ΚλεονίκηΌταν τελειώνω τη δουλειά μου, λίγο πιο νωρίς σήμερα, προτού προφτάσει να δύσει ο ήλιος ακόμα, γυρνάω στον καταυλισμό και κλείνομαι μέσα στο δωμάτιό μου. Αυτό συμβαίνει συνέχεια από τότε που εξόρισαν το Λουκά — δεν έχω όρεξη να μιλάω ή να συναναστρέφομαι με κανέναν τους, προτιμάω να περνάω τις ώρες μου μόνη.
Εξάλλου, ο Λουκάς ήταν ο μόνος στον όποιο μίλαγα εδώ μέσα, ή, τουλάχιστον, ήθελα να μιλήσω. Η δε αδελφή μου είναι απασχολημένη ολημερίς με τη δουλειά της δίπλα στον τρανό Άδη. Σπάνια τη βλέπω, και η κατάσταση αυτή χειροτέρευσε μετά τον εξορισμό των γονιών μας...
Αποβάλλοντας όλες τις σκέψεις που απειλούν να ζαλίσουν το κεφάλι μου, θετικές και αρνητικές, καλώ μερικές από τις πιο αδύναμες ιεραρχικά δαίμονες που εργάζονται ως προσωπικές μου υπηρέτριες και βρίσκονται στη διάθεσή μου όποτε τις χρειαστώ. Συνήθως δεν λατρεύω την ιδέα ξένων χεριών να με ψηλαφίζουν, προτιμώ να φροντίζω από μόνη μου τον εαυτό μου, αφού είμαι απόλυτα ικανή. Σήμερα, όμως, παραείμαι εξουθενωμένη και λίγη περιποίηση θα ήταν ότι πρέπει.
Βγάζω τα ρούχα μου καθώς μία από αυτές τις γυναίκες ετοιμάζει το μπάνιο μου. Πετάει τυχαία μέσα στη γεμάτη από χλιαρό νερό μπανιέρα αρωματικά σαπούνια σε διάφορα σχήματα και χρώματα, που αφρίζουν όταν αγγίζουν το υγρό, δημιουργώντας αμέτρητες πολύχρωμες σαπουνόφουσκες.
Όταν βυθίζομαι μέσα στο ζεστό νερό που αποπνέει ευχάριστες μυρωδιές λουλουδιών και φρούτων, ολόκληρο το σώμα μου ανατριχιάζει. Μία από τις μεσήλικες δαίμονες ξεκινάει να λούζει τα μαλλιά μου, κάνοντας απαλό μασάζ στο κεφάλι μου, ενώ οι άλλες περιποιούνται τα νύχια των χεριών και των ποδιών μου που κρέμονται έξω από την πορσελάνινη μπανιέρα.
Δεν ξέρω τι φταίει — μάλλον κάτι στο άρωμα τριαντάφυλλου που επιπλέει στον αέρα γύρω μου, που φέρνει όλες εκείνες τις αναμνήσεις στο μυαλό μου.
Αναμνήσεις από έναν μικροσκοπικό, τόσο δα Ορφέα, από ένα υπερκινητικό, δεκάχρονο αγοράκι που έπαιζε μανιωδώς στην αυλή έξω από την εκκλησία όταν τον πηγαίναμε εκεί εγώ και ο Λουκάς, που γέμιζε συνέχεια με λάσπες τα πανάκριβα ρούχα που του αγόραζαν οι βοηθοί του παππού του και τα ακατάστατα ξανθά μαλλάκια του.
Δεν ήταν λίγες οι φορές που έπρεπε να τον φροντίζω εγώ, τότε. Πράγμα πολύ περίεργο από μία εξωτερική σκοπιά, επειδή εκείνος ήταν πάντα ο θνητός δούλος μου. Δεν μπορούσα να τον αφήνω μόνο του, όμως, μέσα σε εκείνο το τεράστιο κρύο σπίτι. Επειδή ήταν πράγματι τελείως μόνος του.
YOU ARE READING
Ανάβεις Φωτιές
HumorΟ Λουκάς - Τρανός Αφέντης του Κάτω Κόσμου για τους φίλους - πασχίζει να κερδίσει το θρόνο που δικαιωματικά του ανοίκει και να καταφέρει, επιτέλους, να γίνει ένα με το δαίμονα που καταλαμβάνει την ψυχή του. Το σχέδιό του είναι αρκετά απλό, αλλά φιλόδ...