Κεφ. 3.5 Οι επόμενες μέρες-Ο χρησμός του Τειρεσία

21 6 14
                                    


Ένα παλιό αμάξι σταμάτησε έξω από την αυλή του σπιτιού του Κρέοντα. Ο αμαξάς κατέβηκε. Μαζί του και μια νεαρή κοπέλα. Κατευθύνθηκαν στο πίσω μέρος της άμαξας. Ο αμαξάς ανέβηκε επάνω και άρχισε να κατεβάζει έναν γέροντα με μεγάλη προσοχή.

"Κόρη μου Μαντώ, φτάσαμε;" ακούστηκε δυνατά η φωνή του.

"Ναι πατέρα! Είμαστε έξω απ' το σπίτι του Κρέοντα" απάντησε εκείνη καθώς με κόπο τον έβαλαν να πατήσει στη γη. Ο Τειρεσίας άπλωσε το χέρι του ψηλαφίζοντας δήθεν τον αγέρα ολόγυρά του. Ήταν τυφλός και μεγάλος σε ηλικία. Τα χρόνια του είχαν αφήσει στο σώμα του τα σημάδια τους. Στήριξε το ένα του χέρι στο μεγάλο ξύλινο ραβδί του και το άλλο στην κόρη του.

"Σε θέλει πατέρα να του δώσεις τις προβλέψεις σου για τον πόλεμο που μας βρήκε"

Η Μαντώ έπιασε τον πατέρα της και άρχισαν να ανεβαίνουν.

"Ήρθε η ώρα λοιπόν να ακούσει..." είπε ο Τειρεσίας με βλέμμα απέραντο πέρα στον ορίζοντα.

Η Μαντώ πρόσεξε τα λόγια του αλλά δεν μίλησε. Σε λίγο ήταν μπροστά στον Κρέοντα. Η υποδοχή ήταν βαθιά ανθρώπινη και έδειχνε τον σεβασμό του Κρέοντα προς το πρόσωπό του. Δεν έχασε χρόνο και τον ρώτησε.

"Καλώς όρισες μάντη Τειρεσία!"

"Καλώς σε βρίσκω παλιέ βασιλιά της πόλης των Καδμείων, ήρθα λοιπόν να με δεις. Ξέρεις ότι δεν είναι πια εύκολο για τα κουρασμένα μου ποδάρια να στέκομαι ορθός..."

"Έμαθα με ζήτησες αλλά και εγώ σε ήθελα σεβαστέ μάντη"

"Άρα κάτι σοβαρό σε βασανίζει. Τι είναι αυτό για το οποίο ζητάς τη γνώμη μου;"

"Καλά το κατάλαβες! Δεν χρειάζεται να σου θυμίσω για το στρατό των Δαναών και τον έναν απ' τους γιους του Οιδίποδα, τον Πολυνείκη. Έστρεψε τα όπλα στην ίδια του την πατρίδα και με ξενόφερτο στρατό απειλεί να κουρσέψει τη Θήβα"

Ο Τειρεσίας κούνησε το κεφάλι του με αγωνία.

"Ναι Κρέοντα, τα γνωρίζω όλα τούτα. Από παλιά είχα μιλήσει για την ανόσια συμπεριφορά των παιδιών του. Μάλιστα τούς είχα πει να μην του φέρονται με τέτοιο τρόπο. Η τραγική του μοίρα δεν ήταν δική του επιλογή, δεν κρίνεται για τη συνειδητή του ανόσια πράξη. Κατάρα έσερνε πίσω του βαριά και το ξέρουμε όλοι..."

"Γιατί πας πίσω στην ιστορία αυτή μάντη;"

"Γιατί εκεί είναι η ρίζα του κακού. Αν τα παιδιά του τον αντιμετώπιζαν πιο συνετά δεν θα τον οδηγούσαν να ξεστομίσει κατάρες ανόσιες και βαριές. Να τώρα που αλληλοσφάζονται στα τείχη της πόλης και μαζί μ' αυτούς σέρνουν στο χορό του θανάτου χιλιάδες νέους. Για να γεμίσουν τα σπίτια με τους θρήνους των μανάδων και των αδελφών"

Τα δώρα της ΑρμονίαςNơi câu chuyện tồn tại. Hãy khám phá bây giờ