~Aesthetics παραγωγής της υποφαινόμενης~
Η Σελήνη είχε επικρατήσει με το ασημένιο της άρμα ολικά στον Ουρανό, οι πυρές είχαν σβήσει και μονάχα οι λύχνοι φώτιζαν όσους ξαγρυπνούσαν με πνεύματα ανήσυχα. Εφόσον είχαν παρέλθει τα πραγματικά πλούσια γεύματα του Πηλείδη, ελάχιστοι παρέμεναν ξάγρυπνοι, εφόσον κανένας δεν είχε μείνει νηστικός.
Ο Αχιλλέας, πάλι, μήτε είχε φάει ιδιαίτερα μηδέ κοιμόταν. Δεν είχε καν πλυθεί ακόμη κι έτσι, μονάχα η Βρυσηίδα είχε παραμείνει δίπλα του, ακοίμητη και επιμόνως σθεναρή σύντροφος στον πόνο και την ψυχική καταβολή.
Κάποια στιγμή, βγήκε από την πλήρη του κατάκλιση και σηκώθηκε, διαταράσσοντας την απόπειρα της αλλοτινής Βασίλισσας στη γαλήνη.
«Απορώ πώς ηρεμείς και δεν οδύρεσαι διαρκώς,» προσπάθησε να της πει μα η φωνή του κόπηκε από έναν λυγμό και λύθηκε ξανά σε δάκρυα.
Η Βρυσηίδα έσπευσε και τον αγκάλιασε με όλη της την αγάπη να αναβλύζει. Τον οδήγησε στη σκηνή μέσα κι αφού δε συνάντησε αντίσταση, αναθάρρησε.
Την ώθησε να ξαπλώσουν στην κλίνη του μα τότε, εκείνη πρόβαλε αντίσταση.
«Πρώτα θα σε πλύνω, να είσαι καθάριος. Όλα όσα του υποσχέθηκες, εκπληρώθηκαν.»
Έτσι, βγήκαν από την πισινή έξοδο της σκηνής κι εκεί, η Βρυσηίδα γέμισε κρατήρες με νερό ποταμίσιο, έτοιμη να ανάψει φωτιά στον τρίποδα μα ο Αχιλλέας τη σταμάτησε.
«Μην κουράζεσαι τόσο,» τόνισε, με μια κίνηση αδιαφορίας. Δεν τον ένοιαζε διόλου άμα θα ήταν ζεστό ή κρύο το νερό.
Συνεπώς, το σχεδόν τελετουργικό του λουτρό ήταν κρύο. Η Βρυσηίδα τον έτριψε με όλη της τη δύναμη, καθαρίζοντας τριών μερών βρομιά από το δέρμα του, χώμα, λάσπη, ιδρώτα, αίμα εχθρών, υπολείμματα από χορτάρια του Σκαμάνδρου.
«Είχαν δίκιο, όταν σου ζήτησαν να πλυθείς,» της ξέφυγε κάποια στιγμή, καθώς πάλευε με το χώμα στον μηρό του.
ŞİMDİ OKUDUĞUN
Ο Τρωικός Πόλεμος [Cover By -truesoul]
Tarihi Kurgu#1 in Historical Fiction (3/09/2017) Ο Πόλεμος των Ελλήνων και των Τρώων από την αρχή μέχρι το τέλος. Ξεκινά από το χτίσιμο της Τροίας και τελειώνει στην επιστροφή της Ελένης στη Σπάρτη. Δεν μου ανήκει τίποτα. Ή μάλλον κάτι μου ανήκει γιατί είμαι...