Πάρτι?
Εγώ σε πάρτι δεν πάω.
Ποτέ, ποτέ, ποτέ ξανά.
Ποτέ.
- Πες μου μόνο μια κουβέντα και θα του σπάσω τα μούτρα." Λέω και την κοιτάζω για πρώτη φορά μετά από ώρα έντονα μέσα στα πράσινα μάτια της.
- Δεν έχω πρόβλημα. Είμαι μεγάλη κοπέλα πια. Ξέρω να δένω τα κορδόνια μόνη μου." Λέει με αυτοπεποίθηση αλλά καταλαβαίνω πως κάτι την απασχολεί.
- Αν σου κάνει το οτιδήποτε απλά θέλω να μου το πεις..." Λέω και ξεφυσαω.
Αρκετούς ανθρώπους πόνεσε ο μπάσταρδος.
- Cyrus θα είμαι καλά. Απλά θα πω πως κάτι σου έτυχε για να μην με πικάρει."
- Συγνώμη... Απλά δεν μπορώ να πάω σπίτι του. Όχι πάλι..." Λέω και προσπαθώ να συγκρατήσω την οργή μέσα μου.
- Δεν χρειάζεται να απολογείσαι. Καταλαβαίνω. Φίλε, κοίτα την ώρα... Είναι κιόλας πέντε το πρωί..."διαπιστώνει και βολεύεται καλύτερα δίπλα μου.
Σηκώνει το τραυματισμένο χέρι μου και το περνάει γύρω από τους ώμους της. Κολλάει πάνω μου και ακουμπάει το κεφάλι της στο γυμνό θώρακα μου.
Δεν μιλάει κανείς.
Για Νοέμβριο μήνα, δεν κρυώνω σχεδόν καθόλου. Το σπίτι της παρέχει μια γλυκιά ζεστασιά αρκετή να με κρατήσει ζεστό.
Αλλά νομίζω πως η μεγαλύτερη ποσότητα ζεστασιάς προέρχεται από εκείνη.
Την κοιτάζω λοξά με την άκρη του ματιού μου.
Είναι γαλήνια όταν κοιμάται. Λες και δεν αναπνέει.
Οι κόκκινες μπούκλες της απλώνονται παντού στο κρεβάτι. Είναι πολύ απαλές και σαν χάδι αγγίζουν και αυτές το δέρμα μου.
Και πρέπει να το παραδεχτώ.
Αισθάνομαι άνετα μετά από καιρό. Σφίγγω το κράτημα μου και την κολλάω ακόμα περισσότερο πάνω μου.
Πλησιάζω τα χείλη μου στο αυτί της.
- Σου αξίζει ολόκληρο το σύμπαν μα εγώ είμαι μόνο ένα αστέρι." Της θυμίζω και γέρνω το κεφάλι μου πάνω στο δικό της.
Μας σκεπάζω καλύτερα με το πάπλωμα και προσπαθώ να μείνω ακίνητος.
Νομίζει πως δεν την έχω καταλάβει από τον τρόπο που με κοιτάζει?
Δεν πρέπει να μπλέξει μαζί μου. Πρέπει να κρατήσω αποστάσεις όσο και αν αυτό με σκοτώσει.
Και εμένα μου αρέσει. Μα θα την πληγώσω όταν θα φύγω. Και δεν θέλω να την πονέσω.
Μα νομίζω πως έχω και εγώ δικαίωμα στις στιγμές. Νομίζω πως μπορώ και εγώ να ζήσω και να ευχαριστηθω κάτι για λίγο.
Και αν όχι θα αντιμετωπίσω τις συνέπειες.
Δεν ξέρω αν με άκουσε να ψυθιριζω.
Νιώθω το κεφάλι μου βαρύ από τις σκέψεις και το αλκοόλ. Τα μάτια μου κλείνουν σιγά σιγά και νιώθω ένα υγρό φιλί στο μάγουλο μου.
Οι πληγές στο χέρι μου πονάνε και νιώθω ένα σταθερό κράτημα εκεί. Δεν θέλω να σπάσει.
Δεν ανοίγω τα μάτια μου. Φοβάμαι πως δεν θα ξαναεκλεισουν για απόψε αν το κάνω.
- Έχεις εμένα μέχρι να σβήσει κάθε αστέρι στον γαλαξία. Έχεις εμένα." Ακούω σαν μελωδία και νιώθω την καρδιά μου να κατεβάζει παλμούς.
Άλλο ένα φιλί και αυτή την φορά είναι πιο κοντά στα χείλη μου μα όχι πάνω τους.
Αφήνομαι ελεύθερος και χαλαρώνω.
Τα χάδια της με βυθίζουν στον καλύτερο ύπνο που επρόκειτο να έρθει.
[ * * * ]
Ζέστη.
Ανυπόφορη ζέστη.
Ξυπνάω κατά ιδρωμένος και διώχνω το πάπλωμα από πάνω μου.
Κάνω να ανασηκωθω μα κάτι με τραβάει προς τα κάτω. Κοιτάζω το στομάχι μου και το λεπτό χέρι της είναι ακόμα εκεί.
Σε αντίθεση με εμένα δείχνει καλά. Και σίγουρα δεν έχει ιδρώσει.
Με αργές κινήσεις απαλλάσσομαι από το χέρι της και την σκεπάζω καλύτερα.
Παρά το γεγονός ότι είμαι μούσκεμα φοράω την μπλούζα μου και τα παπούτσια μου.
Ανυχνευω τον χώρο με τα μάτια μου και μαζεύω οτιδήποτε δικό μου μπορώ να δω.
Μόνο ένας τρόπος υπάρχει να φύγω.
Το παράθυρό.
Κοιτάζω το ρολόι στον τοίχο.
7.54 Σάββατο.
Σηκώνω το παράθυρο προς τα πάνω μα πριν βγάλω το σώμα μου προς τα εξω, το βλέμμα μου πέφτει πάνω σε ένα κομμάτι χαρτί.
Πλησιάζω το γραφείο και ξεκινάω να λέω όλα αυτά που φοβάμαι τόσο πολύ να πω.
Μόλις τελειώνω ακουμπάω το χαρτί δίπλα στο κεφάλι της και αφού αφήσω ένα φιλί στα μαλλιά της, και εισπνεύσω την μυρωδιά της, προσπαθώ να κατέβω.
Δεν απέχω πολύ από το έδαφος αλλά δεν χρειάζομαι σπασμένο μέλος.
Κρεμιεμαι για λίγο από το περβάζι και μετά από λίγο αιωρούμαι μέχρι που τα πόδια μου πέφτουν με δύναμη στο χώμα.
Καλά τα πήγα.
Σκέφτομαι και ξεκινάω με κατεύθυνση το τέλος του τετραγώνου.
Το σπίτι μου.
KAMU SEDANG MEMBACA
FADING
Fiksi RemajaΚάθε χρώμα στην μίζερη ζωή του είχε ξεθωριάσει εδώ και καιρό. Τίποτα δεν είχε νόημα. Η ζωή του ήταν απαίσια. Μα ποτέ δεν παραπονιόταν για αυτό. Γιατί ήξερε πως είχε κάνει κάτι κακό. Κάτι ανεπίτρεπτο. Τα κρατούσε όλα μέσα του και τα έθαβε βαθιά, για...