44. Το δικό του μέλλον

20 3 4
                                    


Ο Ντάνιελ Ρόνγκ ήταν ευχαριστημένος, από το μήνυμα που έστειλε, στον Ανδρέα Δαγκλή. Ήξερε ότι έπρεπε να δράσει επιτέλους. Η αστυνομία τον είχε περικυκλώσει. Κάποια στιγμή θα ανακάλυπταν, ότι ήταν ο οδηγός του μοιραίου αυτοκινήτου. Θα έβλεπαν, ότι επισκέφτηκε το σπίτι του Ερρίκου Δαγκλή, την ημέρα του φόνου.

Ο Ντάνιελ Ρόνγκ, αξύριστος και κουρασμένος σκεπτόταν, το σχέδιό του. Θα έφευγε με το αμάξι του, εκτός Ελλάδος. Μετά θα έπαιρνε το αεροπλάνο, από γειτονική χώρα, προς την Λατινική Αμερική. Δεν θα έπαιρνε τίποτα μαζί του. Το είχε αποφασίσει. Μόνο τα λεφτά περίμενε, για να ξεκινήσει.

Ήταν αποφασισμένος να ξεφύγει, από αυτή την άρρωστη κατάσταση.

Το σημαντικό είναι, να πάρει τα λεφτά από τον Ανδρέα Δαγκλή, εκβιάζοντας τον. Θα του αποκάλυπτε, τι ακριβώς είδε την ημέρα του φόνου και εκεί θα υπέκυπτε και θα του έδινε, όσα ζητούσε.

Παραδόξως, δεν είχε φόβο, που θα εκβίαζε ένα κάθαρμα, σαν τον Ανδρέα Δαγκλή. Εξάλλου, και ο πατέρα του Ανδρέα, ο Ερρίκος του χρωστούσε ένα μεγάλο ποσό, που δεν δόθηκε ποτέ. Όσο, για το διαζύγιο, θα το έδινε στην Κατερίνα Δαγκλή, με το αζημίωτο, φυσικά.

Θα πρότεινε στον Ανδρέα Δαγκλή ένα ποσό, για όλους, τους παραπάνω λόγους. Σίγουρα, ο Ανδρέας θα κατανοούσε την επιχειρηματολογία του. Μπορεί να ήταν ένας στυγνός εκβιασμός, αλλά θα ήταν ο τελευταίος του. Μετά, θα εξαφανιζόταν. Με ένα μεγάλο ποσό, η οικογένεια Δαγκλή ξεμπερδεύει, απ' όλα. Με ένα σμπάρο, τρία τρυγόνια.

Ο Ντάνιελ Ρόνγκ ήταν μάρτυρας φόνου και αυτό του έδινε θάρρος, να ζητήσει από τον νεαρό Δαγκλή, οτιδήποτε θελήσει. Και θα υπολόγισε και τα χρωστούμενα του πατέρα του.

'Έτσι είναι! Tα παιδιά πληρώνουν τα χρέη των γονιών... Πώς το λέει η παροιμία; Α ναι! Αμαρτίες γονέων, παιδεύουσι τέκνα!' μουρμούρισε, γελώντας.

Ωστόσο, ο Ντάνιελ συνειδητοποιούσε, ότι ήταν σε δύσκολη θέση και τα αστεία εκείνη την ώρα ήταν περιττά, όμως απαραίτητα, για να έχει το θράσος, να πάρει τουλάχιστον, τα δεδουλευμένα του. Δεν θα έφευγε απένταρος, από όλη, αυτή την υπόθεση.

Ξάπλωσε στο λευκό, άνετο καναπέ της Πειραϊκής. Φορούσε ένα απλό, όμως ακριβό σύνολο, μεγάλων οίκων μόδας. Το αντρικό του άρωμα ήταν τόσο ακριβό, όσο ένα μηνιάτικο. Το ρολόι του ήταν χιλιάδες ευρώ και το κοσμούσε περήφανα. Η άνεση του σπιτιού, του προσέφερε σιγουριά και πολυτέλεια, αλλά τίποτα από όλα αυτά, δεν ήταν τυπικά δικά του. Όλα ήταν χάρισμα και σίγουρα η γυναίκα του, θα τα διεκδικούσε πίσω.

Αύριο, θα εκβίαζε τον Ανδρέα Δαγκλή και θα αποκτούσε την δική του περιουσία. Θα είχε τα πάντα, και ήταν ικανά, να δημιουργήσουν την δική του μεγάλη ζωή. Θα ξεκινούσε μια νέα αρχή, σε μια άλλη χώρα. Εκεί, δεν θα αναγκαζόταν να δώσει τις ερωτικές του υπηρεσίες, σε καμιά απελπισμένη, ηλικιωμένη γυναίκα.

Όσο για την γυναίκα του, ας έμενε με τον φλώρο, τον ξάδερφό της. Αν και εκείνος, ήταν πατροκτόνος. Στην σκέψη αυτή, ο Ντάνιελ αναστέναξε , ανήσυχα.

Αυτόν, τον Ανδρέα Δαγκλή, έπρεπε να τον προσέχει. Βέβαια, ο Ντάνιελ ήταν στην πιάτσα, πολλά χρόνια και ήξερε, ότι τύπους, σαν τον Ανδρέα, τους είχε για πρωινό. Αλλά σίγουρα, ο μικρός ήταν απρόβλεπτος. Κι ένας απρόβλεπτος με λεφτά σημαίνει, ότι μπορεί να νικήσει.

ΕΝΑΣ ΣΤΟΥΣ ΤΡΕΙΣ!Where stories live. Discover now