Δημιουργούνται υποψίες

195 24 32
                                    

Μετά από μια βδομάδα.

Η μέρα της επιστροφής για την Κατερίνα, έφτασε πιο σύντομα απ' ό,τι περίμενε η ίδια. Μπορεί να μην αισθάνεται αναζωογονημένη, αλλά τώρα, είναι πιο αποφασισμένη από ποτέ.

Η Ασπασία είναι η μοναδική όπου την υποδέχεται στο αεροδρόμιο. Το καλύτερο θα ήταν να την παραλάβει ο μέλλοντας σύζυγος της, αλλά κανείς δεν τον ειδοποίησε. Ούτε καν η ίδια η Κατερίνα.

«Καλώς όρισες, Κατερίνα μου.» Μάνα και κόρη έρχονται αντικριστά η μία από την άλλη.

Η Κατερίνα αρχίζει να ανασαίνει γρήγορα, με το στήθος της να ανεβοκατεβαίνει. Ποτέ της δεν ένιωσε τέτοια ανάγκη να ξεσπάσει, όσο τώρα. Λυγίζει, και πέφτει απαρηγόρητη, στην αγκαλιά της μάνας της.

«Αχ βρε Κατερίνα μου.» Η φωνή της βγαίνει σαν παράπονο, καθώς χαϊδεύει τα μαλλιά της κόρης της.
«Σου το είπα ότι δεν έπρεπε να πας.» Η Ασπασία, όσο σκληρή κι αν έδειχνε, άλλο τόσο υποστηρικτική είναι προς την κόρη της.
«Είδες ότι πληγώθηκες πάλι;» Της λέει.

Η Κατερίνα τραβιέται πίσω, με μάτια βουρκωμένα και κατά κόκκινα.
«Είχες δίκιο, μαμά.» Λέει μέσα από τα αναφιλητά της.

Η Ασπασία διώχνει μερικές τούφες από το πρόσωπο της.
«Δεν πειράζει. Καλύτερα έτσι.» Δεν επικροτούσε την επιλογή της, αλλά δεν θα την κρατούσε και πίσω. Ήθελε απλά να καταλάβει από μόνη της το λάθος της.
«Τουλάχιστον τώρα.... πήρες το μάθημα σου.» Μουρμουρίζει, περισσότερο σαν να το λέει στον εαυτό της.

Ο πόνος της Κατερίνας δεν ανακουφίζεται. Ούτε τα λόγια της μάνας της την βοηθάνε. Κατά κάποιο τρόπο, όμως, ένιωθε ασφαλής που γύρισε πίσω. Ίσως είναι καλύτερα έτσι.

«Έλα. Πάμε σπίτι.» Η Κατερίνα υπακούει σιωπηλά, περνώντας το χέρι γύρω από την μέση της Ασπασίας.

Ο χρόνος είναι ο μεγαλύτερος δάσκαλος, και ο χειρότερος τιμωρός. Η Ασπασία ήλπιζε, πως ο γάμος της με τον Αντρέα, θα την βοηθήσει να το ξεπεράσει.

______________________________

Ο Αντρέας αποχαιρετά έναν ακόμα πελάτη. Μόλις είχε τελειώσει με την υπόθεση του, και ο πελάτης θέλησε να εκφράσει την ευγνωμοσύνη του.

«Χίλια ευχαριστώ, κύριε Βρεττέ.» Του λέει για μια τελευταία φορά.

«Να πάτε στο καλό.» Του εύχεται ο Αντρέας.

Η πόρτα κλείνει, και η προσοχή του στρέφεται στην γραμματέα του.
«Τελείωσε κι αυτό.» Δηλώνει, προσπαθώντας να πιάσει κουβέντα.

Αγγελικά πλασμένοιWo Geschichten leben. Entdecke jetzt