XLII Ενότητα και Απόταξη Οργής

162 17 90
                                    

~Επίσημα, απειρες ευχαριστοες στην καταπληκτική -truesoul για το φανταστικό εξώφυλλο~

Άλλη μια νύχτα σιωπής, τραγικής απουσίας και βασανιστικών ωρών μοναξιάς. Μια νύχτα που η φιλήσυχη Ανδρομάχη έφερε το αναγκαίο καθήκον να καθίσει βουβά και να περιμένει· απλώς να αναμένει και να μη δράσει. Άλλωστε, δεν μπορούσε να κάνει τίποτα, παρά να περιφέρεται στην κάμαρη της νευρικά, ανήσυχα, σφίγγοντας στην αγκάλη τον γιό της, που κοιμόταν γαλήνια. Αυτό το αξιαγάπητο, πανέμορφο αγόρι, που έχαιρε απίστευτης αγάπης και φροντίδας αναπαύονταν σε δυο χέρια που το λάτρευαν, ξέγνοιαστο. Η Ανδρομάχη τον ζήλευε.

Λαχταρούσε να είχε κι εκείνη την ανέμελη σκέψη του παιδιού της, να λησμονούσε έστω κι ελάχιστα τον εφιάλτη που βίωνε. Να ξεχνούσε τον Πόλεμο, την καθημερινή αγωνία, την πολιορκία που έμοιαζε ατελείωτη, όλα όσα της είχε κοστίσει, αδέλφια και γονείς.

Μολονότι είχαν άπαντες λυπηθεί για τον Σαρπηδόνα, τον κραταιό ημίθεο που είχε χαθεί απροσδόκητα, ενώ ακόμη δεν είχαν συνειδητοποιήσει τον χαμό του Ρήσου, οι Τρώες είχαν αναθαρρήσει αισθητά από τον θάνατο του Πάτροκλου. Πιότερο επειδή γνώριζαν πόσο είχε τραυματίσει το ηθικό των Αχαιών παρά για την ίδια του την ικανότητα κι επικινδυνότητα· εξάλλου, δεν επρόκειτο για τη μέγιστη απειλή των Μυρμιδόνων. Ωστόσο, η Ανδρομάχη δεν είχε χαρεί διόλου, μάλλον είχε ανησυχήσει χίλιες φορές περισσότερο.

Ο Αστυάνακτας άρχισε να κλαίει, πεινώντας και πάλι κι αφού έλειπε η τροφός -την είχε στείλει για ύπνο προ πολλού- βάλθηκε η ίδια να τον θηλάσει. Απρόθυμα έμεινε ακίνητη, κάθισε στο ανάκλιντρο της ανακούρκουδα και γύμνωσε το στήθος, για να ταΐσει τον μοναχογιό της. Όσο εκείνος έπινε λαίμαργα το γάλα της μητέρας του, ένιωσε να χαλαρώνει ανεπαίσθητα, να απολύει τη μερίδα του λέοντος της ανησυχίας και αγωνίας της. Ωστόσο, ο μικρός της ήθελε να την κρατήσει σε εγρήγορση κι έτσι έπαιζε με τα λυτά μαλλιά της, ώστε τον κατέβασε στο δάπεδο να μπουσουλήσει. Προς μεγάλη της έκπληξη, επέδειξε αψήφηση, στηριζόμενος στα δυο του πόδια έναντι τεσσάρων, για να περπατήσει κανονικά. Την ξάφνιασε τόσο, που ένας νευρικός γέλωτας την κατέλαβε. Εκείνος, όμως, ακλόνητος, πείσμων σαν τον πατέρα του, δε λογάριασε τίποτα και στάθηκε με κορμί ολόισιο, αγνοώντας περήφανα το τρέμουλο στα γόνατά του.

Όταν κατάφερε το πρώτο βήμα, κόντεψε να πετύχει σχεδόν, χάνοντας την ισορροπία του την τελευταία στιγμή. Η Ανδρομάχη, όμως, τον άρπαξε από τα χέρια προστατευτικά, κρατώντας τα ψηλά, για να στηρίζεται και να βηματίζει με ασφάλεια το σπλάχνο της. Έτσι, ο πρίγκιπας εκτέλεσε ένα άρτιο βήμα κι άλλο ένα κι έπειτα άλλο, οργώνοντας ακούραστα το δώμα ενθουσιασμένος απερίγραπτα κι ευτυχής για τη νέα του ικανότητα. Στην ασφάλεια της μητέρας, ένιωθε ικανός και να πετάξει.

Ο Τρωικός Πόλεμος [Cover By -truesoul]Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin