[32]~ Τίποτα δεν αλλάζει... ~

487 56 126
                                    

| Hºw Tº RemembeR |

| Your face |

[Εμίλιας pov…]

Τα μάτια μου ανοιγόκλεισαν και η ανάσα μου κόπηκε ακαριαία, κοιτάζοντας τα δεκάδες βλέμματα που είχαν στραφεί πάνω μου, κοιτώντας με, άλλοι με ανησυχία, άλλοι με έκπληξη, άλλοι από ενδιαφέρον και άλλοι από περιέργεια.

Μα, που βρίσκομαι;
Και γιατί νιώθω το κεφάλι μου βαρύ;

«Εμίλια, είσαι καλά;» ρώτησε ο Πέτρος και άνοιξα καλύτερα τα μάτια μου, εστιάζοντας στα καστανά του μάτια, όταν δύο πράσινες χάντρες μου κέρδισαν την προσοχή, κάνοντας με να ζαλιστώ και να κλείσω τα μάτια μου ξανά.

«Μαμά, τα μαξιλάρια.» φώναξε ο Πέτρος στην Θωμαή και έπιασα το κεφάλι μου με τα χέρια μου. «Είναι καλά;» ρώτησε εκείνος και τα μάτια μου ανοιγόκλεισαν πάλι, βουρκώνοντας σαν άκουσαν την φωνή του.

Τι δουλειά έχει στο σπίτι εκείνου που είμαι ερωτευμένη;

«Το καημένο το κορίτσι.» σχολίασε ο κύριος που καθόταν δίπλα σε εκείνον και άπλωσα τα χέρια στον Πέτρο, σαν να τον παρακαλούσα να με σηκώσει. Εκείνος διαβάζοντας το μυαλό μου, με βοήθησε να στηριχτώ και πάλι στην γη, δίνοντας μου το ποτήρι με το νερό και ένα χάπι.

Αφού το πήρα και άφησα το ποτήρι με το νερό στο τραπεζάκι, έπιασα το χέρι του Πέτρου, κοιτάζοντας τριγύρω μου. «Π-Πέτρο..» ψιθύρισα όταν η προσοχή μου στάθηκε σε εκείνον και τον είδα να κοιτάζει το τζάμι και έπειτα τον άντρα.

«Είσαι καλά;» την σιωπή που επικρατούσε, έσπασε η Θωμαή, μπαίνοντας μέσα στο σαλόνι, κρατώντας  στα χέρια της μαξιλάρια, κάνοντας με να γνεύσω καταφατικά. «Α-απλά, ζαλίστηκα.» τραύλισα και η ματιά μου έπεσε πάνω του, κοιτάζοντας τα πράσινα του μάτια.

«Πήρες το χάπι;» ρώτησε και άφησε τα μαξιλάρια δίπλα μου, παίρνοντας το ποτήρι με το νερό. «Τα πήρε, μητέρα.» είπε μέσα από τα δόντια του ο Πέτρος και κοίταξε έπειτα τον Αχιλλέα που βρισκόταν απέναντι μας, κοιτάζοντας άβολα τριγύρω του.

«Μήπως πρέπει να ξεκουραστεί;» είπε ο άντρας από δίπλα και όλοι εγνευσαν καταφατικά, ενώ προσπάθησα να σηκωθώ, παραπατώντας. «Έλα εδώ.» είπε ο Πέτρος και με σήκωσε σε στυλ νύφης, κάνοντας με να τυλίξω τα χέρια μου γύρω από τον λαιμό του, αποφεύγοντας να κοιτάξω το βλέμμα εκείνου που είχε πέσει πάνω μας, καίγοντας μας με τις καταπράσινες χάντρες που είχε για μάτια.

«Θα την πάω στο δωμάτιο μου.» άκουσα τον Πέτρο να λέει και έπειτα χαθήκαμε στον διάδρομο, μπαίνοντας γρήγορα στο δωμάτιο του και αφού με άφησε μαλακά στο κρεβάτι, έκλεισε δυνατά την πόρτα, κάνοντας με να πεταχτώ.

«Πιο σιγά την πόρτα.» ψέλλισα πιάνοντας το κεφάλι μου και τον είδα να με κοιτάει με θυμό. «Είναι εκείνος, έτσι;» ψιθυροφώναξε και πήρα μια βαθιά ανάσα.

«Είναι όντως εκείνος; Είναι ο Αχιλλέας σου, έτσι;» ανέβασε τον τόνο της φωνής του και κοίταξα το σκούρο χρώμα των ματιών του, γνέφοντας καταφατικά. «Και τι με αυτό; Ναι, μπορεί να είναι ο Αχιλλέας αλλά τι θα αλλάξει;» ρώτησα και τον είδα να παίρνει μια θυμωμένη ανάσα.

«Τι θα αλλάξει; Είδες τον τρόπο που σε κοίταζε;» άρχισε να λέει ενώ πήγαινε πάνω κάτω στο δωμάτιο και προσπάθησα να μετακινηθώ από το στρώμα, πλησιάζοντας τον.

«Και συ πως αντέδρασες; Λιποθύμησες.» ψέλλισε πάλι και στάθηκε απέναντι μου, χωρίς να με κοιτάζει. «Λιποθύμησες, Εμίλια. Όλο αυτό σε επηρεάζει ακόμη. Εκείνος σε επηρεάζει ακόμη.» στάθηκα στα πόδια μου και έπιασα το χέρι του, τραβώντας τον προς το μέρος μου.

«Απλά μου ήρθε ξαφνικό.» απάντησα και πήγε να μιλήσει όταν έβαλα το ελεύθερο χέρι μου στα χείλη του, δείχνοντας του πως πρέπει να σταματήσει. «Δεν περίμενα πως όταν θα φτάσω στο σπίτι εκείνου με τον οποίο είμαι ερωτευμένη, θα τον δω μπροστά μου. Άλλωστε το παρελθόν μου, παραμένει παρελθόν και το παρόν μου, παραμένει παρόν μου.» εκείνος άρχισε να μαλακώνει και έβαλε το ελεύθερο χέρι του στο μάγουλο του.

«Άρα ο Αχιλλέας είναι παρελθόν;» ρώτησε πιο ήρεμα τώρα και κούνησα το κεφάλι μου, κάνοντας μύτες και φτάνοντας στο να κοιτάζω καλύτερα το πρόσωπο του, ενώ τα χείλη μας ήταν μονάχα λίγα εκατοστά μακριά. «Βλέπεις να ήρθα μέχρι εδώ για να δω εκείνον;» τα χείλη του ακούμπησαν τα δικά μου και η καρδιά μου άρχισε να χτυπάει δυνατά ενώ το χαμόγελο στα χείλη του δεν έλεγε να φύγει.

Αφού απομακρύνθηκα λιγάκι, έβαλα το χέρι του στο στέρνο μου και τον κοίταξα γλυκά, κάνοντας τον να χάσει κάθε αμφιβολία και κάθε ανασφάλεια που είχε μέχρι πριν λίγο και κοιτάζοντας με με στοργή και αγάπη. «Άκου. Άκου πως χτυπάει η καρδιά μου αυτή την στιγμή. Ακόμη αμφιβάλλεις ότι δεν είσαι ο μοναδικός

Τα χείλη του βρήκαν πάλι τα δικά μου σε ένα ήρεμο φιλί, όλο συναισθήματα.

Άλλωστε εκείνος έχει κατακτήσει την καρδιά μου. Εκείνος είναι η μόνη μου σκέψη όταν ξυπνάω και η τελευταία πριν κοιμηθώ και ο Αχιλλέας ανήκει στο παρελθόν. Έτσι δεν είναι;

«Τίποτα δεν αλλάζει μεταξύ μας;» ρώτησε μέσα από το φιλί μας και εγνευσα καταφατικά.

Τίποτα δεν αλλάζει.

-----------------------------------------------------------

Τρίτο βιβλίο: «Όλα έχουν αλλάξει εδω...»

Poor girl:(

Πως Να Θυμηθείς {HTR}|✓Onde histórias criam vida. Descubra agora