Λουκάς
Αυτός ο εφιάλτης είναι διαφορετικός από όλους τους άλλους.
Το πρώτο πράγμα που προλαβαίνω να αντιληφθώ μέσα στη θολούρα και το ατέρμονο μαύρο των κλειστών βλεφάρων μου, είναι η μουσική.
Δυνατή, εορταστική μουσική, που δημιουργούν όργανα τα οποία αδυνατώ να αναγνωρίσω όσο βρίσκομαι ακόμα μέσα στο όνειρο. Δεκάδες άνθρωποι χορεύουν γύρω μου, γελούν και συζητάνε, άλλοι τρώνε και πίνουν. Ο ήλιος αχνοφαίνεται ακόμα στην άκρη ενός μακρινού ουρανού, που μοιάζει μοβ από τους παράξενους χρωματισμούς του ηλιοβασιλέματος...
Αυτό είναι ωραίο, σκέφτομαι συνειρμικά.
Υπάρχει ένα γεμάτο ποτήρι μέσα στο χέρι μου. Το δοκιμάζω — είναι κρασί. Κάθομαι σε ένα απ'τα ξεχειλισμένα με φαγητό τραπέζια του κήπου, χωρίς να συμμετέχω στη γιορτή, απλώς παρακολουθώντας τα πάντα ενώ πίνω. Τα μάτια μου είναι κολλημένα σε ένα συγκεκριμένο θέαμα απέναντί μου.
Μία γυναίκα.
Α, ναι σωστά. Ήμουν πολύ πεταχτούλης τότε.
Δεν μπορώ να ξεχωρίσω το πρόσωπό της από τόσο μακριά ( και μάλλον δεν θα το θυμάμαι έτσι κι αλλιώς ), αλλά η φιγούρα της έχει αποτυπωθεί άριστα μέσα στη μνήμη μου. Μακριά, σγουρά μαλλιά, αψεγάδιαστο δέρμα, καλλίγραμμο κορμί, η κάθε καμπύλη του οποίου σκιαγραφείται κάτω από εκείνο το φόρεμα — ένα λευκό, γεμάτο διακοσμητικά λουλούδια φόρεμα, που ανεμίζει στην κάθε της κίνηση καθώς χορεύει, αγκαλιά με το μικρό αδελφό μου.
Ο χορός τους κόβεται απότομα, όταν ένας ηλικιωμένος άντρας φωνάζει αυτήν ακριβώς τη γυναίκα. 'Κόρη μου, έλα εδώ! Έχουμε καινούριους καλεσμένους! Η θεία Τζουλιάνα ήρθε να σε δει!' είναι τα λόγια του, και εκπλήσσομαι, επειδή πρέπει να είναι η πρώτη φορά που ακούω ένα όνομα μέσα στους εφιάλτες μου.
Τζουλιάνα... Βρίσκομαι στην Ιταλία;
Η γυναίκα που έχει κάνει στον ανθρώπινο εαυτό μου τόσο μεγάλη εντύπωση, δίνει ένα αποχαιρετιστήριο φιλί πάνω στα χείλη του αδελφού μου και ξεκινάει να τρέχει μακριά. Μπορώ να αναγνωρίσω το συναίσθημα που δημιουργείται μέσα στα βάθη του στομαχιού μου, που βαραίνει το στήθος μου. Ζήλεια.
Ο αδελφός μου με εντοπίζει ανάμεσα στο πλήθος και κατευθύνεται προς το μέρος μου, κρατώντας ένα εξίσου γεμάτο ποτήρι από κρασί. «Δεν είναι πανέμορφη;» με ρωτάει, αλλά αποφεύγω επιδέξια να απαντήσω.
YOU ARE READING
Ανάβεις Φωτιές
HumorΟ Λουκάς - Τρανός Αφέντης του Κάτω Κόσμου για τους φίλους - πασχίζει να κερδίσει το θρόνο που δικαιωματικά του ανοίκει και να καταφέρει, επιτέλους, να γίνει ένα με το δαίμονα που καταλαμβάνει την ψυχή του. Το σχέδιό του είναι αρκετά απλό, αλλά φιλόδ...