜΕΡΕΣ... (Book 1)Onde histórias criam vida. Descubra agora