Μωβ αίμα.

4.3K 427 15
                                    

Κλαρκ.
Όταν κατάφερα επιτέλους να σπάσω την πόρτα και να ενημερώσω τον Ιβάν για την μικρή τσούλα κατευθύνθηκα αμέσως εκεί που με οδηγούσε η μυρωδιά της.
"Καλά δεν την σταματήσατε?", φώναξα στους φρουρούς.
" Μα μας είπατε να μην ανακατεύτουμε, Υψηλότατε"
"Ηλίθια ζώα..", μουρμούρισα.
Αναγκάστηκα να τρέξω κανονικά τις σκάλες αφού για κάποιο λόγο όλο αυτό με είχε αποδυναμώσει.
Σίγουρα θα την ρουφαγα μόλις την έβρισκα άσχετα με το τι με συμβούλεψε ο Ιβάν, το κορίτσι που είχα στραγγίξει εκείνο το πρωινό δεν έφτανε.
Έφτασα στο δωμάτιο της όπου η μυρωδιά της ήταν σκόρπια.
Έστησα αυτί και σκάναρα το χώρο.
Ήταν έξυπνη και γλίστραγε σαν χέλι. Ίσως κρυβόταν κάπου.
Έψαξα πίσω από τις κουρτίνες, κάτω από το κρεβάτι, στην ντουλάπα και στο μπάνιο αλλά δεν την έβρισκα πουθενά.
Κάτι που με έκανε να δώσω μάχη με τον εαυτό μου, να μην τα χαλάσω όλα εδώ μέσα.
Την προηγούμενη φορά που ημουν τόσο εξοργισμένος, τρεις υπηρέτριες πέθαναν από τα χέρια μου.
" Με τίποτα!", κοίταξα την ορθάνοιχτη μπαλκονόπορτα και έτρεξα στο μπαλκόνι.
Μόλις κοίταξα κάτω είδα το αναίσθητο σώμα της να έχει εγκλωβιστεί μέσα σε μια λεπτή στρώση πάγου της λίμνης.
"Σκατά!", άφησα τα φτερά να βγουν από τις πλάτες μου και πέταξα κοντά της.
Υπό τα φώτα του κάστρου, έσπασα ένα μεγάλο κομμάτι πάγου και έβγαλα την Αντελίν.
Δεν ήθελα να πεθάνει.
Ήθελα να τη σκοτώσω εγώ.
Η φωνή του Ιβάν ήχησε στο κεφάλι μου:
'Το καλό που σου θέλω είναι να μην έχει πεθάνει. Διότι πράκτορας, μάγισσα ή οτιδήποτε είναι θα μας φανεί πιο χρήσιμη ζωντανή και μα το Θεό τολμα να με παρακούσεις σκοτώνοντας την κι σου υπόσχομαι θα πείσω τον πατέρα να σε διώξει από το κάστρο αυτή τη φορά!'
Ακόμα κι από την απόσταση που μας χώριζε κατάφερνε να επικοινωνήσει μαζί μου μέσω τηλεπάθειας.
Ο Ιβάν πάντα έπαιρνε τις υποχρεώσεις του πολύ πιο σοβαρά από ότι εγώ αν κι ήταν 100 χρόνια μικρότερός μου, αυτό τον έβαζε πρώτο στα μάτια του Βασιλιά.
Πήρα την κοπέλα στα χέρια μου και πέταξα με δυσκολία πίσω στο κτήριο.

Οι δυνάμεις μου όλο και εξασθενούσαν γιαυτό την άφησα στο ιατρείο και κατευθύνθηκα στο υπόγειο όπου φυλούσα το ζωντανό γεύμα μου.
Μια γυμνή καστανομάλλα κοπέλα γύρω στα είκοσι, δεμένη με αλυσίδες στα κάγκελα μιας πόρτας.
Όταν την γνώρισα χθες βράδυ στο μπαρ με έλκυσε το ποσό ξεπεταγμένη ήταν, με το κοντό μαύρο φόρεμά της και το πλούσιο μπούστο της.
Έτσι αποφάσισα αφού την πηδήξω να την κρατήσω μέχρι να..λήξει.
Περπάτησα και έσκυψα μπροστά της.
Φάνηκε ότι κοιμόταν.
Έβαλα το χέρι μου στην ευαίσθητη περιοχή της και με αυτό φάνηκε να ξυπνάει αναστενάζοντας.
Νόμισε πως βρισκόταν κάπου όμορφα, αυτό την έκανα να βλέπει αλλοιώνοντας το υποσυνείδητό της.
Στην πραγματικότητα βρισκόμασταν στα μουχλιασμένα μπουντρούμια κάτω από το κάστρο.
"Θα μου κάνεις πάλι τα χθεσινά?", η φωνή της όπως και τα κάστανα μάτια της έσταζαν νάζι.
"Πρώτα θα πιω λίγο από το αίμα σου, εντάξει?"
"Ο φίλος σου που είναι?"
Εννοούσε τον Ιβάν που είχε απολαύσει κι αυτός λίγο από το ζουμερό κορμί της χθες βράδυ.
Όσο υπεύθυνος να το έπαιζε εγώ ήξερα πως μέσα του κρύβεται κάτι χειρότερο από εμένα.
"Αυτή τη στιγμή είμαι μόνο εγώ εδώ", δεν την άφησα να μιλήσει παραπάνω, έμπηξα τους κυνόδοντες μου στον χιλιοδαγκωμένο λαιμό της.
Απόλαυσα τα βογκητά που διήρκησαν όλο το βράδυ.

Πριγκίπισσα της φαντασίωσης. Where stories live. Discover now