Αχχχχ καφεδάκι ζεστό ζεστο και κουβερτούλα να κάνει το σώμα σου να βράζει. Τι καλύτερο από αυτό?!
<<Κάποια το απολαμβάνει πολύ αυτό.>> σχολιάζει ο Κέβιν με το που με βλέπει να κάθομαι στην κουνια που έχουμε έξω και να χαμογελάω στην θέα που έχω μπροστά μου.
<<Μχμ! Το λατρεύω αυτό! Και όσο μένει ο...>> τσεκάρω μη βρίσκονται οι γονείς μου τριγύρω <<...ο Γουόρεν κοντά μου κάνει τις διακοπές αυτές αρκετά καλύτερες.>>
<<Πάντως δεν μπορεις να πεις, περάσαμε μια μέρα εδώ πέρα και δεν σε έχει καρφώσει. Βέβαια με ενοχλεί να τον βλέπω κάθε λεπτό όπου και να πηγαίνω, ωραίο το σπίτι σας δεν μπορώ να πω, αλλά για μένα και τον βλακα είναι μικρό.>> κάθεται δίπλα μου και του δίνω να βάλει τη κουβέρτα πάνω από τα πόδια του να μην κρυώσει.
<<Η κοπελιά σου που είναι?>> Ω Θεέ μου μπορώ να είμαι πιο αδιάκριτη?!?! Ναι ήθελα να μάθω που βρίσκεται, ήθελα να ξέρω αν θα εμφανιστεί από το πουθενά και θα της έρθει η όρεξη να δώσει ενα ζουμπιχτο φιλί στον Κέβιν, να ξέρω να προετοιμαστω ψυχολογικά. Να πάρω μια βαθιά ανάσα, να κλείσω τα αυτιά μου και να κοιτάξω αλλού μέχρι να περάσει αυτό το βάσανο.
<<Προς τι το τόσο ενδιαφέρον?>> γυρνάει προς το μέρος μου, κάνοντας την απόσταση μεταξύ μας απειλητικά μικρή, και σηκώνει το ένα του φρύδι γεμάτος περιέργεια.
<<Απλώς ρωτάω, Κέβιν.>> κρατάω την ανάσα μου και προσπαθώ να μην γυρίσω προς το μέρος του. Σφίγγω τα δόντια μου και εύχομαι να γυρίσει γρήγορα από την άλλη πριν γυρίσω να τον κοιτάξω και καταλήξω να βρίσκομαι εκατοστά από το πρόσωπό του.
<<Αχα ναι. Εεε είναι στην κουζίνα. Πρέπει να κάνει καφέδες. Και τώρα που την ανέφερες...>> σέρνει την κουβέρτα προς τα πόδια μου <<...παω να τη βοηθήσω.>> χαμογελάει και φεύγει. Φεύγει.
Συγγνώμη έφυγε? Γιατί έφυγε?
Μα μόλις έκατσε. Τόσο πολύ του λείπει η παρέα της? Δύο λεπτά πριν ήταν μαζί.Τα λεπτά τα νιώθω να περνάνε βασανιστικά αργά. Κάθε γουλιά του καφέ πιο πικρή από τη προηγούμενη. Εισπνοή, εκπνοή και αυτό ήταν. Σηκώνομαι απότομα από τη κούνια και κατευθύνομαι προς το μέσα μέρος του σπιτιού. Με τη κούπα να ζεματάει τα χέρια μου βαδίζω με αργά βήματα προς τη κουζίνα. Τα ζεστά μποτάκια με τη γούνα μέσα αγγίζουν το παχύ χαλί στο πάτωμα και κάνουν το περπάτημά μου αθόρυβο.
<<Το ξέρω ότι πέρασες δύσκολα αλλά σκέψου αυτό, όλα τελείωσαν τώρα. Δεν είσαι στη Ρώμη πλέον.>> ακούω την Άλλις να του μιλάει με έναν παρηγορητικο τόνο και σταματάω κατευθείαν πριν αφήσω τη σκιά μου να φανεί από το άνοιγμα της πόρτας.
BẠN ĐANG ĐỌC
In Your Arms
Teen Fiction> ζαρωνει τα μάτια της για να κοιτάξει καλύτερα κάνοντας μηχανικά πλέον τις κινήσεις με το καλαμάκι. > προσπαθώ να καταλάβω μιας και δεν έχουμε κάτι καλύτερο να ασχοληθούμε εδώ πέρα. > αναφωνεί και αφήνει σοκαρισμένη το ποτήρι στον πάγκο > > κάνω έν...