Chapter 31

646 51 6
                                    

2 Εβδομάδες μετά.

Δυο εβδομάδες.
Πέρασαν δυο ολόκληρες εβδομάδες που δεν είχαν μιλήσει. Εκείνος,προσπαθούσε διαρκώς να έρθει σε επαφή μαζί της για να καταφέρει έστω να της εξηγήσει αλλά ο κόπος ήταν μάταιος.

Πέρασαν δυο εβδομάδες που φαινόντουσαν αιώνας για την Αλεξάνδρα. Της ήταν δύσκολο να μπορέσει να συνειδητοποιήσει όλα αυτά που είχαν συμβεί. Ο πόνος της είχε πλέον μαραθεί και η ίδια άφησε τον εαυτό της υπό την επήρεια του αβάστακτου χρόνου. Ο χρόνος, ο μοναδικός της εχθρός. Μπορούσε άραγε να συμφιλιωθεί μαζί του ή θα παρέμενε για πάντα ο μεγαλύτερος της αντίπαλος;

Δυο εβδομάδες.
Πέρασε δυο εβδομάδες στην δική του, μοναδική Κόλαση. Μπόρεσε και βρήκε επιτέλους την δύναμη να παραδεχτεί έστω στον εαυτό του πως η ζωή του χωρίς την Αλεξάνδρα ήταν μια Κόλαση. Δεν σταμάτησε λεπτό τις συνήθειές του. Δεν μπορούσε να σκέφτεται τα λάθη του. Η άσπρη σκόνη έγινε η καλύτερή του φίλη και το αλκοόλ ο μοναδικός του σύμμαχος. Κάθε πρωί σηκωνόταν από το κρεβάτι και μετάνιωνε για τις αμαρτίες του, ενώ κάθε βραδύ βλασφημούσε που ξάπλωνε ολομόναχος σε ένα άδειο και ανούσιο κρεβάτι. Έτσι είχε γίνει η ζωή του πλέον, άδεια και ανούσια. Δεν είχε λόγους να χαμογελάει και να είναι ευτυχισμένος. Η απουσία της τον τρέλαινε ενώ η απόρριψή της τον σκότωνε κάθε μέρα και περισσότερο.

[...]

"Που έχεις χαθεί εσύ;" την ρώτησε ο κολλητός της, Κυριάκος ενώ προχωρούσαν στο μουντό διάδρομο του σχολείου.

"Είχα κάποια τρεξίματα με τον παππού. Άσε δεν θέλω να το συζητήσω" του απάντησε λέγοντας του την μισή αλήθεια.

Τι να του έλεγε; Δεν είχε λέξεις να εκφράσει τα αισθήματα της. Δεν ήθελε να σκέφτεται καν πως έχει περάσει κάτι τέτοιο. Έτσι απλά του απάντησε και έσκυψε το κεφάλι της μπαίνοντας στην αίθουσα που είχε μάθημα.

[...]

"Αν την πειράξεις,ορκίζομαι ότι θα σου ξεριζώσω την γαμημένη σου καρδιά και θα στην δώσω να την φας.Μ'ακούς;" ούρλιαξε μέσα από το ακουστικό αλλά δεν είχε συνειδητοποιήσει πως ο εκνευριστικός ήχος που σε ενημερώνει για την τερμάτιση της κλήσης είχε ήδη αρχίσει.

Πέταξε το κινητό του στο τραπέζι ενώ έβριζε μέσα από τα δόντια του. Μετά από λίγο έκατσε στον μεγαλο καναπέ και με τις παλάμες του ακούμπησε το πρόσωπο του. Ήθελε να βρει έναν τρόπο έτσι ώστε να μην την πειράξουν. Να μην έρθουν καν σε επαφή μαζί της. Η Αλεξάνδρα ήταν σημαντική για εκείνον. Δεν ήθελε να την χάσει και κυρίως δεν ήθελε σε καμιά περίπτωση να του την πάρουν αυτοί. Εκείνοι για τους οποίος ήταν σίγουρος πως θα της έκαναν κακό. Ήθελε να την πάρει μακριά από όλους όσους θα την έβλαπταν,μακριά από όλα εκεινα τα άσχημα που τους περίμεναν. Να την κάνει ευτυχισμένη και να την προστατεύει,πάντα.

Unexpected love.Where stories live. Discover now