Η άμαξα έκοψε ταχύτητα, που σήμαινε πως είχε μπει στο διαμάντι της Νος, το γραφικό και φασαριόζικο όπως αποδεικνυόταν λιμάνι της. Πλέον κινούνταν πολύ αργά προς το χώρο που στάθμευαν οι άμαξες, δίνοντας την ευκαιρία στη Μαντλίν να κοιτάζει από το παράθυρο το θέαμα, νιώθοντας γοητευμένη.
Οι αποβάθρες ήταν γεμάτες κόσμο που πηγαινοερχόταν βιαστικά.
Μεγάλα κάρα ήταν γεμάτα με στοιχισμένα κιβώτια. Κατευθύνονταν σε μια σειρά από διώροφα πετρόχτιστα κτίσματα. Στον πάνω όροφο αυτών των κτισμάτων τα παράθυρα ήταν διάπλατα ανοικτά. Εκεί βρίσκονταν τα γραφεία των υπεύθυνων των μεταφορών. Ενίοτε κάποιος υπεύθυνος έβγαινε στο παράθυρο του και φώναζε οδηγίες στους βοηθούς του για την τοποθέτηση των φορτίων στις αποθήκες.
Ξύλινα περίπτερα συνέχιζαν την σειρά των κτισμάτων. Μικροπωλητές από τα χωριά της Νος διαλαλούσαν με αγριοφωνάρες την πραμάτεια τους. Οι πιο ευρηματικοί έφτιαχναν και ποιηματάκια για να τραβήξουν την προσοχή των περαστικών. Εμπορεύονταν φρούτα, λαχανικά, κρασί και μέλι, λουλούδια και βότανα ανάλογα με την παραγωγή της κάθε οικογένειας. Άλλοι πάλι πουλούσαν εξωτικά πουλιά, μπαχαρικά και ξηρούς καρπούς που μόλις είχαν παραλάβει από τις νότιες χώρες.
Πολλά μεγάλα και μικρά πλοία μπαινόβγαιναν στις προβλήτες. Τόσα πολλά, που έδιναν την αίσθηση του συναγωνισμού για μια θέση στο λιμάνι της Νος. Παραδίπλα στη μικρότερη προβλήτα έδεναν μικρά, πολύχρωμα βαρκάκια. Ψαράδες ξεφόρτωναν τα δίχτυα με την ψαριά τους, με τους γλαρούς και τις γάτες να τους περιτριγυρίζουν ελπίζοντας σε έναν εκλεκτό μεζέ. Η μυρωδιά του ψαριού και του ιωδίου ήταν διάχυτη στον αέρα.
Ο ουρανός έμοιαζε με αχνογάλανο καμβά που σε τίποτα δεν θύμιζε την περασμένη βροχερή νύχτα. Ο ήλιος είχε ανέβει ψηλότερα και σκορπούσε ζεστασιά και λάμψη. Η θάλασσα ήταν ένα γαλαζοπράσινο βελούδο που στραφτάλιζε τόπους τόπους με το παιχνίδισμα των ηλιαχτίδων στην επιφάνειά της.
Στο βάθος του λιμανιού στα δεξιά φαινόταν η Χρυσή Ακτή.
Η καρδιά της Μαντλίν χτύπησε ξέφρενα. Τα είχε καταφέρει. Η ανανεωμένη αισιοδοξία που αισθάνθηκε, έκανε το σώμα της να δονείται από μια ευχάριστη ανυπομονησία. Στριφογύρισε νευρικά στο κάθισμά της. Ήθελε να ανοίξει την πόρτα, να πεταχτεί έξω και να αρχίσει να τρέχει προς τα εκεί. Ζεστό χαμόγελο ζωγραφίστηκε σε όλο της το πρόσωπο και τα μάτια της που ακτινοβολούσαν, έκαναν την καρδιά του Αλεξάντερ να αναπηδήσει. Ήταν η ανταμοιβή του.
YOU ARE READING
ΑΝΑΡΜΟΣΤΕΣ ΣΧΕΣΕΙΣ - Η ΣΥΜΦΩΝΙΑ
Historical FictionΡΟΜΑΝΤΙΚO ΠΑΡΑΜΥΘΙ ΕΠΟΧΗΣ. ... Την κρατούσε από το χέρι και βγήκαν μαζί από την πίσω πόρτα του θερμοκηπίου... Ο Αλεξάντερ είχε παγώσει στην θέση του. Είχε ένα φίδι στον κόρφο του. Ένας βασιλογενής γαιοκτήμονας ενδιαφερόταν για την Μαντλίν. Επιπλέο...