Βροχή

394 40 22
                                    

[Παρόν]

Ήταν βροχερή εκείνη η μέρα. Οι δρόμοι είχαν πλημμυρίσει, και ο κόσμος έτρεχε παρέα με τις ομπρέλες του, να χωθεί κάτω από καμιά τέντα, η σε κάποιο κατάστημα.

Εκείνος, ασφαλής μέσα στο γραφείο του, παρατηρεί τον κόσμο πως κινείται, έξω απ' το παράθυρο του. Μπορεί να μην ήταν ψηλά ο όροφος, ήταν όμως ήρεμος εκεί μέσα.

«Αντρέα;» Η φωνή της γραμματέας έρχεται για να τον βγάλει από οποιαδήποτε σκέψη.

«Ναι;» Γυρίζει να την κοιτάξει, εγκαταλείποντας, απρόθυμα, την θέα του.

«Με χρειάζεσαι κάτι άλλο;» Αναρωτιέται.

Ο Αντρέας το σκέφτεται για μερικά δευτερόλεπτα. Δεν είχε άλλη δουλειά για σήμερα. Ό,τι ήταν να κάνει, το έκανε.

«Όχι, Ελίνα. Μπορείς να πηγαίνεις.» Απαντάει τελικά.

«Ωραία. Καλή συνέχεια τότε.» Η κοπέλα του χαμογελάει και μετά γυρίζει την πλάτη της για να φύγει.

«Επίσης.» Πετάει αδιάφορα, εστιάζοντας ξανά έξω από το τζάμι.

Δεν είχε κάτι το ενδιαφέρον, απλώς μερικούς ανθρώπους και κάποια αυτοκίνητα. Εκείνος, όμως, ήταν εθισμένος σε αυτό το συνήθειο. Ήταν σαν την καθημερινή του ασχολία. Όταν δεν είχε δουλειά, παρακολουθούσε τους άλλους.

Το τηλέφωνό ζωντανεύει επάνω στην έδρα του. Απλώνει το χέρι, με σκοπό να απαντήσει στην κλήση. Το όνομα της Κατερίνας αναγράφεται στην οθόνη.

«Έλα.»

«Που είσαι; Θα αργήσεις;» Αρχίζει κατευθείαν με τις ερωτήσεις.

Ο Αντρέας αφήνει ένα επιφώνημα διασκέδασης.
«Έξω βρέχει.» Την πληροφορεί.

«Ναι, κάτι παρατήρησα.» Προσπαθεί να αστιευτεί.

«Εσύ που είσαι;» Την ρωτάει, περπατώντας αφηρημένα μέχρι την βιβλιοθήκη του γραφείου.

«Στην μαμά μου.» Απαντάει λιτά.

Ο Αντρέας ελέγχει ξανά την θέα στο παράθυρο.
«Περίμενε εκεί μέχρι να κοπάσει λιγάκι η βροχή.» Την συμβουλεύει.

«Θα περάσεις να με πάρεις;» Μπορεί να ξεχωρίσει τον παιχνιδιάρικο τόνο της.

«Αν δεν βιάζεσαι.» Της απαντάει διπλωματικά.

«Έκλεισε, τότε.» Αποκρίνεται. Ο Αντρέας χαμογελάει στον εαυτό του, έχοντας επίγνωση ότι δεν μπορεί να τον δει.

«Γειά σου, μωρό μου.» Της λέει, και μετά τερματίζει την κλήση τους.

Δεν ξέχασε ότι απόψε το βράδυ είχαν κανονίσει δείπνο στο σπίτι των γονιών της. Ο πατέρας της ήθελε οπωσδήποτε να δει τον Αντρέα, ώστε να συζητήσουν για τα εργασιακά. Υπήρχε συνεργασία ανάμεσα στην οικογένεια της Κατερίνας και του Αντρέα. Έτσι γνωρίστηκαν, κιόλας.

Αγγελικά πλασμένοιOnde histórias criam vida. Descubra agora