Κεφάλαιο 36ο

235 27 2
                                    

    Η Ντέπη έκλεισε το τηλέφωνο ανήσυχη.
   Μόλις άκουσε πως η Ελεάννα θα κοιμηθεί μαζί με τον Χάρη, ένιωσε κάπως φοβισμένη. Κατάλαβε μάλιστα πως δεν θα έμεναν μόνο στον ύπνο.
   Δεν είχε πρόβλημα που η κόρη της θα έκανε έρωτα, αλλά μετά από αυτά που πέρασε η Ελεάννα από εκείνο το κάθαρμα σίγουρα θα ήταν πολύ ευαίσθητη και δεν ήξερε αν ο Χάρης με το μυαλό ενός δεκαεφτάχρονου, θα μπορούσε να χειριστεί σωστά την κατάσταση.
   «Δέσποινα.» ακούστηκε η φωνή της Ζωίτσας και διέκοψε τις σκέψεις της.
   «Είσαι καλά;»
   «Ναι μια χαρά. Απλά θα ήθελα να μιλήσουμε λίγο.» είπε διστακτικά.
   «Έλα κάτσε.»
   Άρχισε να πλέκει νευρικά τα χέρια της.
   «Λοιπόν, ξέρω ότι όλα αυτά που έμαθες σε πλήγωσαν. Έχεις απόλυτο δίκιο να νιώθεις προδομένη από εμάς. Θα σκέφτεσαι σίγουρα ότι σε χρησιμοποιήσαμε και μπορεί να είναι αλήθεια ως ένα σημείο. Αλλά, να ξέρεις πάντα σε αγαπούσαμε και ακόμα σ' αγαπάω, το ίδιο και ο πατέρας σου αν ζούσε. Όταν παντρεύτηκες και είδαμε πόσο λυπημένη ήσουν, το είχαμε μετανιώσει αλλά ήταν πολύ αργά. Καταλάβαμε το λάθος μας. Καταλάβαμε πως η ευτυχία σου έπρεπε να μπει πάνω από όλα αλλά... Ότι και να πω, δεν με δικαιολογεί, ελπίζω μόνο πως θα το αφήσουμε πίσω μας και θα κάνουμε μια καινούρια αρχή.»
   Η Ντέπη την κοιτούσε προσηλωμένη. Δεν ήξερε τι να πει. Δεν ήξερε τι ένιωθε πλέον. Γνώριζε μονάχα, πως το να κρατήσει κακία για κάτι περασμένο δεν βοηθούσε σε τίποτα. Στην τελική είχαν περάσει χρόνια από τότε. Κι έστω το γεγονός ότι ένιωθαν μετανιωμένοι, της προκαλούσε μια ικανοποίηση όμως, παράλληλα και ένα είδος θυμού.
   Ταίριαξε μια τούφα πίσω από το αυτί της και ξερόβηξε.
   «Δεν ξέρω αν μπορώ να πω περασμένα ξεχασμένα. Διότι, περασμένα μπορεί να είναι αλλά ξεχασμένα δεν νομίζω να γίνουν. Παρόλα αυτά, μέχρι τώρα, μετά από τόσα χρόνια, αυτή η προσπάθεια που κάνουμε να βελτιώσουμε τις σχέσεις μας πάει πολύ καλά και δεν θέλω να καταστραφούν όλα. Ειδικά τώρα που τα πράγματα μοιάζουν να πήραν μια ισορροπία.»
   «Έχεις δίκιο.»
   Η Ντέπη πλησίασε την μητέρα της. Την αγκάλιασε τρυφερά. Αυτές τις μέρες αναρωτιόταν πολύ για την αγάπη της αλλά, μετά από αυτά τα λόγια ένιωθε πως της έφυγε ένα βάρος. Κι ένιωσε ακόμα πιο άσχημα στη σκέψη του πόσο αδιάφορα συμπεριφερόταν στην Ελεάννα. Πρέπει να την είχε πληγώσει πολύ.
   Ένας ακόμη λόγος που έπρεπε να συγχωρήσει την Ζωίτσα ήταν και αυτός. Διότι και η ίδια σαν μάνα είχε κάνει αμέτρητα λάθη και όμως η Ελεάννα κατάφερε να της δώσει μια δεύτερη ευκαιρία, έτσι έπρεπε να κάνει και αυτή. Όλοι αξίζουν μια δεύτερη ευκαιρία.
   Κι ενώ αγκαλιάζονταν, άκουσαν τον ήχο του κουδουνιού.
   Η Ζωίτσα πήγε να σηκωθεί αλλά η Ντέπη την σταμάτησε και κατευθύνθηκε προς την πόρτα. Σχεδόν είχε βραδιάσει και της φαινόταν περίεργο να έχουν επίσκεψη τέτοια ώρα. Την άνοιξε και είδε ένα χαμογελαστό Νίκο.
   Χαμογέλασε κι εκείνη πλατιά και παραμέρισε για να τον αφήσει να περάσει. Φαινόταν να έχει διάθεση, γεγονός που της άρεσε, καθώς το πιο πιθανό ήταν να μην είχαν εντάσεις και τσακωμούς.
  «Συγγνώμη για την ώρα. Αν πειράζει που ήρθα , φεύγω αμέσως.»
   « Εννοείτε πως δεν πειράζει. Θέλεις να σου φέρω κάτι να πιείς» είπε η Ντέπη.
   «Ένα ούζο θα το έπινα. Έχετε;»
   «Ναι.» απάντησε η Ντέπη και σχεδόν τσακίστηκε για να πάει να του το φέρει.
   Μέσα σε ελάχιστα λεπτά επέστρεψε με ένα δίσκο στο χέρι, ο οποίος περιείχε το ούζο και μερικούς μεζέδες.
   «Να μην το πιεις ξεροσφύρι.» είπε και χαμογέλασε.
   Της ανταπέδωσε το χαμόγελο.
  «Ευχαριστώ.» είπε και ήπιε μια γουλιά. «Η Ελεάννα δεν είναι εδώ;» ρώτησε.
   «Είναι με το αγόρι της. Δεν θα έρθει σήμερα.»
   «Τι εννοείς δεν θα έρθει σήμερα; Θα κοιμηθούν μαζί;» παραλίγο να πνιγεί από την έκπληξη.
  «Ναι.»
   « Και την άφησες;» ρώτησε και συνοφρυώθηκε ελαφρώς.
  «Μεγάλη κοπέλα είναι.» έκρυψε ένα γελάκι.
  « Καλά.» απάντησε αυτός και έφαγε ένα αλλαντικό. «Απλώς παραξενεύτηκα.»
   «Εγώ πηγαίνω για ύπνο. Συγγνώμη αγόρι μου αλλά νιώθω λίγο κουρασμένη.» είπε η Ζωίτσα και έφυγε στο δωμάτιο της για να τους αφήσει μόνους.
   Άβολη σιωπή επικράτησε για λίγα λεπτά μέχρι που πήρε το λόγο ο Νίκος.
   «Ήρθα για να σου πω ότι δεν θέλω άλλο να είμαστε έτσι κι ότι σε συγχώρεσα.»
   Η Ντέπη χαμογέλασε θλιμμένα. Παρόλο που αυτό που άκουσε ήταν πολύ ευχάριστο, δεν μπορούσε να μην νιώσει μια πικρία. Θα μπορούσαν όλα να ήταν τόσο διαφορετικά.
   «Είσαι πολύ καλός άνθρωπος.» του είπε και ένας αναστεναγμός της ξέφυγε.
   Κατάλαβε αμέσως ότι τον έφερε σε δύσκολη θέση. « Ευχαριστώ.» πρόσθεσε.
   «Δεν υπάρχει λόγος. Σημασία έχει ότι τώρα ξέρω για την Ελεάννα και όσο περνάει ο καιρός την νιώθω όλο και πιο πολύ κόρη μου.»
   «Κι εκείνη σε θεωρεί πατέρα της. Όσο κακό κι αν ακούγεται δεν της ήταν καθόλου δύσκολο να ξεγράψει τον Αλέξη.»
   «Μετά από αυτά που έκανε, δεν την αδικώ.»
   «Όντως.»
   Έμειναν για ακόμη μια φορά σιωπηλοί.
  «Ξέρεις Δέσποινα, δεν μου ήταν τελικά τόσο δύσκολο να σε συγχωρέσω.»
   «Γιατί;» ρώτησε χαρούμενα.
   «Γιατί ήταν αρκετό να θυμηθώ το δεκαεξάχρονο κορίτσι που με συνάντησε σε εκείνη την παιδική χαρά και μου στάθηκε για τον πατέρα μου, ενώ δεν με γνώριζε καν.»
   Τα μάτια της Ντέπης θόλωσαν. Μα δεν άφησε τα δάκρυα συγκίνησης και θλίψης να κυλήσουν.    Δεν ήθελε να κλάψει για ακόμη μια φορά μπροστά του.
   «Δεν θα μπορούσα να κάνω αλλιώς. Έδειχνες τόσο ευάλωτος και ένιωθα την ανάγκη να σε παρηγορήσω.»
   «Μέσα στην στεναχώρια μου, ένιωσα μια μικρή χαρά, που σε γνώρισα.»
   «Εκείνο το βράδυ δεν κοιμήθηκα καθόλου. Από την αρχή δεν σε είδα φιλικά.»
   «Κι εγώ ήξερα πως δεν σε ήθελα για φίλη μου αλλά για κάτι άλλο.»
   Η Ντέπη γέλασε με νοσταλγία. Ήταν σαν να πέρασαν από μπροστά της αυτές οι αναμνήσεις. Σαν να είδε εκείνο το ανέμελο κορίτσι που περίμενε πως και πώς να βρεθεί στην αγκαλιά του αγοριού που της είχε κλέψει την καρδιά.
   «Δεν έπρεπε να έρθουν έτσι τα πράγματα. Αν δεν είχα παντρευτεί τον Αλέξη όλα θα ήταν τόσο...»
   «Θα ήμασταν παντρεμένοι και θα μεγαλώναμε μαζί την Ελεάννα. Ίσως, να κάναμε κι άλλα παιδιά.» είπε ενώ κατάπιε μια ζήλεια για τον Αλέξη.
   Η Ντέπη δεν ήξερε τι να πει. Όλο αυτό ήταν ένα τέλος; Με αυτή τη συζήτηση σφράγιζαν το παρελθόν; Δεν ήθελε να συμβεί αυτό.
   Παραξενευόταν με τον εαυτό της αλλά, ακόμα ήλπιζε πως κάποια στιγμή ίσως να κατάφερναν να ξανά γίνουν ζευγάρι. Με αυτή την συζήτηση ένιωθε τόσο περίεργα.
   «Εγώ φεύγω τώρα.» είπε ο Νίκος και σηκώθηκε.
   Όχι μην φεύγεις, ήθελε να φωνάξει η Ντέπη αντί για αυτό όμως σηκώθηκε κι εκείνη για να τον συνοδεύσει ως την εξώπορτα.
   «Καληνύχτα, χάρηκα για την συζήτηση μας.» της είπε.
   «Καλήνυχτα» ψέλλισε η Ντέπη.
   «Νίκο.» φώναξε μόλις αυτός έκανε μερικά βήματα.
   «Ναι.»
   Στράφηκε προς την πλευρά της.
   Η Ντέπη έτρεξε και τον αγκάλιασε.
   Ο Νίκος αιφνιδιάστηκε και δεν ήξερε αν έπρεπε να την αγκαλιάσει κι εκείνος ή να μείνει αμέτοχος. Τελικά έκανε το πρώτο.
   «Συγγνώμη. Το χειρότερο λάθος της ζωής μου ήταν που σε άφησα. Ακόμα το μετανιώνω πικρά. Ακόμα! Και πάντα θα το μετανιώνω.»
   «Μην το σκέφτεσαι.» θέλησε να την καθησυχάσει.
   «Κι εσύ είσαι τόσο καλός. Με συγχώρεσες παρόλα αυτά που σου έχω κάνει. Δεν θα πάψω ποτέ να σε θαυμάζω.»
   Δεν της απάντησε.
   «Καληνύχτα.» είπε και έφυγε από την αγκαλιά του.»
   Δεν περίμενε να ακούσει κι από αυτόν. Έτρεξε μέσα στο σπίτι. Στήριξε την πλάτη της στον πόρτα και τσούλησε μέχρι να καθίσει στο πάτωμα. Έκρυψε με τα χέρια το πρόσωπο της και τα δάκρυα που τόση ώρα συγκρατούσε, πλέον έτρεχαν αβίαστα στο πρόσωπο της.
   Όσα και να έριχνε ποτέ δεν θα ήταν αρκετά για να εκφράσουν την θλίψη της. 

Θα αντέξει ο έρωτας;Donde viven las historias. Descúbrelo ahora