Ο Ιάσονας κράτησε το σπαθί του γερά. Ήταν έτοιμος να αντιμετωπίσει εκείνο το τέρας στο οποίο είχε μετατραπεί ο Λόρδος Άνθιμος, ο πατέρας του. Το σκεφτόταν και δεν μπορούσε να το πιστέψει. Όμως δεν θα άφηνε το φόβο του να τον επηρεάσει. Το τέρας του όρμησε, με τα γαμψά του νύχια να προσπαθούν να ξεσκίσουν τη σάρκα του, όμως ο νεαρός Μαγικός απέκρουε τις επιθέσεις με το σπαθί του Ντέριου. Τα νύχια του τέρατος ήταν και τα ίδια σαν λεπίδες, το καταλάβαινε κανείς από τον ήχο που έκαναν καθώς συγκρούονταν με το σπαθί.
Όλη μου η ζωή ήταν ένα ψέμα. Έλεγε από μέσα του ο Ιάσονας καθώς πολεμούσε. Μέχρι και οι ίδιοι μου οι γονείς μου έλεγαν ψέματα, ότι δήθεν δεν γνώριζαν από πού πήρα τις δυνάμεις μου. Και τώρα ο πραγματικός μου πατέρας έχει μετατραπεί σε ένα τέρας... Ποιος να το φανταζόταν ότι εκείνον έβλεπα στους εφιάλτες μου. Όμως κρύβω κι εγώ ένα τέρας μέσα μου, νιώθω την οργή του να μεγαλώνει. Άραγε πρέπει να το αφήσω να πάρει τον έλεγχο; Μήπως μονάχα έτσι μπορώ να κερδίσω τον Άνθιμο; Κι αν παρασυρθώ και προσπαθήσω να βλάψω ξανά αθώους; Αν κάνω κακό στην Ιφιγένεια και δεν προλάβει κανείς να με σταματήσει αυτή τη φορά;
«Ώστε έτσι, ε; Ανησυχείς ότι θα χάσεις τον έλεγχο πάλι, έτσι Ιάσονα;» μίλησε η φωνή του Άνθιμου, όμως ακουγόταν τερατώδης και παραμορφωμένη, καθώς με τα νύχια του είχε γραπώσει το σπαθί του. Φυσικά και είχε διαβάσει τη σκέψη του, αφού τον κοιτούσε με τα λευκά μάτια του που δεν είχαν κόρες, αλλά δεν τον ένοιαζε.
«Ανόητο αγόρι...» συνέχισε χωρίς να περιμένει απάντηση στο ερώτημα του. «Προσπαθείς να με σταματήσεις για να σώσεις τον κόσμο σου, έναν κόσμο ο οποίος ποτέ δεν σε αποδέχτηκε πραγματικά, ενώ μαζί μου θα κατάφερνες πολύ σπουδαία πράγματα.»
«Δεν με επηρεάζει ό,τι κι αν λες, Άνθιμε!» του φώναξε ο Ιάσονας, καθώς προσπαθούσε μ' όλη του τη δύναμη να τον σπρώξει προς τα πίσω. Άφησε να βγει η Πράσινη Ενέργεια από όλο του το σώμα και για λίγο το κατάφερε αυτό, ώσπου ο Άνθιμος όρμησε ξανά για μια πιο δυνατή επίθεση συνοδευόμενη από έναν συνδυασμό βρυχηθμού και κραυγής. Αυτή τη φορά, άνοιξε το στόμα του και πήγε να τον δαγκώσει. Ήταν τόσο μεγάλο το στόμα του, που χωρούσε ολόκληρο το κεφάλι του μέσα. Όμως ο Ιάσονας έβαλε το σπαθί για εμπόδιο. Η πράσινη φωτιά έλουσε το σπαθί και τον απώθησε για ακόμα μια φορά.
«Παράτα τα, Ιάσονα! Δεν μπορείς να με σταματήσεις! Κανείς δεν μπορεί!» φώναξε ο Άνθιμος και το γέλιο του που ακούστηκε ανατρίχιασε τους πάντες.
BẠN ĐANG ĐỌC
Μαγικός, Βιβλίο 1 #SCBC2024
Viễn tưởngΟ Ιάσονας, ένας δεκαεφτάχρονος μαθητής Λυκείου του Νοτίου Βασιλείου, με μαγικές δυνάμεις και όνειρα που τον ταράζουν, προσπαθεί να ζήσει μια φυσιολογική ζωή με τους φίλους του Γιάννη και Ηρακλή. Όταν όμως εμφανίζεται στο σχολείο τους μια νέα μαθήτρι...