46

292 14 0
                                    

Μολόχα pov

Οι μέρες παίρνανε δύσκολα χωρίς αυτή. Έχουν περάσει 4 βδομάδες που είναι σε κόμμα. Την τελευταία βδομάδα οι γιατροί λένε ότι πλέον υπάρχει μια πιθανότητα να μην τα καταφέρει. Τα παιδιά είναι κάθε μέρα στο νοσοκομείο μαζί μας. Εγώ σχεδόν ξυμερωβραδιαζω εκεί, περιμένω δίπλα της να ξυπνήσει, της λέω πως παίρνανε οι μέρες. Σήμερα το βράδυ ήταν σειρά μου να πάω, αλλά δεν μπορώ να πάω κάθε φορά που πηγαίνω και είμαι μόνος κλαίω. Φοβάμαι πως θα είναι η τελευταία φορά που θα την δω. Είμαι στο σαλόνι και κάθομαι στον καναπέ, λίγο πιο πέρα είναι ο Gang. Έχει πάει 6.30 το πρωί. Ακούγεται το τηλέφωνο από το γραφείο του και πηγαίνει να απαντήσει. Τον ακούω να λέει.

G. Πλάκα κάνεις?... Ερχόμαστε! Βγαίνει και μου λέει.
G. Σήκω φύγαμε.
Μ. Που?
G. Ξύπνησε.

Μόλις το άκουσα άρχισε η καρδιά μου να χτυπάει λες και θα έβγαινε έξω, ήταν σαν να έβγαλα φτερά και να πετάω στα σύννεφα. Κατεβαίνουμε στο γκαράζ, μπαίνουμε στο τζιπ και φεύγουμε για νοσοκομείο. Ανεβαίνουμε στο δωμάτιο και μπαίνουμε μέσα και οι δύο. Μόνο που δεν πέσαμε.

Κ. Παιδιά.

Φωνάζει και πάει να σηκωθεί με δύναμη από το κρεβάτι. Σκόνταψε και την έπιασα, με αγκαλιάζει σφιχτά και νιώθω τα μάτια μου υγρά, την ακουμπάω πάνω στο κρεβάτι και κάθομαι σε μία καρέκλα δίπλα της ενώ την χαϊδεύω στο πρόσωπο. Τουλάχιστον μπορώ να την ακουμπάω.

G. Πως είσαι?
Κ. Καλά. Οι υπόλοιποι?
G. Σπίτι, κοιμούνται.
Κ. Πόσο καιρό ήμουν σε κόμμα.
G. Ένα μήνα.
Κ. Πόσα παίζει να άλλαξαν σε ένα μήνα...
G. Τίποτα. Απλά τα παιδιά από το σχολείο ξέρουν κάποια πράγματα. Τους τα είπαμε εμείς.
Κ. Καλά. Βγαίνει ο Gang έξω και μένω μαζί της.
Μ. Μου έλειψες.
Κ. Κι εμένα. Γιατί δεν λέει τίποτα από όσα της έλεγα? Δεν τα άκουγε? Δεν με ένιωθε δίπλα της?
Κ. Τι σκέφτεσαι?
Μ. Τίποτα.
Κ. Μάθατε ποτέ θα βγω?
Μ. Μάλλον γι αυτό βγήκε έξω ο Gang. Εκείνη την ώρα μπαίνει μέσα με μια νοσοκόμα.
K. Τι έγινε?
G. Μπορείς να περπατήσεις?
Κ. Μάλλον δεν ξέρω.
Νοσ. Για σήκω λίγο. Σηκώνεται με μικρή δυσκολία αλλά χωρίς να πέσει όπως πριν.
Νοσ. Εντάξει μία χαρά είσαι.

Την πήραμε και πήγαμε σπίτι.

Kay pov

Κ. Πόσο μου έλειψε αυτό το σπίτι.
G. Xμ.

Ανοίγω την πόρτα και μπαίνω μέσα. Βλέπω τα παιδιά και τον Weiler να τρέχουν κατά πάνω μου, τους αγκαλιάζω έναν έναν και ο Weil πηδουσε από την χαρά του. Έκατσα κάτω και τον έσφιξα στην αγκαλιά μου. Τον αφήνω και σηκώνομαι από το πάτωμα. Πηγαίνω στην κουζίνα να πιω νερό και να φάω. Ήμασταν όλοι καθήμενοι στη μπάρα, ο Μολόχα ήταν δίπλα μου, εγώ έτρωγα μακαρόνια με κιμά.

Αλήτισσα ψυχή Where stories live. Discover now