ΚΕΦ 6Β

236 34 0
                                    


Η Μαντλίν σηκώθηκε από το κρεβάτι με δυσκολία. Τα τραύματα στην πλάτη της υποχωρούσαν, μα ακόμα την ενοχλούσαν στις κινήσεις της. Ο ολιγόωρος ύπνος έκανε τα μάτια της να κλείνουν με δική τους πρωτοβουλία. Φόρεσε τη μάλλινη κουβέρτα σαν σάλι. Πήρε το ποτήρι με το γάλα και στάθηκε μπροστά από το παράθυρο. Ο ουρανός είχε αρχίσει, δειλά, να φωτίζεται στο βάθος. Το παράθυρο είχε θέα σε έναν πανέμορφο κήπο με ανθισμένα οπωροφόρα. Άνοιξε το παράθυρο και το ευωδιαστό άρωμά την τύλιξε, ξυπνώντας τις αισθήσεις της.

Η εικόνα του Αλεξάντερ κατέκλυσε το μυαλό της. Τα γελαστά μάτια του, η βαθιά φωνή και το απαλό του άγγιγμα. Ένα ρίγος διαπέρασε τη ραχοκοκαλιά της.
Ένιωθε μόνη για πολύ καιρό στο πατρικό της σπίτι. Ένιωθε ξένη. Της έλειπε η φροντίδα, η στοργή και το ενδιαφέρον και αυτός ο άντρας τα προσέφερε όλα αυτά, απλόχερα. Φυσικά δεν είχε προλάβει να αναλύσει στο μυαλό της την προηγούμενη μέρα, μα το ένστικτό της δεν την προειδοποιούσε για ενδεχόμενο κίνδυνο.

Ήπιε το γάλα της και έφαγε το λαχταριστό ψωμάκι με παπαρουνόσπορο.

Πάνω στο μπαούλο είχαν αφήσει ρούχα όμορφα διπλωμένα. Τα μάτια της έλεγξαν τον χώρο. Δεν έβλεπε τα δικά της πουθενά στην κάμαρα εκτός από τον μανδύα της που ήταν αφημένος πάνω στην καρέκλα.

Βαμβακερά εσώρουχα και ένα πολυτελές γαλάζιο φόρεμα με κεντητά άσπρα λουλούδια στα μανίκια. Μακριές, λεπτές κάλτσες και λευκά μποτάκια μέχρι τον αστράγαλο, λίγο μεγαλύτερα από το νούμερο της. Υπέθεσε πως άνηκαν στην αδερφή του. Πιο ψηλή συμπέρανε, κρίνοντας από το μάκρος του φορέματος. Θα τα επέστρεφε με την πρώτη ευκαιρία.

Τα φόρεσε γρήγορα, χτένισε τα μαλλιά της με τα δάχτυλα της και τα μάζεψε με μια μεταξωτή κορδέλα. Πέρασε τη μακριά αλυσίδα με το φυλακτό και το δακτυλίδι στο λαιμό της και έσπρωξε τα κοσμήματα βαθιά στην σχισμή του στήθους της.

----------------->

Ο Αλεξάντερ συνόδευσε την Μαντλίν στο πίσω μέρος του αρχοντικού. Από μια μικρή πορτούλα του κήπου βγήκαν στον παράδρομο. Εκεί τους περίμενε ο Τζον με μια κλειστή άμαξα στην οποία είχαν ζέψει το δικό της άλογο και του Αλεξάντερ.

Η άμαξα ήταν καλοδιατηρημένη και αναδείκνυε τον πλούτο των ιδιοκτητών της. Μαύρη, αστραφτερή, με εντυπωσιακές επίχρυσες λεπτομέρειες στις γωνίες της.

Ο Τζον τη χαιρέτησε, αγγίζοντας το γείσο του καπέλου του, ύστερα κάθισε στη θέση του οδηγού. Η Μαντλίν ανταπέδωσε με ένα ευγενικό χαμόγελο, όταν όμως γύρισε το βλέμμα της στον Αλεξάντερ ήταν γεμάτο ερωτηματικά. Πίστευε πως θα συνέχιζαν με τα άλογα τους το ταξίδι. Προτού ρωτήσει, ο Αλεξάντερ τής άνοιξε την πόρτα για να μπει στην καμπίνα και σχολίασε χαμηλόφωνα,

ΑΝΑΡΜΟΣΤΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - Η ΣΥΜΦΩΝΙΑWhere stories live. Discover now