"Αλεξάνδρα, Αλεξάνδρα.. ξυπνά,ξυπνά" η φωνή του μικρού της αδερφού και τα χοροπηδήματα του που έκαναν το μικρο της κρεβάτι να κυματίζει την έκαναν να ξυπνήσει απότομα.
"Τι θέλεις γαμώτο πρωί πρωί;" του είπε φανερά εκνευρισμένα εκείνη σκεπάζοντας το πρόσωπο της ακόμη περισσότερο με το απαλό της σεντόνι.
"Πρώτων δεν είναι πρωί, δεύτερων πήρε ο θείος τηλέφωνο και είπε να πας κατευθείαν από κει μόλις ξυπνήσεις γιατί σε χρειάζεται για κάποιες δουλειές και τρίτον κάποιος έπρεπε να μου φτιάξει να φάω. Κοντεύει 1.30 το μεσημέρι και η μαμά χθες έλεγε ότι θα αργήσει να γυρίσει από το νοσοκομείο σήμερα. Όποτε μεγάλη κούκλα αδερφή μου σήκω και πάρε το στομάχι μου στα χέρια σου." Λέει εκείνος με μια ανάσα αφού δεν προλαβαίνει να πει κάτι άλλο από την στιγμή που η Αλεξάνδρα τον τραβάει από τα πόδια έτσι ώστε να πέσει δίπλα της στο μαλακό στρώμα και με αμφότερο σκοπό να αρχίσει να τον γαργαλάει παντού.
"Πάνε κάτω να δεις λίγη τηλεόραση και έρχομαι να σου κάνω να φας." Του λέει μετά από ώρα παιχνιδιού και αφού τα δυνατά του γέλια σταμάτησαν να ηχούν στο χώρο.
Του έχει μεγάλη αδυναμία και ας μην του το δείχνει κι εκείνος ξέρει πάρα πολύ καλά πόσο τον αγαπάει, εξάλλου αδερφός της είναι και μάλιστα μικρότερος, ποια αδέρφια δεν αγαπιούνται μεταξύ τους;
Από τότε που έχασαν το μεγάλο τους αδερφό, Μανώλη, η Αλεξάνδρα με τον μικρο της οικογένειας δέθηκαν όλο και περισσότερο. Τον προστάτευε από όλους και όλα και εκείνος την αγαπούσε, μόνο την αδερφή του έβλεπε έτσι κι αλλιώς και να μην ήθελε, ήταν υποχρεωμένος να την αγαπάει. Δεν έχουν μεγάλη διάφορα μεταξύ τους και αυτό είναι που τους δένει πιο πολύ, η συνεννόηση. Την μητέρα τους δεν την βλέπουν συχνά. Όταν εκείνη γυρίζει, τα παιδιά ή είναι στο σχολείο ή θα κοιμούνται αφού εργάζεται ως νοσοκόμα σε ένα από τα μεγαλύτερα νοσοκομεία της πόλης.
Ταλαιπωρημένη γυναικά η μητέρα τους. Ο χωρισμός με τον σύζυγο της την έχει στιγματίσει. Είχε παντρευτεί ξανά στο παρελθόν και έκανε αυτά τα τρία παιδιά, όταν έμεινε χήρα από τον τότε σύζυγό της ο οκτάχρονος Μανώλης, σαν πιο μεγάλος καταλάβαινε διάφορα και ήξερε τον λόγο που έφυγε ο πατέρας του ενώ η Αλεξάνδρα ήταν σε ηλικία έξι χρόνων και αυτό ήταν αρκετά δύσκολο έτσι ώστε να μπορέσει να καταλαβαίνει τι ακριβώς γινόταν. Το μόνο που της έλεγε ο αδερφός της εκείνο το καιρό ήταν "μικρούλι ο μπαμπάς είναι εδώ, σε βλέπει. Πάντα σε βλέπει, εντάξει; όλα θα πάνε καλά, εγώ δεν θα σε αφήσω μονή σου." Μόνο έτσι μπορούσαν να ηρεμήσουν οι παιδικές της ήμερες, ξέροντας πως κάποια άτομα δεν θα την αφήσουν μόνη ποτέ. Ο μικρούλης της οικογένειας ήταν τεσσάρων τότε και αν τον ρωτήσει κάνεις ακόμη και σήμερα αν θυμάται θα απαντήσει σε όλους πως δεν τον γνώρισε πότε για να μπορέσει να θυμάται.

VOCÊ ESTÁ LENDO
Unexpected love.
RomanceΔυο εντελώς διαφορετικά παιδιά που η ζωή δεν τους φέρθηκε με τον καλύτερο τροπο, συναντιούνται και ανακαλύπτουν ό,τι τελικά μπορεί όντως τα ετερώνυμα να έλκονται. Μια αποχώρηση, ένας θάνατος και αρκετές απογοητεύσεις κάθε στιγμη, πιστεύετε πως μπορο...