Λιγο αργοτερα επεστρεψα σπιτι και ειδα τον πατερα να προσπαθει να πιασει στο ραδιοφωνο καποιον σταθμο εκτος απο αυτον που εκφωνουσε τις γερμανικες προπαγανδες.
-Ηρθες επιτελους,κοριτσι μου;ρωτησε η γιαγια.
-Ναι,απαντησα και πηγα στην κουζινα για να αφησω το ψωμι,που ειχα καταφερει να παρω.Αφου το εβγαλα απο την τσαντα μου,το αφησα πανω στο τραπεζι.
-Που το βρηκες;με ρωτησε η μητερα απορημενη,ενω κοιταζε τον πατερα, που ηταν απο πισω μου.
-Γιατι δεν απαντας σε αυτο που σε ρωτησε η μητερα σου;Που βρηκες τοσο ψωμι;Απο τον Ερυθρο Σταυρο αποκλειεται να ειναι,ειπε ο πατερας.
-Λεγε!Εχεις μπλεξει με κανεναν Γερμαναρα;ειπε ο πατερας,με αρπαξε απο τα χερια και αρχισε να με ταρακουναει.
-Δεν μπορω να σου πω,απαντησα.
-Πως το εκανες αυτο;Αφου τα ξερεις τα πραγματα,τα βλεπεις καθε μερα στους δρομους. Ο αδελφος σου πεθανε για χαρη της πατριδας. Εγω προδοτρες δεν θελω στο σπιτι μου.
-Τι ειναι αυτα,που λες γιε μου;Το κοριτσι δεν θα φυγει απο εδω,γιατι δεν προδωσε κανεναν,ειπε η γιαγια,ενω μπηκε μεσα στο δωματιο.
-Μητερα,εσυ δεν ξερεις!
-Κανεις λαθος!Εγω ξερω περισσοτερα απο εσενα. Ας βαλουμε λοιπον το ψωμι,σε ενα ντουλαπι,ειπε η γιαγια πηρε τις φετες του ψωμιου απο το τραπεζι και τις εβαλε σε ενα απο τα ντουλαπια.
-Να στρωσω τραπεζι;ρωτησε η μητερα με χαμηλωμενο κεφαλι.
-Στρωσε,ειπε ο πατερας και πηγε στο σαλονι.
-Τι συμβαινει και δεν το ξερουμε;ρωτησε η μητερα.
-Η κορη σου,Αλεξανδρα μου πολεμαει τους εχθρους μας μαζι με αλλα παιδια,ειπε η γιαγια.Η μητερα με κοιταξε με φοβο.
-Και τριγυρνας με τους Γερμανους;με ρωτησε.
-Αναγκαστικα,απαντησα.
-Εισαι πολυ θαρραλεα,ειπε και με αγκαλιασε.
-Ο πατερας δεν καταλαβαινει,ομως,ειπα.
-Θα του εξηγησω και θα καταλαβει,στο υποσχομαι.Αφου φαγαμε την σουπα με τις λιγοστες πατατες που ειχαμε,πηγαμε με την γιαγια την καθιερωμενη μας βολτα. Σημερα ηταν Τριτη.
-Πως εχει αλλαξει ετσι ο κοσμος εξω;Ολοι σε κοιτανε με μισο ματι. Ματια που σε κοιταζουν με λυπη,με αγωνια για το μελλον,ειπε η γιαγια.
-Μερα με τη μερα τα πραγματα ειναι χειροτερα. Οι χιλιαδες σκελετωμενοι ανθρωποι στο δρομο πεθαινουν καθε μερα απο την πεινα,απο το κρυο,ειπα.
-Να λες δοξα το Θεο,που εσυ εχεις μια στεγη πανω απο το κεφαλι σου και λιγο φαγητο για να τρως. Αυτοι οι κακομοιρηδες ειναι στο ελεος του Θεου.Στην υπολοιπη διαδρομη περπατουσαμε χωρις να μιλαμε,αφου κοιτουσαμε γυρω τους δρομους που περνουσαμε.
-Απομακρυνθηκαμε πολυ απο τον Πειραια. Εχουμε φτασει στο Περαμα,σωστα Δημητρουλα μου;
-Ναι,γιαγια. Τι λες παμε πισω;ρωτησα και κοιταξα πισω μου εναν αντρα με καπελο που στεκοταν στην ακρη του δρομου και μας κοιτουσε.
-Τι εγινε κοριτσι μου;Που κοιτας;με ρωτησε η γιαγια.
-Νομιζω οτι ο Γερμανος,που βλεπω εχει βαλει να με παρακολουθουν,απαντησα.
-Και τι θα γινει τωρα;Πως θα πηγαινεις στην οργανωση;
-Θα βρω εναν τροπο να τον ξεφορτωθω.
-Φοβαμαι για σενα,κοριτσι μου. Πρεπει να προσεχεις. Αυτο που κανεις ειναι πολυ επικινδυνο.
-Το ξερω,γιαγια μου. Τωρα παμε να φυγουμε απο εδω. Και κανε σαν να μη συμβαινει τιποτα. Ο τυπος δεν πρεπει να καταλαβει,οτι τον ειδαμε.
-Ωραια. Παμε και ας περασουμε και απο τον θειο σου στην Νικαια. Να του κανουμε μια πολυωρη επισκεψη. Θα βαρεθει αυτος και θα φυγει.
-Μπραβο,γιαγια!Πολυ ωραια ιδεα. Ας παμε στον θειο,λοιπον. Εχω μερες να τον δω.Σε λιγοτερο απο μια ωρα και σαραντα λεπτα,ειχαμε φτασει στο σπιτι,στο οποιο εμενε ο θειος μου με την οικογενεια του.
-Η μητερα σου τι κανει;ρωτησε ο θειος.
-Καλα ειναι.
-Θελω να ερθω μια μερα να τον δω. Σκοπευω να το κανω μια απο τις επομενες μερες.Μειναμε εκει μεχρι που να σκοτεινιασει εντελως.
-Ειναι ωρα να πηγαινουμε,ειπε η γιαγια.
-Ναι. Εννια και εικοσι πηγε,ειπε και σηκωθηκα.
-Πως περασε ετσι η ωρα;ρωτησε ο θειος.
-Εμεις θα τα πουμε αυριο. Ξερεις που,ειπε ο Νικος.
-Δεν ξερω αν θα μπορεσω να ερθω. Νομιζω,οτι με παρακολουθουν,ψιθυρισα.
-Τι πραγμα;ρωτησε εκπληκτος ο Νικος.
-Νομιζω οτι εβαλε καποιον ο Φον Βαγκχεν. Αν καταφερω να του ξεφυγω, θα ερθω.
-Ενταξει. Θα το πω και στους υπολοιπους να προσεχουν.
-Ελα,Δημητρα. Θα αργησουμε και θα μας πιασουν. Ξεχασες οτι εχει απαγορευση κυκλοφοριας στις εντεκα;ειπε η γιαγια.
ESTÁS LEYENDO
Θα κλείσω τα μάτια ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ
Ficción históricaΟκτώβριος 1940:Η Δήμητρα γνωρίζεται εδώ και λίγους μήνες με τον Μάριο,αφού είναι φίλη με την αδερφή του,την Χριστίνα αλλά και εκείνος φίλος του αδελφού της του Φιλίππου. Μία νύχτα,ενώ έχουν πάει με την παρέα τους σε ενα πάρτι στο σπίτι ενός βουλευτ...