Αιμορραγεί!

219 25 25
                                    

Η Μυρτώ έχει ετοιμάσει ένα πρόχειρο γεύμα για τους δυο τους. Ο Αντρέας πλησιάζει στην κουζίνα, φορώντας καθαρά ρούχα, και με τα μαλλιά του να είναι ακόμη βρεγμένα από το μπάνιο του.

Την παρακολουθεί να κινείται μέσα στην κουζίνα του, σαν να το κάνει κάθε μέρα. Κάθεται και την χαζεύει για λίγο. Άνετα θα μπορούσε να την συνηθίσει έτσι. Χαλαρή και άνετη.

Πηγαίνει με αθόρυβα βήματα από πίσω της, και τυλίγει τα χέρια του γύρω από την μέση της. Η Μυρτώ αναπηδά από την έκπληξη, όμως, ο Αντρέας δεν την αφήνει από την αγκαλιά του.

«Δεν ξέρεις πόσο μου αρέσει που είσαι εδώ.» Της εξομολογείται, με τα χείλη του να αγγίζουν τον λαιμό της.

Η Μυρτώ παρατάει την δουλειά της, εστιάζοντας αποκλειστικά στο πρόσωπο του Αντρέα.
«Θες μήπως να το συζητήσουμε;» Τον ρωτάει ευθέως.

«Ποιο;»

«Ξέρεις.» Απαντάει αμέσως, γέρνοντας το κεφάλι της στο πλάι.

Το στήθος του ανεβαίνει απότομα, και μετά πέφτει αργά, αφήνοντας μια μακρόσυρτη ανάσα.
«Όχι, Μυρτώ. Δεν θέλω να το συζητήσω τώρα αυτό.» Την πληροφορεί.
«Δεν ξέρω κιόλας αν μπορώ.» Έγιναν πολλά μέσα σε μια μέρα. Τώρα είναι οι δυο τους, στο σπίτι του. Το μόνο που θέλει, είναι να χαλαρώσει μαζί της.

Η Μυρτώ πιάνει το ταλαιπωρημένο του πρόσωπο, μέσα στις παλάμες της.
«Σε πόνεσε πολύ η αλήθεια.» Συμπεραίνει. Αλλά δεν μπορούσε να αισθανθεί στο έπακρο αυτό που νιώθει ο Αντρέας τώρα.

«Με πόνεσε η προδοσία περισσότερο.» Αποκρίνεται.

«Υπήρξε λόγος που τα έκαναν όλα αυτά. Που το κράτησαν μυστικό τόσα χρόνια.» Η Μυρτώ μπορούσε να καταλάβει λίγο και την πλευρά της Βασιλικής.

Ξέρει πως είναι να φοβάσαι. Πως είναι να τρέμεις ακόμα και την σκιά σου. Έτσι ένιωσε κι εκείνη όταν έχασε τον πατέρα της. Ένιωσε μόνη. Αβοήθητη.

«Φοβόντουσαν, Αντρέα. Δεν μπορείς να τις κατηγορείς για αυτό.» Επιμένει να προσπαθεί να του εξηγήσει. Ο Αντρέας την ακούει, παραδόξως. Δεν την αγνοεί, ούτε επιχειρεί να την σταματήσει.
«Στο κάτω κάτω, δεν σε πέταξαν και στον δρόμο. Πάλι μαζί τους μεγάλωσες.» Τα ακροδάχτυλα της πειράζουν τις φαβορίτες του. Ο Αντρέας παίρνει μια βαθιά ανάσα.
«Και οι δύο σε αγαπάνε με την ίδια ένταση. Μην τις μειώνεις, επειδή απλά φοβήθηκαν.» Προσθέτει για το τέλος.

Παρακολουθεί τις κόρες των ματιών του να διαστέλλονται.
«Μπορεί να έχεις και δίκιο.» Δεν το αρνείται, ούτε της φέρνει αντίρρηση.

Αγγελικά πλασμένοιTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang