XVII Ο Πρώτος Νεκρός

402 51 150
                                    

Όλο το βράδυ, οι στρατηγοί των Αχαιών κάθονταν στο πλοίο του Αγαμέμνωνα και διατηρούσαν σιωπή, ενώ έψαχναν να βρουν τρόπο να πατήσουν στα εδάφη της Τροίας, χωρίς να θυσιάσουν τη ζωή τους. Η προφητεία της θεάς Θέτιδας είχε γίνει γνωστή σε όλο τον στόλο· οποίος πατούσε πρώτος στην άμμο του Ιλίου, θα έπεφτε πρώτος νεκρός.

Κάποια στιγμή, κι ενώ για πολλές ώρες είχαν μείνει σιωπηλοί και ανύμποροι, ο Οδυσσέας έσπασε τη σιωπή και τους είπε αποφασιστικά:

"Ξέρω τι πρέπει να γίνει για να ξεπεράσουμε τον χρησμό. Για αυτό, εμπιστευθείτε με και κοιμηθείτε ήσυχοι στα πλοία σας."

Ύστερα, τους ευχήθηκε καληνύχτα και έφυγε από το πλοίο του Αγαμέμνωνα, σίγουρος για την επιβίωσή του, μια που η Αθηνά του υποσχέθηκε ότι θα τον προστάτευε για πολλά ακόμα χρόνια.

Το επόμενο πρωί, έφτασαν στα παράλια της Τροίας. Ο Τρωϊκός στρατός τους περίμενε.

Εκείνη τη στιγμή, ο Οδυσσέας κοίταξε προσεκτικά τους αρχηγούς του στρατού απέναντι τους.

Αυτός που φαινόταν Αρχιστράτηγος ήταν ένας νεαρός, όχι πάνω από είκοσι πέντε ετών, με μαύρα σγουρά μαλλιά που ανέμιζαν κάτω από την ασημένια περικεφαλαία του και δυο μάτια που έδειχναν τρομακτικά. Έπρεπε να ήταν ο Έκτορας, ο μεγαλύτερος γιος του Πριάμου και διάδοχος της Τροίας. Για αυτόν ο Οδυσσέας είχε ακούσει ότι ήταν ο σπουδαιότερος πολεμιστής που είχε ποτέ γεννηθεί στην Τροία και η βασιλεία του προμηνύονταν δοξασμένη. Σκέφτηκε πόσο μεγάλη θα ήταν η τιμή του αν τον σκότωνε, αλλά και πόσο μεγάλος θα ήταν ο αριθμός των νεκρών από το ακόντιο και το σπαθί του.

Δίπλα στον Έκτορα ίππευε ένας πολύ λιγότερο ψηλός από εκείνος, μα ιδιαίτερα ρωμαλέος άνδρας, που μόλις έβγαλε την περικεφαλαία, εμφάνισε μαλλιά πολύ κοντά κομμένα και κοκκινωπά. Η όψη του είχε την αυτά του ημίθεου και σε αυτόν αμέσως αναγνώρισε τον Αινεία, τον γιο του βασιλιά Αγχίση, του θνητού που ερωτεύτηκε η θεά Αφροδίτη.

Αυτοί οι άνδρες φαίνονταν οι ικανότεροι των Τρώων κι ένα χαμόγελο ειρωνείας σχηματίστηκε στο πρόσωπό του. Ο Πάρης, ο υπεύθυνος για όλη αυτή την κτηνωδία, δε βρισκόταν πουθενά. Για άλλη μια φορά απέδειξε πόσο μεγάλος δειλός ήταν, που σε βγήκε να υπερασπιστεί την πόλη του και τη γυναίκα του, για την οποία γινόταν ο πόλεμος.

Ακριβώς δίπλα στο πλοίο του Οδυσσέα είχε σταθεί το πλοίο του Πρωτεσίλαου, του πρωτότοκου γιου του ήρωα και βασιλιά της Θεσσαλικής Φυλάκης Ίφικλου. Ένα αγόρι δεκαέξι ετών, νιόπαντρος με μια πανέμορφη νέα, τη Λαοδάμεια. Ο Οδυσσέας τον είχε ακούσει άπειρες φορές να μιλάει για εκείνη και ο τρόπος που τα μάτια του έλαμπαν του θύμιζε τον εαυτό του, όταν αναφερόταν στην Πηνελόπη.

Ο Τρωικός Πόλεμος [Cover By -truesoul]Where stories live. Discover now