Κεφάλαιο 1

3.3K 98 10
                                    

2 μέρες πριν...  

Ο Κλάους κοιτούσε ανυπόμονα τριγύρω καθώς η Ντάλια σχημάτιζε το σύμβολο της αιωνιότητας λίγα μέτρα πιο πέρα. Είχε σταυρώσει τα χέρια του μπροστά στο στήθος του και ακουμπούσε τεμπέλικα την πλάτη του στο καπό του αυτοκινήτου. Σοβαρά τώρα, πόση ώρα χρειαζόταν μια μάγισσα για να φτιάξει μερικές γραμμές από αλάτι; Στο τραπέζι μπροστά της βρισκόντουσαν αναμμένα κεριά, καθώς και δυο μικρά παιλιομοδίτικα κύπελλα, κάθε ένα τοποθετημένο μέσα σε έναν κύκλο του συμβόλου.

''Είσαι ήσυχος'' είπε η Ντάλια τελειώνοντας τις προετοιμασίες της για το ξόρκι που θα την έδενε μαζί του. ''Μήπως ανησυχείς;''

''Έψαχνα ευγενικό τρόπο να ρωτήσω γιατί διάολο αργείς τόσο''

Η Ντάλια άφησε το μικρό πήλινο βαζάκι με το αλάτι και ένευσε προς το τραπέζι. ''Μπορούμε να ξεκινήσουμε τώρα. Μόλις συνδεθούμε, δεν θα ξαναχρειαστεί να κοιμηθώ για 100 χρόνια. Δεν θα ανησυχείς πια για την στάση μου, κι εγώ επιτέλους θα επικεντρωθώ στην Χόουπ''

Ο Κλάους ακολούθησε το βλέμμα της και γύρισε το κεφάλι του για να κοιτάξει την Χόουπ που καθόταν στο καθισματάκι της πίσω του. Η κόρη του γύρισε κι εκείνη το κεφαλάκι της και τον κοίταξε με τα μεγάλα γαλάζια ματάκια της, τόσο όμοια με τα δικά του. Τόση ώρα δεν είχε βγάλει το παραμικρό ήχο, καθόταν ήσυχη σαν άγγελος σαν να μην είχε ούτε μια έγνοια στον κόσμο. Γιατί να έχει; Ο πατέρας της ήταν εκεί και θα έφτιαχνε τα πάντα.

''Θα χρειαστώ μονάχα μια σταγόνα από το αίμα της...'' είπε η μάγισσα και άρχισε να περπατάει προς το μέρος τους. Ο Κλάους σηκώθηκε και στάθηκε μπροστά της. Το μόνο που έβλεπε ήταν ένα αρπαχτικό που είχε βάλει ως στόχο το παιδί του. ''... και μετά η δύναμη της θα είναι και δική μου''

Το χαμόγελο στο πρόσωπο της τον αναρρώστε. Κανονικά θα έπρεπε να προσπαθήσει να κρύψει τη δυσαρέσκεια του, άλλα ήταν ο Νικλάους Μάικλσον και δεν θα κρυβόταν για κανέναν. ''Τι θες να κάνουμε με την Φρέγια;'' ρώτησε να να αλλάξει το θέμα.

''Εξυπηρέτησε τον σκοπό της'' είπε η Ντάλια κοιτώντας το πίσω μέρος του φορτηγού, όπου η Φρέγια κείτονταν αναίσθητη πίσω από το κάθισμα της Χόουπ. ''Έτσι απόψε..'' Έστρεψε τα ψυχρά καστανά της μάτια προς τον νυχτερινό ουρανό, όπου το φεγγάρι είχε σχηματίσει ένα θαμπό γαλάζιο ημισέληνο ''... όταν το φεγγάρι φτάσει στο απόγειο του, θα την σκοτώσω και μόλις λυθεί ο δεσμός μας ο δεσμός που μοιράζομαι με την κόρη σου θα γίνει μόνιμος''

The OriginalsWhere stories live. Discover now