Κεφάλαιο 10

2.6K 80 1
                                    

''Νταβίνα!'' φώναξε ο Βίνσεντ μπαίνοντας μέσα στην κρύπτη. Έτρεξε δίπλα στην νεαρή μάγισσα που σηκωνόταν από το πάτωμα ''Είσαι καλά; Αισθάνθηκα ότι κάτι δεν πήγαινε καλά''

''Ο Ελάιζα έκλεψε το ξόρκι μου'' είπε τρίβοντας τον λαιμό της στο σημείο που την είχε αρπάξει η Ρεμπέκα.

Την κοίταξε εξεταστικά ''Όμως, εσύ είσαι καλά''

''Δεν είμαι καλά'' αποκρίθηκε οργισμένα. ''Είμαι εξοργισμένη και μπορώ να κάνω κάτι γι' αυτό. Είμαι βασίλισσα και των εννέα Συνάξεων. Θα στρέψω όλους τους μάγους ενάντιων αυτής της οικογένειας ώσπου να καταστραφεί!'' Νέα δάκρυα άρχισαν να μαζεύονται στα μάτια της για αυτό που της είχαν στερήσει.

''Έχεις δίκιο'' ακούστηκε η φωνή του Μαρσέλ από πίσω της. Γύρισε για να τον αντικρίσει έκπληκτη από την ξαφνική του εμφάνιση. ''Σου ζητάω μόνο να καθυστερήσεις τον πόλεμο μια μέρα. Μονάχα μια μέρα''

''Τι κάνεις εδώ;'' τον ρώτησε.

Ο Μαρσέλ πήγε κοντά της. ''Έχεις δίκιο. Μαθαίνεις αυτό που ξέρω για πάνω από διακόσια χρόνια. Ότι αν δεν είσαι ένας Μάικλσον, είσαι αναλώσιμος. Όμως αυτή τη στιγμή το πρόβλημα τους είναι και δικό μου'' Δίστασε για μια στιγμή προτού συνεχίσει. ''Σε χρειάζομαι για να βρεις την Ντάλια''

Η Νταβίνα δεν πίστευε στα αυτιά της. Μετά από όλα όσα της είχαν κάνει, και ο Μαρσέλ σίγουρα τα ήξερε, είχαν το θράσος να τον στέλνουν για να της ζητήσουν χάρες; ''Θες να τους βοηθήσω;''

''Η Ντάλια θέλει να τους σκοτώσει όλους'' Την κοίταξε κατάματα, προσπαθώντας να την κάνει να δει τα πράγματα από την δική του θέση. ''Αν πεθάνει ο Κλάους, πεθαίνω κι εγώ. Ο Τζος πεθαίνει. Όλοι όσοι άλλαξα πεθαίνουν''

Η Νταβίνα τον κοίταξε τρομοκρατημένη.

''Βοήθησε με τώρα και θα ζήσουμε όλοι για να πολεμήσουμε μια κάποια άλλη μέρα''

Τα μαύρα μάτια του στράφηκαν στον Βίνσεντ που κοιτούσε ανήσυχος την Νταβίνα που βρισκόταν σε δίλημμα. Ήθελε όσο τίποτα άλλο να δει τον Κλάους να υποφέρει, και αν απάλλασσε τον κόσμο από την παρουσία του, τόσο το καλύτερο. Όμως ο Μαρσέλ και ο Τζος ήταν δεμένοι μαζί του. Είχε ήδη παλέψει μια φορά για να τους σώσει, δεν θα τους εγκατέλειπε τώρα.


Ο Ελάιζα καθόταν χαλαρά σε μια καρέκλα, παίζοντας με ένα στιλέτο που είχε καρφωμένη τη μύτη του σε ένα στρογγυλό ξύλινο τραπέζι. Η έκφραση του ήταν αδιευκρίνιστη και ο Έρικ δεν μπορούσε να μαντέψει τι σκεφτόταν ο αρχαίος βρικόλακας. Ο Έρικ ακούμπησε άβολα τη πλάτη του στον τοίχο του πίσω μέρους του τζαζ κλαμπ.

The OriginalsWhere stories live. Discover now