Κεφάλαιο 24: Μέρος 2

3.2K 229 62
                                    

*Τα πνευματικά δικαιώματα της ιστορίας είναι επίσημα κατοχυρωμένα με τις νόμιμες διαδικασίες.

Ζητώ συγνώμη για την καθυστέρηση. Το λέω αυτό σε κάθε κεφάλαιο, αλλά αυτή την φορά έκανα την ανατροπή και έχω δικαιολογία. Έπρεπε να κάνω ένα ταξίδι για οικογενειακούς λόγους που διήρκεσε περισσότερο απ' ότι υπολόγιζα, και δεν είχα λάπτοπ, internet, τηλεόραση, ή ελπίδα. Όποιος πει ότι μπορεί να ζήσει χωρίς internet μιλάει επειδή δεν το έχει δοκιμάσει... Τώρα όμως γύρισα οπότε μπορώ να ασχοληθώ ξανά με τις ιστορίες μου.

Παρακαλώ διαβάστε τις σημειώσει στο τέλος του κεφαλαίου.


Δεν μπορούσε να εξηγήσει με σιγουριά πως έβρισκε τον δρόμο της μέσα στο σκοτάδι. Ήταν σαν μια διαδρομή που είχε κάνει χιλιάδες φορές και είχε αποτυπωθεί τόσο καθαρά στο μυαλό της που τα πόδια της ήξεραν πως να την οδηγήσουν ακόμα και με κλειστά μάτια.

Ολόγυρα τους άκουγαν τα σουρσίματα των νυχτόβιων ζώων του δάσους, τις ψηλές φωνούλες των εντόμων, και περιστασιακά το τραγούδι μιας κουκουβάγιας ή το γρύλισμα κάποιου θηρευτή που δεν εκτιμούσε την εισβολή στην περιοχή του. Υπό άλλες συνθήκες η Σελίν θα προσπαθούσε να μαντέψει τι είδους πλάσματα παραμόνευαν στις σκιές: πόσο μεγάλα ήταν, πόσο έξυπνα, πόσο αποφασισμένα να τους σκοτώσουν και να δειπνήσουν με το αίμα και τα κόκαλα τους. Και μετά θα έκανε ξόρκια που θα τους προστάτευαν. Όμως αυτό δεν ήταν απαραίτητο αφού παρά τους ήχους, οι κάτοικοι του δάσους κρατούσαν αποστάσεις από τους δυο νέους, σαν να γνώριζαν πως δεν έπρεπε να μπουν εμπόδιο στο ταξίδι τους.

Έλα σε μένα

Περπατούσαν για ώρες, ή μπορεί να ήταν και μέρες, ή Σελίν δεν γνώριζε. Ήταν εξαντλημένη. Οι μύες της έτρεμαν και πονούσαν. Τα πόδια της είχαν βγάλει φουσκάλες από την πολύωρη πεζοπορία, που τώρα είχαν σπάσει και έτσουζαν. Από τη μία το μυαλό της της έλεγε να πέσει στο έδαφος και να κοιμηθεί -δεν είχε σημασία που βρισκόταν στη μέση του πουθενά- και από την άλλη να μη σταματήσει μέχρι να φτάσει στον προορισμό της, όποιος κι αν ήταν αυτό. Και αυτό έκανε, έσφιγγε τα δόντια της και συνέχιζε. Τα βήματα της ήταν ασταθή από την κούραση και την αυπνία. Δεν ήταν λίγες οι φορές που τα χέρια του Έρικ βρέθηκαν γύρω από τη μέση της για να την κρατήσουν όρθια.

''Ας ξεκουραστούμε για λίγο και συνεχίζουμε μετά'' της έλεγε κάθε φορά που σκόνταφτε σε ρίζες ή πέτρες που θα μπορούσε εύκολα να έχει αποφύγει. Ήταν κι εκείνος ταλαιπωρημένος, αλλά σε καλύτερη κατάσταση απ' ότι εκείνη. Οι πολύτιμες ώρες ύπνου που είχε νωρίτερα δεν ήταν στοιχειωμένες από εφιάλτες.

Το Δάσος των ΜαγισσώνTempat cerita menjadi hidup. Temukan sekarang