Δεκεμβριος 1941
Περπατουσα στον δρομο και εβλεπα ανθρωπους καθισμενους κατω. Ηταν σκελετωμενοι απο την πεινα. Τα ρουχα τους ηταν βρομικα και οσοι ειχαν δυναμεις εψαχναν τα σκουπιδια απο τις ταβερνες,που ετρωγαν οι Γερμανοι.
Στον ερυθρο σταυρο,που ξαναμπηκαμε με την Χριστινα μετρουσαμε μεχρι και τους τετρακοσιους νεκρους την ημερα. Δεν αντεχα να βλεπω τους ανθρωπους να πεθαινουν στους δρομους. Ηθελα να μην τους κοιταω,οπως εκαναν οι αλλοι,αλλα δεν μπορουσα.
Στον δρομο ενιωθα να με κοιταζουν περιεργα. Αισθανομουν οτι ελεγαν ασχημα πραγματα για μενα. Μεχρι τωρα ειχα παει σε πολλες δεξιωσεις με τον Φον Βαγκχεν.
Πιστευα πως ηξεραν και με θεωρουσαν προδοτρα. Ομως,πισω απο αυτο κρυβοταν μια επιχειρηση. Κανενας δεν ηξερε,ομως.
Σημερα,πηγαινα σε ενα ραντεβου με τον Φον Βαγκχεν. Ειχα καταφερει να μαθω καποιες πληροφοριες μεχρι τωρα για τις δρασεις των Γερμανων.
Τωρα ειχαμε συναντηση σε ενα εστιατοριο που ετρωγαν συνηθως οι Γερμανοι αξιωματικοι. Μολις εφτασα τον ειδα να καθεται μονος του σε ενα τραπεζι.
Στην αρχη διαστασα να πλησιασω,αλλα εκεινος γυρισε το κεφαλι και με ειδε.
Οταν πηγα κοντα το τραπεζι ηταν γεματο εκλεκτα εδεσματα. Μου φαινοταν ολα τοσο νοστιμα,αλλα δεν μπορουσα να φαω. Σκεφτομουν τους ανθρωπους που πεθαιναν στο δρομο.
-Ελα,δοκιμασε,ειπε ο Φον Βαγκχεν.
-Δεν μπορω,απαντησα στεναχωρημενη.
-Μα γιατι;Σκεφτεσαι αυτους τους κακομοιρηδες,τους φτωχους στους δρομους;Αυτοι δεν εχουν κανενα,αλλα εσυ εχεις εμενα,ειπε ο Φον Βαγκχεν με μια αδιαφορια θα ελεγα και εγω τον κοιταξα με ενα βλοσυρο βλεμμα.-Τι επαθες,καλη μου;Γιατι με κοιταζεις ετσι;Θυμωσες που μιλησα ετσι γι'αυτους τους κουρεληδες;ειπε και χαιδεψε το χερι μου,που ηταν απλωμενο στο τραπεζι.
-Κατω τα χερια σου απο πανω μου,φωναξα.
-Τι φωνη ειναι αυτη;Για χαμηλωσε τον τονο σου,καλη μου,ειπε ο Φον Βαγκχεν και με κοιταξε με ενα αγριο και παγωμενο βλεμμα.Εμεινα λιγο σκεπτικη και σκεφτηκα την οργανωση και οτι επρεπε να διωξουμε τους Γερμανους απο την πατριδα. Αρα,επρεπε να κανω υπομονη λιγο καιρο ακομη.
-Συγνωμη. Ειναι συμπατριωτες μου και δεν θελω να ακουω ασχημα λογια για αυτους.
-Καταλαβαινω. Η αληθεια παντα ειναι σκληρη,ειπε και μου εβαλε κρασι σε ενα ποτηρι.Τον εβλεπα να τρωει κανονικα,ενω εγω ειχα κοψει μονο ενα κομματι ψωμι και το μασουσα.
-Μονο με ψωμι θα χορτασεις;με ρωτησε.
-Δεν θελω κατι αλλο. Αυτο μου φτανει.Λιγη ωρα αργοτερα αποφασισαμε να φυγουμε.
-Που θελεις να παμε;με ρωτησε.
-Πουθενα. Εχω μια δουλεια.
-Τι ειδους δουλεια;
-Η γιαγια μου θελει να την παω μια βολτα. Καθε Τριτη, Πεμπτη και Σαββατο πηγαινουμε μια βολτα στην αγορα,δικαιολογηθηκα. Αλλωστε,δεν ελεγα και ψεματα.
-Ωραια,να σε παω σπιτι σου τοτε.
-Δεν χρειαζεται. Δεν θελω να σχολιαζουν οι γειτονες.
-Καλα,οπως θες,ειπε και προχωρησε λιγο.Εγω στεκομουν πανω απο το τραπεζι και κοιτουσα.
-Τι συμβαινει;
-Μπορω να παρω λιγο ψωμι;Ο Φον Βαγκχεν γελασε δυνατα.
-Αυτο ηταν;Παρε οσο θες. Δεν υπαρχει προβλημα.
Πηρα οσες φετες υπηρχαν στο τραπεζι και τις εβαλα σε ενα χαρτι που βρηκα στην τσαντα μου.
Αφου εμεινα μονη και βεβαιωθηκα,οτι ο Φον Βαγκχεν δεν με ακολουθει πηρα τον δρομο προς το σπιτι της οργανωσης.
Καθε τοσο γυρνουσα το κεφαλι πισω για να δω,αν καποιος με ακολουθει.
Λιγο πριν φτασω,ειδα εναν αντρα να καθεται στην ακρη του δρομου. Μια γυναικα περνουσε τον δρομο και πηγαινε στο σπιτι της. Στα χερια της κρατουσε σφιχτα, εναν τετζερη με φαγητο.
Οταν την ειδε ο αντρας σηκωθηκε και πηγε καταπανω της. Προσπαθησε να της παρει τον τετζερη απο τα χερια,αλλα εκεινη τον κρατουσε σφιχτα.
-Ασε κατω το φαι μου. Εχω εφτα στοματα να θρεψω,φωναζε η γυναικα.
Στο τελος,ο τετζερης επεσε κατω και μαζι και το φαγητο. Ο αντρας επεσε κατω και αρχισε να τρωει απο κατω.
-Τι θα κανω τωρα;φωναζε η γυναικα,ενω προσπαθουσε να μαζεψει οσο περισσοτερο απο το φαγητο μπορουσε.
Εφτασα στο ερειπωμενο σπιτι,με κατεβασμενο το κεφαλι.
-Τι εγινε; με ρωτησε ο Μαριος που με ειδε ετσι.
-Δεν παει αλλο αυτο η κατασταση. Δεν αντεχω,δεν μπορω. Η κατασταση στους δρομους ειναι απελπιστικη.
-Σε λιγο τα πραγματα θα αλλαξουν. Θα το δεις.
-Ποτε;Σε εβδομαδες,σε μηνες,σε χρονια. Ομως,μεχρι να περασει αυτος ο καιρος τα πραγματα θα χειροτευουν ακομη περισσοτερο.
ESTÁS LEYENDO
Θα κλείσω τα μάτια ΥΠΟ ΔΙΟΡΘΩΣΗ
Ficción históricaΟκτώβριος 1940:Η Δήμητρα γνωρίζεται εδώ και λίγους μήνες με τον Μάριο,αφού είναι φίλη με την αδερφή του,την Χριστίνα αλλά και εκείνος φίλος του αδελφού της του Φιλίππου. Μία νύχτα,ενώ έχουν πάει με την παρέα τους σε ενα πάρτι στο σπίτι ενός βουλευτ...