Κεφάλαιο 9ο

319 36 1
                                    


    Ακόμα ηχούσαν τα λόγια της μητέρας της στα αυτιά της. «Να ζήσεις όπως θέλεις την ζωή σου, μη σκεφτείς τίποτα άλλο.» Στην αρχή σκέφτηκε ότι είχαν μπει μέσα της εξωγήινοι. Μετά, άρχισε να ανησυχεί.
   Το ποτό της έκανε πραγματικά πολύ κακό. Κι έπρεπε να βρει έναν τρόπο να την βοηθήσει να το κόψει. Παρόλα αυτά οι δεσμοί τους δεν ήταν τόσο στενοί και αισθανόταν ότι δεν είχε δικαίωμα να ανακατευτεί.
   Ωστόσο, τα λόγια της την έκαναν να σκεφτεί κι άλλα πράγματα πέρα από την ψυχική υγεία της Ντέπης. Την ζωή της. Αλήθεια, τι σπουδαίο είχε η ζωή της; Την ζούσε όπως ήθελε; Αυτό ήταν που επιθυμούσε από εκείνη; Να είναι εντελώς αντικοινωνική και η μόνη φίλη της να είναι η Μαρίζα;
   Εντάξει, ήταν και το μπαρ στο οποίο δούλευε. Χάρη σε εκείνο απέκτησε άτομα που την θαύμαζαν για την φωνή της. Αλλά, ήταν αυτό που πραγματικά ήθελε; Ή ήταν μια παρορμητική απόφαση που πήρε λόγω της αγανάκτησης με τους γονείς της;
   Το μυαλό της είχε γεμίσει με χιλιάδες ερωτήσεις κι όλα αυτά από μια συμβουλή της μητέρας της.
Σκεφτόταν σοβαρά να αφήσει αυτή την δουλειά. Το μόνο που την κρατούσε στην σκέψη ότι κάτι τέτοιο θα ήταν λάθος, ήταν τα χειροκροτήματα που άκουγε στο τέλος. Από την άλλη πάλι δούλευε εκεί μόνο μια εβδομάδα κι ένιωθε εξαντλημένη. Δεν μπορούσε να τα συγχρονίσει και τα δύο. Δουλειά και σχολείο. Το Σάββατο και την Κυριακή ξυπνούσε αργά και ένιωθε μονίμως κουρασμένη. Κι εκτός από αυτό ήταν και οι πρόβες που έπρεπε να κάνει για τα live. Όλα αυτά την είχαν αφήσει πίσω στα μαθήματα και οι επιδόσεις της έπεσαν, όχι γιατί δεν ήταν πλέον ικανή αλλά γιατί δεν μπορούσε να διαθέσει χρόνο.
   Το πήρε απόφαση. Δεν θα συνέχιζε τα live. Ούτως ή άλλως δοκιμαστική ήταν. Ο ιδιοκτήτης ,βέβαια, ήθελε να μείνει μόνιμη αλλά εκείνη πλέον δεν ήθελε. Το όνειρο της ήταν να γίνει δικηγόρος και να δουλεύει στο γραφείο του πατέρα της. Ή κι αυτό ήταν όνειρο του πατέρα της;
   «Φωτιές μου άναψες μαμά.» μονολόγησε. «Τι πραγματικά θέλω;» ξεφύσηξε απογοητευμένη με τον εαυτό της.
   Αμέσως, ήρθε στο μυαλό της ο Χάρης.
   Ναι τον θέλω, αλλά τώρα μιλάμε για επαγγελματική κατάρτιση, υπενθύμισε στον εαυτό της.
   Μα μετά από την σκέψη αυτή, δεν μπορούσε να σκεφτεί για καριέρες. Καθώς εκείνος επανερχόταν στο μυαλό της.
   «Οκ, ας σκεφτώ τι γίνεται με αυτόν.» είπε αποφασιστικά. «Δεν είμαι καλά. Έχω αρχίσει να μιλάω μόνη μου.»
   Χμμ τι συμβαίνει με τον Χάρη;
   Δεν ήξερε τι συνέβαινε. Τα πράγματα μαζί του ήταν τόσο περίπλοκα.
   Το μόνο που σίγουρα ήξερε ήταν ότι είχε καταντήσει η μοναδική της σκέψη οτιδήποτε κι αν έκανε. Διάβαζε; Τραγουδούσε; Έπεφτε για ύπνο; Αυτός παντού. Ειδικά στο τελευταίο. Πλέον, δύσκολα την έπιανε ο ύπνος.
   Πέρα όμως από τα αισθήματα της που είχαν φουντώσει έτσι ξαφνικά, ήρθε να προστεθεί και η ανησυχία της για την σωματική του ακεραιότητα.
   Αναστέναξε.
   Αν τολμούσε ο Σωτήρης να του κάνει κακό θα μάθαινε και την άλλη πλευρά της. Αυτό δεν θα το άφηνε έτσι.
   Ήθελε τόσο να δει τον Χάρη. Τόσο πολύ που άρχισε να κλαίει. Αυτό είναι έρωτας;
   Κι αν για τον Χάρη, εκείνη δεν σήμαινε τίποτα; Αυτό δεν θα το άντεχε. Όμως και αυτό ήταν μια πιθανότητα και μάλιστα η πιο σωστή. Τότε; Τι θα έκανε τότε; Θα συνέχιζε να κλαίει; Μέχρι πότε;
Είχε απίστευτη ανάγκη την φίλη της. Η Μαρίζα σίγουρα θα ήξερε πολλά παραπάνω για το κεφάλαιο έρωτας. Όμως ήταν πολύ αργά και δεν ήθελε να την ξυπνήσει. Άλλωστε κι η φίλη της εκείνο το διάστημα είχε και τα δικά της προβλήματα και το τελευταίο που ήθελε ήταν να της φορτώσει και τα δικά της.
   Χαμογέλασε. Αν τα έλεγε όλα αυτά στην Μαρίζα θα την έβριζε.
   Ίσως, να της μιλούσε αύριο σε κάποιο διάλλειμα. Να την ρωτούσε και αν είχε χωρίσει με τον Μίλτο.
   Τέλος πάντων, είχε πάρει δύο σίγουρες αποφάσεις. Πρώτον και κυριότερο θα έφευγε από το μπαρ και δεύτερον θα άρχισε να συναναστρέφεται και με άλλα παιδιά. Είχε ανάγκη από παρέες, από την επικοινωνία με άλλους εκτός από την Μαρίζα. Η φίλη της θα χαιρόταν πολύ με αυτό.
   «Πρέπει να κοιμηθείς τώρα.» είπε στον εαυτό της κι έκλεισε τα μάτια της.

   Η ώρα κατά την διάρκεια του μαθήματος περνούσε βασανιστικά αργά. Ο καθηγητής μιλούσε πολύ γρήγορα που την έπιασε δυνατός πονοκέφαλος. Στήριξε το κεφάλι της στις παλάμες της.
Δεν είχε κοιμηθεί και καθόλου καλά. Οι χθεσινές σκέψεις ακόμα τριγυρνούσαν στο μυαλό της. Αυτά σε συνδυασμό με την ενοχλητική φωνή του μαθηματικού την αποτελείωσαν.
   «Ελεάννα, είσαι καλά;» της ρώτησε ο καθηγητής και όλα τα παιδιά στράφηκαν και την κοίταξαν.   Ένιωσε αμήχανα. Δεν μπορούσε να αισθάνεται τόσα βλέμματα πάνω της. Γελοίο βέβαια αν σκεφτεί κανείς ότι τραγούδησε live. Ωστόσο, ήθελε να ανοίξει η γη να την καταπιεί.
   «Θα μπορούσα κύριε, να πάω να πάρω ένα παυσίπονο;»
   «Μπορείς φυσικά.»
   Η Ελεάννα του χαμογέλασε κι ένιωσε τύψεις που τον θεώρησε ενοχλητικό. Ήταν ο πιο γλυκός και καλός καθηγητής σε αυτό το σχολείο. Βγήκε ήσυχα από την τάξη και κατευθύνθηκε προς την γραμματεία.
   Αφού κατάπιε το παυσίπονο, πήγε στις τουαλέτες να πλύνει το πρόσωπο της. Ένιωθε ότι έκαιγε, όπως και το υπόλοιπο σώμα της. Στην συνέχεια κοίταξε το είδωλο της στον μικρό καθρέπτη πάνω από την νιπτήρα. Είχε σχηματίσει μαύρους κύκλους. Όχι πολύ έντονους, ευτυχώς. Σε γενικές γραμμές όμως, ήταν στα χάλια της. Ένιωθε τόσο κουρασμένη κι αυτό αποτυπωνόταν στην εμφάνιση της.
   Ανασήκωσε τους ώμους της. Ούτως ή άλλως δεν μπορούσε να κάνει και τίποτα εκείνη την στιγμή. Βγήκε από τις τουαλέτες για να επιστρέψει στην τάξη.
   «Γεια σου Ελεάννα.» άκουσε τον Χάρη.
   Σήκωσε τα μάτια από το έδαφος. «Γεια σου Χάρη.» είπε.
   Ο Χάρης την κοίταξε για λίγο, της χαμογέλασε και κατευθύνθηκε προς το μέρος που ήταν πριν εκείνη.
   Η Ελεάννα ανέβηκε ταραγμένη τα σκαλιά. Τα πράγματα ήταν πολύ σοβαρά. Ένας απλός χαιρετισμός ήταν αρκετός για να ακούσει την καρδιά της να χτυπά πιο δυνατά.
   Την ώρα που ετοιμαζόταν να χτυπήσει την πόρτα για να μπει μέσα στην αίθουσα, άκουσε το κουδούνι.
   Υπάρχει θεός, σκέφτηκε.
   Στάθηκε στον τοίχο απέναντι από την τάξη της Μαρίζας και την περίμενε.
   Εκείνη μόλις την είδε έτρεξε και την αγκάλιασε. Φαινόταν ενθουσιασμένη. Ότι άσχημο κι αν είχε στο μυαλό της το Σάββατο, ήταν φανερό πως έκανε φτερά.
   «Τι έχεις εσύ;» την ρώτησε ενώ την κοιτούσε ύποπτα.
   «Τόσο χάλια φαίνομαι;»
   «Ε λιγουλάκι. Για πες τι έγινε;»
   «Χαμός.»
   «Θα με σκάσεις ή θα μου πεις;» είπε η Μαρίζα ανυπόμονα.
   Η Ελεάννα της εξομολογήθηκε τις χθεσινές σκέψεις της.
   «Λοιπόν, για το επαγγελματικό σου μέλλον δεν μπορώ να σε βοηθήσω. Είναι μια απόφαση που πρέπει να πάρεις μόνη σου. Δεύτερον, με την μητέρα σου εκπλήσσομαι πραγματικά. Δεν ξέρω τι ακριβώς κουβαλάει στο κεφάλι της αλλά πιστεύω δεν είναι τόσο αδιάφορη όσο νομίζεις. Σε νοιάζεται κι ας μην το δείχνει. Όσο για το τελευταίο, έτσι ακριβώς είναι ο έρωτας. Κι ακόμα είσαι στην αρχή. Βρε τον Χάρη τι μας έχει κάνει;» είπε περιπαιχτικά την τελευταία πρόταση.
   «Μην λες τέτοια εδώ. Θα σε ακούσει και κανένας.» είπε και γύρισε το κεφάλι της προς όλες τις κατευθύνσεις για να δει αν ήταν κανείς εκεί κοντά.
   «Εντάξει μην κάνεις έτσι.»
   «Δεν σου είπα. Θα παραιτηθώ.»
   «Γιατί;» είπε έκπληκτη. «Νόμιζα σου άρεζε.»
   «Κι εγώ έτσι νόμιζα αλλά τελικά νιώθω πως πιέζομαι.»
   Την στιγμή που τελείωσε την πρόταση της η Ελεάννα, δύο κοπέλες κι ένα αγόρι τις πλησίασε.
   «Γεια σου Μαριζάκι.» είπε μία από τις κοπέλες.
   «Γεια σου Στέλλα. Παιδιά να σας συστήσω την Ελεάννα. Ελεάννα από εδώ η Στέλλα, η Τζίνα και ο Μάρκος.»
   «Ελεάννα εσύ είσαι η κοπέλα που τραγουδάει στο king ;» ρώτησε η Τζίνα.
   «Ναι. Αν και θα σταματήσω.»
   «Μα γιατί; Είσαι πολύ καλή.» είπε ο Μάρκος και της χαμογέλασε πλατιά.
   Η Ελεάννα κοκκίνισε. «Απλά δεν μου ταιριάζει.» είπε χαμογελαστά.
   «Κρίμα» της απάντησε εκείνος.
   Εκείνη την στιγμή πλησίασε ο Χάρης με την Βιβή. Την κρατούσε αγκαλιά από την μέση.
   «Επ, τι κάνετε;» είπε κι έδωσε τα χέρια με τον Μάρκο.
   «Καλά εδώ μιλάμε με την ενδιαφέρουσα τραγουδίστρια.» είπε και γύρισε προς την Ελεάννα.
   Ο Χάρης σαν να σκοτείνιασε για λίγο, μα στη συνέχεια επανήλθε.
   «Τι θα λέγατε να πηγαίναμε όλοι μαζί για καφέ το απόγευμα;» είπε ο Χάρης και τους κοίταξε όλους έναν έναν. Το βλέμμα του στάθηκε λίγο παραπάνω στην Ελεάννα και ήταν πιο έντονο.
   Εκείνη άλλαξε αμέσως βλέμμα, κοίταξε κάπου στο έδαφος. «Μάλλον δεν θα...» πήγε να πει μα την διέκοψε η Μαρίζα.
   «Θα λέγαμε ότι είναι εξαίσια ιδέα.» είπε και σκούντηξε την Ελεάννα διακριτικά.
   «Πολύ ωραία. Στο γνωστό μέρος. Στις εφτά.» είπε ο Χάρης και πήρε την Βιβή και φύγανε.
   Στη συνέχεια έφυγαν και οι υπόλοιποι και άφησαν τις δύο φίλες μόνες.
   «Γιατί το έκανες αυτό; Αφού δεν μπορώ να τον βλέπω με την Βιβή.» είπε η Ελεάννα και βαριαναστέναξε.
   «Γιατί είναι βλάκας. Επίτηδες το κάνει.»
   «Ακόμα κι έτσι να είναι. Πες μου ένα λόγο που θα πρέπει να τους βλέπω μαζί.»
   «Για τον λόγο που θα σε βλέπει κι αυτός με τον Μάρκο.» είπε η Μαρίζα και της έκλεισε το μάτι.
   «Επανέλαβε το λίγο. Δεν κατάλαβα.»
   «Αλήθεια τώρα; Πόσο αθώα είσαι; Δεν κατάλαβες πως άρεσες στον Μάρκο;»
   Μόλις την άκουσε η Ελεάννα άρχισε να γελάει. «Εσύ δεν πας καλά.»
   «Γιατί είσαι τόσο χαζή; Κάτι παραπάνω ξέρω εγώ από σένα σε αυτά τα θέματα.»
Σε αυτό είχε δίκιο.
   «Ωραία. Το δέχομαι κι αυτό. Αλλά γιατί να με βλέπει με τον Μάρκο; Μαζί του θα ασχολούμαι; Και πες πως το κάνω, ο Χάρης γιατί να με προσέξει;» είπε μέσα στην ανασφάλεια.
   «Θα ασχολείσαι μαζί του για να σε βλέπει ο Χάρης και πίστεψε με, σίγουρα αυτό θα κάνει. Είσαι τυφλή κοπέλα μου.»
   «Και αν όντως αρέσω στον Μάρκο;»
   «Του αρέσεις. Που πρέπει να καταλήξουμε;»
   «Στο γεγονός ότι δεν θέλω να του δώσω δείγματα ότι ενδιαφέρομαι.»
   «Φιλικά θα του μιλάς, απλά θα φροντίσεις να είσαι πιο διαχυτική και πιο κοινωνική.»
   «Καλά καλά.» είπε η Ελεάννα και εκείνη την στιγμή χτύπησε το κουδούνι.
   «Σαν να άργησε λίγο;» είπε η Μαρίζα χαρούμενη που χάσανε κάποια ώρα μαθήματος. ATk

Θα αντέξει ο έρωτας;Where stories live. Discover now