39. Παράνομη συναλλαγή

22 3 2
                                    

Νωρίς το απόγευμα, το γραφείου του νεαρού δικηγόρου φαινόταν όαση μπροστά στην κόλαση, που έπρεπε να αντιμετωπίσει. Ο Κώστας διάβαζε την υπόθεσή της Κατερίνας, στο γραφείο του. Δεν ήξερε, πως θα αποκάλυπτε την ομολογία της, στον καρδιακό του φίλο, Ανδρέα Δαγκλή. Ίσως, δεν έπρεπε να μιλήσει καθόλου. Για ποιο λόγο, να του έριχνε εκείνος την χαριστική βολή;

Aπο την άλλη, ήταν ο κολλητός του και όφειλε να του το πει. Αύριο έτσι κι αλλιώς, θα μαθευόντουσαν τα νέα σε ολόκληρο το κύκλο τους. Αν το μάθαινε από εκεί, θα ήταν χειρότερο. Απορροφημένος στις σκέψεις του, δεν είδε τον Ανδρέα να μπαίνει στο γραφείο του και να κάθεται απέναντι του.

'Καλησπέρα! Η γραμματέα σου, μου άνοιξε και έφυγε.' του είπε αδιάφορα και συνέχισε κοφτά,

 ' Πες μου τώρα, πως είναι η Κατερίνα;' ρώτησε ο νεαρός Δαγκλής και άφησε τα τσιγάρα του στο τραπέζι.

Ο Κώστας δεν ήξερε τι να πει. Είχε αποφασίσει, ότι θα του έλεγε το μαντάτο της ομολογίας, αλλά δεν είχε ακόμη αποφασίσει το πως. Άρχισε να μιλάει και να κοιτάει τα χαρτιά του, αποφεύγοντας, να έχει οπτική επαφή μαζί του.

' Ανδρέα, μου μίλησε η Κατερίνα..'

'Ωραία και;' επέμενε ο Ανδρέας.

Ο Κώστας τον κοίταξε, πήρε μια βαθιά ανάσα και το ξεστόμισε.

' Ομολόγησε, ότι σκότωσε τον πατέρα σου! Λυπάμαι φίλε...'

Ο νεαρός Δαγκλής κούνησε το κεφάλι του απότομα...

' Τι ;' αναφώνησε απότομα.

' Δυστυχώς....' σχολίασε ο δικηγόρος της.

Ο νεαρός Δαγκλής χτύπησε το τραπέζι και φώναξε,

'Γιατί να πει τέτοια ψέματα...; Γιατί;'

O Κώστας προσπαθούσε να τον συγκρατήσει, λέγοντας,

' Γιατί μπορεί να είναι η αλήθεια, Ανδρέα. Πρέπει να το πάρεις απόφαση, φίλε. Να την ξεχάσεις!'

Ο Ανδρέας σηκώθηκε, πήγαινε νευρικά πάνω κάτω, βάζοντας το χέρι του στα μαλλιά του και μονολογούσε.

' Τι κάνει; Πρέπει να σκεφτώ κάτι, να την απαλλάξω...'

Ο Κώστας σηκώθηκε και αυτός και πήγε να φτιάξει ποτά, λέγοντας,

' Τι να σκεφτείς δηλαδή; Αφού το έκανε. Τελείωσε...'

Ο νεαρός Δαγκλής σταμάτησε και πήγε προς το μεγάλο παράθυρο του γραφείο, αγναντεύοντας το απόγευμα, μέσα στη πόλη. Τα αμάξια κυκλοφορούσαν, σημειωτόν και η κίνηση είχε κάνει τους οδηγούς, νευρικούς, ανυπόμονους, να φύγουν από το κέντρο, ξεσπώντας σε κορναρίσματα.

ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ!Where stories live. Discover now