(4) Cold water

1.1K 101 3
                                    

Άναψα ένα τσιγάρο και το έφερα στα χείλη μου.

"...και κάπως έτσι θα τα πάρουμε" λέει ο Γιάννης.

Μιλούσαμε για το σχέδιο όπου θα παίρναμε τις καραμέλες, έτσι λέμε τα χαπάκια εμείς.

"Κάτσε ρε Γιάννη και ποιος θα πάει να τα πάρει; Οι μπάτσοι; Θα μας φάνε" ρωτάει η Χρύσα.

"Σκεφτόμουν η Αλέξα....είναι η πιο γρήγορη και αν γίνει κάτι θα μπορέσει να ξεφύγει" απαντά εκείνος.

"Ξεχάστε το μάγκες, εγώ δεν πάω" τους ανακοινώνω.

Αν με πιάσουν τη γάμησα...

"Ελα ρε Αλέξα γαμώτο είσαι η μόνη ευκαιρία" λέει ο Κώστας.

"Δεν υπάρχει περίπτωση" λέω ξανά

"Αλέξα συγκεντρώσου! Θα τα καταφέρεις" πετάγεται ο Γιάννης κοιτώντας με.

Κοιτάζω τριγύρω.

"Άντε καλά θα το κάνω" υποχωρώ.

Αλλά αυτό που δεν ξέρουν είναι πως δεν υποχωρώ για αυτούς. Μκυ αρέσει να τρέχω και να κρύβομαι από το σωστό. Η αδρεναλίνη μου φτάνει στα όρια....

"Άντε ρε μωρό, για αυτό σε γουστάρω τρελά θεάρα μου" λέει ο Κώστας.

"Μαλάκα Κώστα βούλωσέ το, γιατί δεν θα μπορείς να περπατήσεις με δυο σπασμένα πόδια" τον απειλώ.

Γελάμε και οι δύο. Ξέρουμε πως πειράζουμε ο ένας τον άλλον..

"Υπέροχα! Άρα έκλεισε. Άαα ρε Αλέξα" λέει ο Γιάννης χαροπός και πέφτει πάνω στην πολυθρόνα άνετος.

"Να βάλεις άνετα, μαύρα ρούχα εε" συμπληρώνει

"Όχι ρε έλεγα να φορέσω ένα φόρεμα ολόιδιο με αυτό της Σταχτοπούτας στον χορό μόνο που το δικό μου θα έχει έξτρα λάμψη" ειρωνεύομαι κααι εκείνος ρουθουνίζει ενώ ανάβει ένα τσιγάρο.

Κατά τις 5:00π.μ. κίνησα για το σπίτι. Άνοιξα την πόρτα σιγά σιγά και ευτυχώς όλοι κοιμόντουσαν.

Μπήκα στο δωμάτιό μου και έκλεισα την πόρτα πίσω μου.

Άλλαξα και μπήκα στο μπάνιο.

Το παγωμένο νερό πάντα με βοηθούσε. Μπορεί να ήταν χειμώνας, αλλά δεν με ένοιαζε.

Το να χαλαρώσω δεν αποτελούσε επιλογή για μένα...

Γιατί όπως κάθε φορά έτσι και τώρα θυμόμουν σκηνές από την εποχή που ήμασταν μια ευτυχισμένη οικογένεια.

Χωρίς να το καταλάβω δάκρυα έτρεχαν από τα μάτια μου.

Γαμώτο...δεν πρέπει να θυμάμαι. Έχω δουλέψει πολύ σκληρά για να τα αφήσω στο παρελθόν.

Άρπαξα το ξυραφάκι που είχα στο μπάνιο και χάραξα μια γραμμή στο χέρι μου.

Και άλλη μια...

Και άλλη...

Το νερό που έτρεχε στο πάτωμα της μπανιέρας ήταν πλέον κόκκινο.

Χαμογέλασα. Μια ψυχοπαθής είμαι τελικά..

Μακάρι έτσι να έφευγαν και όσα με κολάζουν καθημερινά. Όπως το νερό παίρνει το αίμα από το χέρι μου...

Ξεπλύθηκα και έκλεισα τη βρύση. Ο ύπνος με πήρε τη στιγμή που ακούμπησα το κεφάλι μου στο μαξιλάρι.

▪ ~ ▪ ~ ▪ ~ ▪

Χέλλοου

Ολα καλα ?

Πώς περνάτε τις διακοπές σας ???

💜💜

Εμμ δεν έχω κάτι να πω βασικά οπότε ελπίζω να σας αρέσουν τα κεφάλαια και γενικά η ιστορία 🎀

Τα λέμεεε

How I chose to survive Tahanan ng mga kuwento. Tumuklas ngayon