Δεν ανακατεύομαι.
Όχι. Δεν θέλω να ξεράσω.
Όλα είναι στο μυαλό μου.
Αυτός ο διάολος, η μαγιονέζα ήταν βαριά τελικά.
Λέω να ξεράσω τελικά...
<<Λύτρααα...>>
<<Ακούω.>>
Μετά από αυτό θα με έβριζε.
<<Θέλω να πάω στο μπάνιο.>>
Και μετά από αυτά με έπιασε και η όρεξη να κατουρήσω.
Τέλεια.
Σημειώνω την ειρωνεία.
<<Πριν λίγο κάναμε στάση.>>
Λες να μην το ξέρω ιδιοφυΐα; Εκεί ήμουν όταν στην έπεφτε η ξεχαρβαλωμένη νυφίτσα. Σιγά μην σε άφηνα στα δόντια της...
<<Δεν μπορούμε να κάνουμε άλλη μια;>>
Ξεφύσηξε ενοχλημένος και έβγαλε το κινητό από την τσέπη του. Θα έψαχνε κοντινά μαγαζιά για στάση. Τουλάχιστον αυτό ήλπιζα εκτός και αν ήθελε μια βρεγμένη θέση συνοδηγού.
Και δεν το εννοώ με την καλή έννοια...
Χριστέ μου.
Τι σκέφτομαι στην ανάγκη που βρίσκομαι!
<<Έχει ένα βενζινάδικο σε λίγα χιλιόμετρα. Μπορείς να κρατηθείς;>>
Όχι.
<<Βέβαια!>>
Ελπίζω μόνο να είναι λίγα τα χιλιόμετρα.
<<Περίεργο. Δεν θυμάμαι να κρατήθηκες όταν ήμασταν σπίτι μου.>>
<<Ψεύτη->>
<<Όταν ήμασταν στο δωμάτιο μου συγκεκριμένα...>>
Ω και μάλλον δεν έλεγε ψέμματα. Αναφέρεται στην ντροπιαστική στιγμή που έφυγα τρέχοντας επειδή δεν μπορούσα να συγκρατήσω τον ενθουσιασμό μου. Και ναι, αυτό δεν ήταν ένα θέμα που θα ήθελα να συζητήσω σε μια τόσο ευαίσθητη κατάσταση.
<<Δεν μου θυμίζει κάτι, όχι.>>
Συμπεριφέρσου σαν μωρό που έκανε ζαβολιά, Γαβριέλα! Μπράβο!
<<Είσαι σίγουρη;>>
Θα απαντούσα θετικά την στιγμή που το χέρι του ακούμπησε διακριτικά το γόνατο μου.
Αυτός ο άνδρας πάει γυρεύοντας.
<<Εκμεταλλεύεσαι ανάγκες!>>
BINABASA MO ANG
His tattoo
RomanceΓαβριέλα Παπαστεφάνου. Μια καλοκαιρινή νύχτα σε ένα κλαμπ της Κέρκυρας. Ένας τύπος με τατουάζ. Ένα φιλί. 《Έλα Γκάμπι, χαλάρωσε λίγο.》 Φώναξε η Ελβίρα. 《Δεν πίνω.》 Φώναξα αλλά προφανώς και δεν με άκουσε. Χριστέ μου ποιος ξέρει τι μου έχει...