Τίμημα οργής.

4.1K 489 36
                                    

Βγήκα από τα μπουντρούμια με φόρα, αναστατωμένη όπως ήμουν.
Δεν μπορούσα να κάνω κάτι μέχρι να πέσει η νύχτα και φοβόμουν πως μέχρι τότε θα ήταν αργά.
Ίσως αν μιλούσα στον Ιβάν?
Φάνηκε πιο..ήρεμος την προηγούμενη φορά.
Οι σκέψεις μου τσιμπούσαν τον εγκέφαλο μου σαν αρπακτικό πουλί την λεία του, ώσπου έπεσα πάνω στον Κέιντεν.
"Που πας έτσι Αντελίν ή μάλλον που ήσουν?", με κράτησε σταθερή από τους ώμους.
"Πρέπει να βρω τον Ιβάν"
"Δεν βίσκεται αυτή τη στιγμή στο παλάτι. Μπορείς να έρθεις μαζί μου να τον περιμένουμε, αν το θες. Άλλωστε έχω καιρό να σε δω", χαμογέλασε και έτεινε το μπράτσο του.
"Καλώς", ο Κέιντεν ήταν ο μόνος ευγενικός εδώ μέσα.
Με πήγε στην κουζίνα, έκατσα σε ένα ψηλό σκαμπό.
"Πείνας?"
"Λίγο..",απάντησα.
Σε λίγα λεπτά βρισκόταν μπροστά μου ένα πιάτο με τοστ, αυγά και ένα ποτήρι πορτοκαλάδα.
"Οου,ευχαριστώ..",απάντησα αμήχανα.
Άρχισα να τρώω αργά.
"Πώς είσαι?"
"Καλά, υποθέτω", τον κοίταξα με περιέργεια. Δεν θα έπρεπε να είναι νευριασμένος μετά το γεγονός με τον πατέρα του?
"Δεν είμαι θυμωμένος αν αυτό σκέφτεσαι. Πήγαινε γυρεύοντας.."
Τα λόγια του με ξάφνιασαν.
"Ποιος πήγαινε γυρεύοντας?", ο Τζόσουα ήρθε και έκατσε στην θέση δίπλα μου.
"Παρεμπιπτόντως, είδα τον Κλαρκ να τρέχει εξαγριωμένος στο δωμάτιό του. Να ελπίζω πως δεν είναι πάλι δική σου δουλειά", ο Τζόσουα έστρεψε τον δείκτη του πάνω μου.
Εγώ πεταρισα αθώα τις βλεφαρίδες μου.
"Κατάλαβα", αναστέναξε.
Πέρασαν μερικά λεπτά ώσπου ακούστηκε ο Κέιντεν: "Αν η ακοή μου δεν με γελάει, ο Κλαρκ βγαίνει θορυβώδης από το παλάτι. Κάτι μου λέει ότι θα θερίσει κόσμο"
Τον κοίταξα σαστισμένη.
Αυτό δεν μπορεί να οδηγήσει σε καλό, με καμία τύχη.
Παράτησα το ποτήρι άτσαλα πάνω στο μαρμάρινο τραπέζι και κατευθύνθηκα βολίδα ως την πόρτα.
Πριν προλάβω να αγγίξω το χερούλι, η πόρτα άνοιξε αποκαλύπτοντας έναν αναμαλλιασμένο Ιβάν. Μερικές νιφάδες χιονιού κρεμόταν από τις λαμπερές καστανές τούφες των μαλλιών του.
Πρόλαβα και σταμάτησα ακριβώς μπροστά του.
Έπρεπε να γείρει το κεφάλι του ώστε να μπορέσει να με κοιτάξει απευθείας στα μάτια αφού με περνούσε τουλάχιστον είκοσι εκατοστά ύψους.
Ανταπέδωσα την κοφτερή του μάτια, αβέβαιη.
"Συνάντησα τον Κλαρκ στην είσοδο", η φωνή του ακούστηκε βραχνιασμενη.
Δεν απάντησα.
"Αντελίν. Τί έκανες?"
Πήρα μια ανάσα, έτοιμη να μιλήσω όμως καμία φωνή δεν βγήκε από μέσα μου.
Πώς ακριβώς θα διηγούταν κανείς κάτι τέτοιο?
Έφερε τα παγωμένα δάχτυλά του στους κροταφους μου.
Τον άφησα προσεκτικά να διατρέξει όσες σκέψεις χρειαζόταν.
Όταν μάζεψε πάλι τα χέρια του με κοίταξε με σοβαρό ύφος.
Περίμενα καμία βίαιη κίνηση αλλά σε αντίθεση έφυγε τρέχοντας.
Καπνός.
Γύρισα και κοίταξα τα αλλα δύο αδέρφια που στεκοντουσαν πίσω μου.
Ο Τζόσουα σχημάτισε με τα χείλη του δύο λέξεις:
ΤΗΝ ΓΆΜΗΣΕΣ.

Πριγκίπισσα της φαντασίωσης. Hikayelerin yaşadığı yer. Şimdi keşfedin